Ένας μεγάλος πλούτος συλλέγεται, παράγεται ή αποκτάται καθημερινά από τους δημόσιους φορείς και βρίσκεται καλά κρυμμένος μέσα σε πύλες δεδομένων. Πίνακες με νούμερα και στοιχεία μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνονται άχρηστοι, ωστόσο από τη στιγμή που θα δοθεί πρόσβαση σ΄ αυτούς, σε όλους, για οποιαδήποτε χρήση και οποιονδήποτε σκοπό, μπορούν να αξιοποιηθούν από έναν απεριόριστο αριθμό εφαρμογών προς όφελος της υγείας, του περιβάλλοντος, των μεταφορών, της εξυπηρέτησης του πολίτη.
Σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η άμεση οικονομική αξία των δεδομένων του δημοσίου τομέα θα αυξηθεί από την αναθεώρηση της σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας από 52 δισ ευρώ το 2018 στην Ευρώπη των 27 και το Ηνωμένο Βασίλειο, σε 194 δισ το 2030.
«Τα ανοικτά δεδομένα είναι μεγάλος πλούτος και αυτό έχει αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μέσω της αγοράς ανοικτών δεδομένων αυξάνεται σημαντικά η οικονομική ανάπτυξη και η ανταγωνιστικότητα, υπάρχει εξοικονόμηση κόστους, βελτιστοποίηση υπηρεσιών και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας», επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Χαράλαμπος Μπράτσας, επ. καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Πληροφορικής και Ηλεκτρονικών Συστημάτων, του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος (ΔιΠαΕ) και πρόεδρος του Ιδρύματος Ανοικτής Γνώσης Ελλάδος. Τονίζει, ωστόσο, ότι «το βασικό είναι να ανοίξουν τα δεδομένα και να υπάρχει ανοικτή ροή πληροφοριών ώστε να δημιουργηθούν εφαρμογές που θα τα αξιοποιούν».
Χάρτης για οδηγούς με επικίνδυνα σημεία, όπου γίνονται πολλά τροχαία
Εφαρμογή που δημιουργήθηκε πριν από λίγα χρόνια αξιοποιούσε τα δεδομένα που δημοσιοποιούσε η τροχαία για τα ατυχήματα και δυστυχήματα, αλλά και δεδομένα από πολίτες σχετικά με την επικινδυνότητα των δρόμων. Έτσι δημιουργήθηκε ένας χάρτης που περιείχε όλα τα επικίνδυνα σημεία στα οποία σημειώνονται στατιστικά πολλά τροχαία ώστε οι οδηγοί να είναι ενήμεροι και να τα αποφεύγουν ή να είναι περισσότερο προσεκτικοί. Η πρωτοβουλία τότε ελήφθη από το Ίδρυμα Ανοιχτής Γνώσης, έναν μη κυβερνητικό οργανισμό, που δημιουργήθηκε το 2012, με στόχο να διαδώσει τα ανοικτά δεδομένα.
Ακολούθησε μια δεύτερη, μέσω της οποίας μπορούσε κανείς να βλέπει τους προϋπολογισμούς των δήμων σε ανοιχτά δεδομένα και να διαπιστώνει, για παράδειγμα, τι ξοδεύουν μεγάλοι δήμοι για την καθαριότητα των πόλεων.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Μπράτσα, για να λειτουργούν τέτοιες εφαρμογές θα πρέπει να υπάρχουν επικαιροποιημένα δεδομένα, τα οποία θα τις τροφοδοτούν διαρκώς.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της διαδικασίας για το άνοιγμα των δεδομένων, ο ίδιος σχολιάζει ότι τα πράγματα πήγαιναν καλά, όταν δημιουργήθηκε αρχικά το νομικό πλαίσιο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως και το 2014 ασκούσε μεγάλη πίεση για να ανοίξουν τα δεδομένα, ενώ οι δημόσιες υπηρεσίες προσπαθούσαν να ανεβάζουν τα δεδομένα τους έστω και αν δεν ήταν στην καλύτερη δυνατή μορφή. Σύμφωνα με τον καθηγητή, ενδεχομένως και λόγω της πανδημίας, πολλά πράγματα πήγαν πίσω για να δοθεί βαρύτητα στην αντιμετώπιση του Covid – 19 και η προσπάθεια ατόνησε. «Χρειάζεται μια επανεκκίνηση και φαίνεται ότι αυτή πάει να γίνει καθώς η ΕΕ κινείται και πάλι ενεργά και έχει θέσει κάποιες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το είδος των δεδομένων που πρέπει να ανοίξουν» υπογραμμίζει.
Τι κάνουν τα δεδομένα στο Μετρό του Λονδίνου και στα χωράφια των Αμερικανών αγροτών
Την ίδια στιγμή, τα δεδομένα είναι ήδη ανοιχτά στο Λονδίνο και τροφοδοτούν εφαρμογές για την καλύτερη λειτουργία του Μετρό. Στοιχεία για τα χρονοδιαγράμματα των δρομολογίων, τα διαθέσιμα μέσα μεταφοράς, τους χώρους στάθμευσης ποδηλάτων, τις ράμπες για άτομα με προβλήματα κινητικότητας, και πολλά ακόμη, τροφοδοτούν εφαρμογές για τη βελτίωση των μετακινήσεων των πολιτών. Έτσι, οι επιβάτες του Μετρό εξυπηρετούνται καλύτερα και μεταβαίνουν στον προορισμό τους γρηγορότερα, τα ατυχήματα αποφεύγονται, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των μέσων μεταφοράς μειώνεται. Παράλληλα, όπως επισημαίνει με έμφαση ο κ. Μπράτσας, «το άνοιγμα των δεδομένων του Μετρό του Λονδίνου έχει συνεισφέρει 130 εκατομμύρια λίρες ετησίως επιπλέον στην οικονομία της πόλης».
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, οι Αμερικανοί αγρότες επωφελούνται από την επεξεργασία των ανοικτών δεδομένων που συγκεντρώνονται από διάφορες πηγές και αφορούν τη συχνότητα των βροχοπτώσεων, τα εδαφολογικά δεδομένα και τις ανάγκες για λίπανση, την πρόβλεψη του καιρού, τις δυνατότητες καλύτερης άρδευσης κ.ά. Στη συνέχεια λαμβάνουν μια σειρά από οδηγίες και κατευθύνσεις, χάρη στις οποίες βελτιώνεται η παραγωγή τους, μειώνονται τα έξοδά τους και εξοικονομούνται νερό και πόροι.
Στη Βαρκελώνη, άλλωστε, πρόγραμμα έξυπνης διαχείρισης αποβλήτων συλλέγει και δημοσιεύει ανοικτά δεδομένα από αισθητήρες σε κάδους απορριμμάτων. Οι αισθητήρες «ενημερώνουν» τους διαχειριστές του συστήματος πότε οι κάδοι είναι γεμάτοι και πότε πρέπει να αδειάσουν, ώστε να προγραμματίσουν τα δρομολόγια των απορριμματοφόρων, να ενημερώνουν τους πολίτες πότε δεν πρέπει να κατεβάζουν σκουπίδια, να υπολογίζουν πόσα είναι τα ανακυκλώσιμα και να κρίνουν πώς μπορεί να βελτιωθεί η διαδικασία της ανακύκλωσης. Με τον τρόπο αυτό, οι κάδοι δεν ξεχειλίζουν από σκουπίδια, τα οχήματα δεν κάνουν άσκοπες διαδρομές ρυπαίνοντας το περιβάλλον, οι παράνομες απορρίψεις μειώνονται, οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα περιορίζονται.
Άπειρες οι πιθανές εφαρμογές
Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχει η Διαύγεια, στην οποία δημοσιεύονται οι αποφάσεις του Δημοσίου, προκειμένου να έχουν ισχύ. Πρόκειται, ωστόσο, για ένα αποθετήριο αποφάσεων και εγγράφων και όχι αποθετήριο δεδομένων. «Εμείς θέλουμε τα δεδομένα», λέει ο κ. Μπράτσας και προσθέτει ότι με το άνοιγμα των δεδομένων του δημοσίου θα προκύψει ένα πλήθος πιθανών εφαρμογών είτε από εταιρείες πληροφορικής, είτε από ιδιώτες, είτε από start ups. Το γεγονός αυτό αναμένεται να δημιουργήσει και πολλές θέσεις εργασίας», σχολιάζει. «Είναι άπειρες οι πιθανές εφαρμογές. Και εμείς δεν τις ξέρουμε. Είναι τόσο πολλά αυτά που μπορούν να γίνουν με τα ανοικτά δεδομένα που στο εξωτερικό το άνοιγμα των δεδομένων θεωρείται αυτονόητο», τονίζει.
Από την άλλη πλευρά, όπως σημειώνει, «το επίπεδο των επιστημόνων και των ερευνητών αλλά και εκείνων που έχουν επιχειρήσεις στον κλάδο της πληροφορικής είναι πάρα πολύ υψηλό». «Πάρα πολλοί από αυτούς δουλεύουν εξ αποστάσεως για μεγάλες εταιρείες στο εξωτερικό. Οπότε αν τους δώσουμε τη δυνατότητα να κάνουν πράγματα και για την Ελλάδα -και εννοώ να έχουν ανοιχτά δεδομένα- πιστεύω ότι θα γίνουν εφαρμογές που δεν τις έχουμε φανταστεί», προσθέτει. Σχολιάζει, δε, πως είναι «απίστευτο να μην μπορεί να κάνει κάποιος πράγματα στη χώρα του επειδή δεν υπάρχουν δεδομένα, και να τα κάνει στο εξωτερικό».
Στον δρόμο για το άνοιγμα των δεδομένων, υπογραμμίζει ότι είναι πολύ σημαντικό, εφόσον υπάρχει το νομοθετικό πλαίσιο και στη χώρα μας, αυτό να εφαρμοστεί και να δημιουργηθεί η απαραίτητη κουλτούρα μέσω της σχετικής εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού.
Ένα οικοσύστημα ανοιχτών δεδομένων
Προς την κατεύθυνση αυτή, σε εξέλιξη βρίσκεται μια προσπάθεια για τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος ανοικτών δεδομένων, θέμα που τέθηκε και σε πρόσφατη ημερίδα που διοργανώθηκε από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και την Αντιπεριφέρεια Ψηφιακής Διακυβέρνησης. «Και τα τρία πάνελ στην ημερίδα προέρχονταν από διαφορετικούς χώρους που έχουν ρόλο στη δημιουργία του οικοσυστήματος, γιατί υπάρχουν και αυτοί που παράγουν δεδομένα και αυτοί που θέλουν να τα καταναλώσουν και εκείνοι που κάνουν εφαρμογές», λέει ο καθηγητής. Διευκρινίζει, επίσης, ότι ακόμη και για τις περιπτώσεις δεδομένων που είναι ανταγωνιστικά και οι κάτοχοί τους δεν επιθυμούν το άνοιγμά τους, υπάρχουν δυνατότητες σύναψης συμφωνιών και συμβολαίων ανταλλαγής δεδομένων, ή χρήσης τους υπό προϋποθέσεις, με σκοπό την εξυπηρέτηση της διαλειτουργικότητας των υπηρεσιών.
Σημειώνεται ότι εντός του 2025, το Ίδρυμα Ανοικτής Γνώσης Ελλάδας, η Μητροπολιτική Αναπτυξιακή Θεσσαλονίκης, ο Δ. Θεσσαλονίκης, το ΔιΠαΕ και η ΕΛΣΤΑΤ θα συνδιοργανώσουν τον διαγωνισμό OpenUP (https://openup.okfn.gr/), διάρκειας 4-5 μηνών, που απευθύνεται σε όλους. Στόχος η ανάπτυξη εφαρμογών προστιθέμενης αξίας, που θα βασίζονται σε ανοιχτά δεδομένα για το κλίμα της Θεσσαλονίκης και θα προσφέρουν καινοτόμες λύσεις προς όφελος των πολιτών.