
Στο βαθύτερο σημείο της Μεσογείου, σε βάθος 5.112 μέτρων στο Φρέαρ των Οινουσσών (Calypso Deep), στο Ιόνιο Πέλαγος, έχουν φτάσει πλέον τα απορρίμματα, κυρίως πλαστικά, γυαλί, μέταλλο και χαρτί, που παράγει ο άνθρωπος.
Κατά τη διάρκεια της έρευνας εντοπίστηκαν 167 αντικείμενα, εκ των οποίων τα 148 είναι θαλάσσια απορρίμματα και άλλα 19 πιθανώς ανθρωπογενούς προέλευσης. Τα αποτελέσματα αυτά αντιπροσωπεύουν μία από τις υψηλότερες συγκεντρώσεις θαλάσσιων απορριμμάτων που έχουν ποτέ εντοπιστεί σε μεγάλα βάθη.
Τα ευρήματα παρουσιάζονται σε άρθρο που δημοσιεύεται στο Marine Pollution Bulletin. Κύριοι συγγραφείς του άρθρου είναι ο Miquel Canals, από τη Σχολή Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, ο Georg Hanke, από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο François Galgani, από το Γαλλικό Ινστιτούτο Ερευνών για την Εκμετάλλευση της Θάλασσας (IFREMER), και ο Victor Vescovo, από την αμερικανική εταιρεία Caladan Oceanic.
Για να φτάσει στον πυθμένα της τάφρου – που αποτέλεσε και το πιο κρίσιμο στάδιο της μελέτης – η ομάδα χρησιμοποίησε ένα υψηλής τεχνολογίας επανδρωμένο υποβρύχιο (DSV) το Limiting Factor. Οι εικόνες που παρείχε το Limiting Factor επιβεβαιώνουν ότι εκτός από τη συσσώρευση στις ακτές, τα επιφανειακά ύδατα και τους ρηχότερους πυθμένες, τα θαλάσσια απορρίμματα φτάνουν επίσης στα βαθύτερα και πιο απομακρυσμένα σημεία της Μεσογείου, μιας θάλασσας που επηρεάζεται ιδιαίτερα από τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Θαλάσσια απορρίμματα στα βάθη της Μεσογείου
Το Φρέαρ των Οινουσσών που ονομάζεται και Calypso Deep βρίσκεται 60 χιλιόμετρα δυτικά των ακτών της Πελοποννήσου, εντός της λεγόμενης Ελληνικής Τάφρου, με πολλά παρόμοια αλλά ρηχότερα βυθίσματα. Βρίσκεται σε μια περιοχή υψηλής σεισμικότητας λόγω ενεργών ρηγμάτων, περιβάλλεται από αρκετά απότομο, κλιμακωτό ανάγλυφο και έχει κλίσεις χιλιάδων μέτρων, ενώ ο πυθμένας του είναι σχεδόν επίπεδος. Το εσωτερικό τμήμα της τάφρου, βάθους άνω των 5.000 μέτρων, έχει σχήμα νεφρού και έχει διαστάσεις περίπου 20 χλμ. επί 5 χλμ.
Πώς όμως τα σκουπίδια έφτασαν τόσο βαθιά; Τα συντρίμμια στον πυθμένα του φρέατος «προέρχονται από διάφορες πηγές, τόσο χερσαίες όσο και θαλάσσιες. Θα μπορούσαν να έχουν φθάσει από διάφορες διαδρομές, είτε μεταφερόμενα σε μεγάλες αποστάσεις με τα ωκεάνια ρεύματα είτε και με την απευθείας απόρριψη», εξηγεί ο Canals, καθηγητής στο Τμήμα Δυναμικής της Γης και των Ωκεανών και διευθυντής της Σχολής για τη Βιώσιμη Γαλάζια Οικονομία στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση.
«Κάποια ελαφρά απόβλητα, όπως τα πλαστικά, προέρχονται από την ακτή, από όπου διαφεύγουν στο Calypso Deep, μόλις 60 χιλιόμετρα μακριά. Κάποια πλαστικά, όπως οι σακούλες, παρασύρονται λίγο πάνω από τον πυθμένα μέχρι να θαφτούν μερικώς ή πλήρως ή να διαλυθούν σε μικρότερα κομμάτια», σημειώνει.
«Βρήκαμε επίσης ενδείξεις ότι τα σκάφη απορρίπτουν σακούλες γεμάτες σκουπίδια, όπως αποκαλύπτεται από τη συσσώρευση διαφορετικών τύπων απορριμμάτων που ακολουθείται από ένα σχεδόν ευθύγραμμο αυλάκι. Δυστυχώς, όσον αφορά τη Μεσόγειο, δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι «ούτε μια σπιθαμή της δεν είναι καθαρή»», προειδοποιεί ο ειδικός.
Η τάφρος παγιδεύει και συσσωρεύει τα ανθρωπογενή υλικά που φτάνουν στον πυθμένα της.
«Πρόκειται για μια κλειστή κοιλότητα, η οποία ευνοεί τη συσσώρευση απορριμμάτων στο εσωτερικό της. Τα ασθενή ρεύματα στην τάφρο -περίπου 2 εκατοστά ανά δευτερόλεπτο και, κατ’ εξαίρεση, 18- διευκολύνουν επίσης την απόθεση ελαφρών απορριμμάτων στον πυθμένα», σημειώνει ο ερευνητής.
Τα ρεύματα μεταφέρουν επιπλέοντα απορρίμματα κυρίως από το νότιο Ιόνιο Πέλαγος και από θαλάσσιες περιοχές νοτιότερα, ενώ οι επιφανειακές δίνες που σχηματίζονται τα οδηγούν βαθύτερα.
«Όταν αυτές οι δίνες βρίσκονται πάνω από την τάφρο, ορισμένα απορρίμματα τείνουν να πέφτουν αργά στον πυθμένα, υποβοηθούμενα από μηχανισμούς αποικοδόμησης και διαδικασίες έρματος που αυξάνουν την πυκνότητά τους. Τα επιφανειακά ρεύματα μπορούν επίσης να μεταφέρουν συντρίμμια από την Αδριατική Θάλασσα στα βόρεια, μέσω του στενού του Οτράντο, και από τα ύδατα στα ανοικτά της βορειοδυτικής Ελλάδας», προσθέτει ο Canals.
Τεχνολογία αιχμής για εξερεύνηση σε μεγάλα βάθη της θάλασσας
Η πρόσβαση στις βαθύτερες θαλάσσιες λεκάνες είναι μια τεράστια πρόκληση που απαιτεί τη χρήση τεχνολογίας αιχμής. Στην προκειμένη περίπτωση, η καινοτομία είναι το υποβρύχιο Limiting Factor, που κατασκευάστηκε από την Triton Submarines. Είναι ικανό να μεταφέρει δύο επιβάτες στις βαθύτερες ωκεάνιες τάφρους. Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης του βυθού, αυτή η μοναδική τεχνολογική συσκευή κινείται αργά -περίπου 1,8 χιλιόμετρα ανά ώρα- για να λαμβάνει εικόνες καλής ποιότητας.
Το Limiting Factor μπόρεσε να καλύψει μια απόσταση ισοδύναμη με 650 μέτρα σε ευθεία γραμμή, κατά τη διάρκεια μιας 43λεπτης παραμονής κοντά στο βυθό.
Η τεχνολογία αυτή κατέστησε δυνατό τον υπολογισμό της πυκνότητας των θαλάσσιων απορριμμάτων στον πυθμένα της τάφρου, αν και δεν έχουν εντοπιστεί σημαντικές επιπτώσεις στη θαλάσσια ζωή, καθώς αυτή είναι ιδιαίτερα φτωχή σε αυτή την πλευρά του Ιονίου. Οι εικόνες αποκάλυψαν μόνο την παρουσία του είδους Coryphaenoides mediterraneus, ενός ψαριού της οικογένειας macrouridae, και του δεκάποδου Acanthephyra eximia.
Η Μεσόγειος είναι μία από τις πιο μολυσμένες θάλασσες από θαλάσσια απορρίμματα
Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη σκουπιδιών στον παγκόσμιο βυθό χρονολογούνται από το 1975, στο στενό Skagerrak στον Βόρειο Ατλαντικό. Τα φαράγγια και τα υποθαλάσσια βουνά είναι τα κύρια σημεία συσσώρευσης των συντριμμιών, τα οποία μπορούν να θαφτούν, να θρυμματιστούν ή να μετακινηθούν από τη βαρύτητα, τα ωκεάνια ρεύματα και άλλους ωκεανογραφικούς παράγοντες.
Σήμερα, η Μεσόγειος είναι μια θαλάσσια περιοχή που πλήττεται ιδιαίτερα από αυτό το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Μελέτη του 2021 είχε ήδη προσδιορίσει το Στενό της Μεσσήνης ως την περιοχή με τη μεγαλύτερη γνωστή πυκνότητα θαλάσσιων απορριμμάτων στον κόσμο. Πρόκειται για ένα πραγματικό hotspot όπου συσσωρεύονται μεγάλες ποσότητες απορριμμάτων.
«Η Μεσόγειος είναι μια κλειστή θάλασσα, με έντονη θαλάσσια κυκλοφορία και εκτεταμένη αλιευτική δραστηριότητα. Τα στοιχεία που παρέχει η έρευνά μας θα πρέπει να ταρακουνήσουν τις παγκόσμιες προσπάθειες, και ιδιαίτερα στη Μεσόγειο, για τον περιορισμό της απόρριψης αποβλήτων, ιδίως πλαστικών, στο φυσικό περιβάλλον και τελικά στη θάλασσα, σύμφωνα με την Παγκόσμια Συνθήκη του ΟΗΕ για τα πλαστικά κατά της πλαστικής ρύπανσης, η οποία εκκρεμεί ακόμη προς έγκριση», δηλώνει ο Canals.
Σε αντίθεση με άλλους δημοφιλείς χώρους, όπως οι παραλίες ή οι ακτές, «ο πυθμένας των ωκεανών εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστος στο κοινωνικό σύνολο, γεγονός που καθιστά δύσκολη την κοινωνική και πολιτική ευαισθητοποίηση σχετικά με τη διατήρηση αυτών των χώρων», συνεχίζει ο ερευνητής.
«Είναι απαραίτητο να καταβληθεί κοινή προσπάθεια μεταξύ επιστημόνων, επικοινωνιολόγων, δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης, παραγόντων επιρροής και άλλων ατόμων με κοινωνικό αντίκτυπο. Το πρόβλημα υπάρχει και έχει τεράστιο εύρος, ακόμη και αν δεν είναι άμεσα ορατό. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε», καταλήγει ο Canals.