![μέλι](https://www.economix.gr/wp-content/uploads/2024/12/meli-696x392.jpg)
![](https://www.economix.gr/wp-content/uploads/2024/12/meli.jpg)
Μέσα σε κάθε βάζο με μέλι υπάρχει η γεύση του τοπικού περιβάλλοντος, μία κολλώδης γλυκιά γεύση, ενισχυμένη από όποια λουλούδια επέλεξαν οι μέλισσες. Ωστόσο, νέα έρευνα δείχνει ότι το μέλι μπορεί επίσης να μας δώσει μία γεύση για την ρύπανση που υπάρχει γύρω μας.
Η μελέτη του Πανεπιστημίου Tulane στις ΗΠΑ, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Environmental Pollution, εξέτασε 260 δείγματα μελιού από 48 πολιτείες για ίχνη έξι τοξικών μετάλλων: αρσενικό, μόλυβδο, κάδμιο, νικέλιο, χρώμιο και κοβάλτιο. Κανένα από τα μέλια δεν εμφάνισε μη ασφαλή επίπεδα τοξικών μετάλλων -με βάση το μέγεθος μερίδας μιας κουταλιάς της σούπας την ημέρα- και οι συγκεντρώσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν χαμηλότερες από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Ωστόσο, οι ερευνητές βρήκαν διαφορές ανά περιφέρεια, στην κατανομή των τοξικών μετάλλων: τα υψηλότερα επίπεδα αρσενικού βρέθηκαν σε μέλια από μια ομάδα Πολιτειών στον Βορειοδυτικό Ειρηνικό (Όρεγκον, Αϊντάχο, Ουάσιγκτον και Νεβάδα). Τα νοτιοανατολικά είχαν υψηλότερα επίπεδα κοβαλτίου, και δύο από τα τρία υψηλότερα επίπεδα μολύβδου βρέθηκαν στη Βόρεια και Νότια Καρολίνα.
Συνολικά, η μελέτη υπογραμμίζει έναν πιθανό διπλό ρόλο που έχει το μέλι, τόσο ως πηγή τροφής όσο και ως εργαλείο για την παρακολούθηση της περιβαλλοντικής ρύπανσης.
«Οι μέλισσες ενεργούν ως παθητικοί δειγματολήπτες, συλλέγοντας ρύπους από τον αέρα, το νερό και τα φυτά ενώ αναζητούν τροφή. Αυτοί οι ρύποι καταλήγουν στο μέλι, προσφέροντάς μας ένα στιγμιότυπο της περιβαλλοντικής ρύπανσης μιας περιοχής», δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας Tewodros Godebo, επίκουρος καθηγητής περιβαλλοντικών επιστημών υγείας στο Πανεπιστήμιο Tulane.
Η μελέτη είναι η πρώτη που εξέτασε μέλι από όλη τη χώρα για την παρουσία τοξικών μετάλλων και χρησιμοποίησε μόνο μέλια που αναφέρουν την περιοχή προέλευσής τους.
Οι ερευνητές μπορούσαν μόνο να κάνουν εικασίες ως προς τα αίτια των τάσεων της ρύπανσης. Τα υψηλά επίπεδα αρσενικού που βρέθηκαν στην Ουάσιγκτον (170 μg/kg), στο Όρεγκον (130 μg/kg) και στο Αϊντάχο (47,8 μg/kg) θα μπορούσαν να υποδηλώνουν ρύπανση από τη χρήση, ιστορικά, γεωργικών φυτοφαρμάκων ή από τη βιομηχανία.
Η υψηλότερη παρουσία μολύβδου στα μέλια από τη Βόρεια και τη Νότια Καρολίνα—451 μg/kg και 76,8 μg/kg αντίστοιχα— θα μπορούσε να προέρχεται από εξορύξεις, έδαφος μολυσμένο από κληρονομικά ίχνη βενζίνης και βαφής με μόλυβδο ή καύσιμα αεροσκαφών με βάση τον μόλυβδο.
Η οριστική σύνδεση της ρύπανσης που εντοπίζεται στα μέλια με την πηγή τους απαιτεί περαιτέρω μελέτη. Σύμφωνα με τον Godebo, τα ευρήματα, όμως, χρησιμεύουν στην αποκάλυψη μοτίβων περιφερειακής μόλυνσης και όπως πρόσθεσε «υπάρχουν ακόμη πολλά που μπορούμε να μάθουμε από τις μέλισσες σχετικά με το ποιοι ρύποι υπάρχουν στο περιβάλλον και πώς σχετίζονται με τα αποτελέσματα της υγείας της κοινότητας».