Όταν στις αρχές της άνοιξης τα μπουλούκια ξεκινούσαν το πολύμηνο ταξίδι τους για να αναμετρηθούν με τις δυνάμεις της φύσης και της πέτρας, κανείς από τους μάστορες που συμμετείχαν δεν είχε στο μυαλό του ότι συνέβαλε στη δημιουργία της ελληνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής ή ότι άνοιγε τον δρόμο για τους πρώτους Έλληνες Τεχνικούς Επιστήμονες.
Όπως αναφέρει ο Αρχιτέκτονας Γιώργος Γιαξόγλου σε άρθρο του στο Άνθη της Πέτρας, «τα μπουλούκια των Χτιστών και Μαστόρων της ορεινής Πελοποννήσου, οι Κουδαραίοι Μακεδόνες και Ηπειρώτες Μάστορες, οι πετρομάστορες & λιθοξόοι της Μάνης και των νησιών, ήταν οι πρόδρομοι των πρώτων Ελλήνων Τεχνικών Επιστημόνων και όπως αναφέρει ο καθηγητής Νίκος Μουτσόπουλος, αυτοί ήταν “οι πρώτοι σκαπανείς της Τεχνικής Επιστήμης κατά τον 17ο & 18ο αιώνα. Πρόκειται για τις συντεχνίες των οικοδόμων (χτιστάδων, πελεκάνων, ταλιαδόρων, ξυλογλυπτών, ζωγράφων) και άλλων ειδικοτήτων, τα γνωστά “συνάφια των Κουδαραίων” που υπήρξαν οι πρόδρομοι των σημερινών Τεχνικών και δημιούργησαν μία απαράμιλλη Αρχιτεκτονική στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, που ήταν συνέχεια της μεγάλης Βυζαντινής Τέχνης».
Οργανωμένοι σε ομάδες, τα συνάφια ή ισνάφια – μπουλούκια, οι παραδοσιακοί αυτοί τεχνίτες έχτιζαν αρχοντικά, βρύσες, μύλους, καμπαναριά, γέφυρες και ό,τι άλλο τους ζητούσε ο πελάτης, ο οποίος έκλεινε τη δουλειά με τον πρωτομάστορα, ένα είδος σημερινού εργοταξιάρχη.
Ο πρωτομάστορας ήταν ο επικεφαλής του μπουλουκιού, ο εργολάβος, ο εργοδότης και συνέταιρος. Συνήθως ήταν άριστος τεχνίτης της πέτρας, δηλαδή πελεκάνος. Βαθύς γνώστης των ιδιαιτεροτήτων του υλικού ήξερε πώς να το επεξεργαστεί και έδινε το σχέδιο του κτίσματος όπως είχε προκύψει με βάση και τις επιθυμίες του πελάτη.
Επόμενοι στην ιεραρχία ήταν οι τεχνίτες και οι κάλφες (τα τσιράκια). Άλλες ειδικότητες που συμμετείχαν σε ένα μπουλούκι ήταν: Χτίστης, Νταμαρτζής ή Μαντεμτζής, Ταβανατζής ή ταβαντζής (μαραγκός), Ασβεστάς, Σκαλιστής, Μπογιατζής, Τσιράκι (Λασποπαίδι). Οι μαραγκοί ήταν αυτοί οι οποίοι έφτιαχναν οποιαδήποτε ξύλινη κατασκευή του κτιρίου, από πατώματα μέχρι έπιπλα, ενώ έκαναν και τα σκαλίσματα αν δεν υπήρχαν σκαλιστάδες.
Επιπλέον, υπήρχαν και οι ζωγράφοι, οι οποίοι διακοσμήσουν το εσωτερικό του σπιτιού (ξύλινες επιφάνειες, ταβάνια, ντουλάπια, τοίχους, κ.λ.π.). Σημαντικό στοιχείο του μπουλουκιού ήταν και τα ζώα (μουλάρια), τα οποία χρησίμευαν για τη μεταφορά των υλικών και συνόδευαν την ομάδα. Για τον εξοπλισμό και την κατασκευή των μύλων εργάζονταν ειδικοί μάστορες, οι σκεπαρνάδες.
Η ιεραρχία ήταν αυστηρή και για να ανέβει κανείς βαθμίδα θα έπρεπε να το κάνει βήμα – βήμα, βαθμίδα – βαθμίδα υπό την επίβλεψη του πρωτομάστορα. Το μπουλούκι συγκροτείται από άτομα που συνδέονται μεταξύ τους με σχέσεις συγγένειας, ενώ σύμφωνα με το Pyrsogianni.gr ένα τυπικό μπουλούκι αποτελείται από:
- 1-2 πελεκάνους, από τους οποίους ο ένας συνήθως ήταν ο πρωτομάστορας
- 1-2 έξω μαστόρους
- 1-2 ή και περισσότερους κλειδοσάδες ή μέσα μαστόρους
- 1-2 νταμαρτζήδες
- 3-4 ή και περισσότερα παιδιά, τα μαστορόπουλα.
Ανάλογα, όμως με το μέγεθος του έργου ο αριθμός των μαστόρων ποικίλει, και φτάνει μερικές φορές τα 50 ή και τα 100 άτομα.
Η Ήπειρος με τα μαστοροχώρια
Η Ήπειρος και ειδικότερα τα χωριά της Κόνιτσας, τα Τζουμέρκα και οι Χουλιαράδες, ήταν κοιτίδα των μαστόρων, ενώ η Πυρσόγιαννη και η Βούρμπιανη (Κόνιτσα) τα παλιότερα μαστοροχώρια.
Το γεγονός αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι καθώς η πατρίδα των μαστόρων ήταν ουσιαστικά η πέτρα… Τόποι ορεινοί και βραχώδεις, δεν προσφέρονται για καλλιέργειες, ωθώντας τους κατοίκους να βρουν άλλους τρόπους για τη διαβίωσή τους. Η οικοδομική, κυρίως, τέχνη (αλλά και η ζωγραφική και η ξυλογλυπτική), αποτελούν τη διέξοδο και τη λύση.
Η ζωή στα μαστοροχώρια της Κόνιτσας ήταν γενικά δύσκολη και φτωχική – χαμηλό οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο, σκληρή δουλειά αντρών και γυναικών, λίγοι πλούσιοι κάτοικοι, αλληλεγγύη των οικογενειών των μαστόρων.
Οι Λαγκαδινοί μάστορες στην Πελοπόννησο
Σημαντική ήταν η δραστηριοποίηση μπουλουκιών και στην Πελοπόννησο με αφετηρία και βασικό κόμβο τα Λαγκάδια Αρκαδίας, όπως αναφέρεται στην Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά της Ελλάδας. Οι Λαγκαδινοί μάστορες της πέτρας έχουν αφήσει διάσπαρτα τα υλικά ίχνη της εργασίας τους στον πελοποννησιακό χώρο.
Πρόκειται για τα άλλοτε επιβλητικά και άλλοτε ταπεινά έργα της τέχνης τους, από τα σπουδαία κτήρια έως τα ταπεινότερα έργα διαμόρφωσης του χώρου, οικισμένου και μη, που αποτυπώνουν την κατασκευαστική γνώση σε όλες τις εκφάνσεις της.
Άλλες εστίες εντοπίζονται τόσο στην ενδοχώρα, π.χ. τη Δυτική Μακεδονία (Πεντάλοφος), όσο και στα νησιά των Κυκλάδων (π.χ. Ανάφη, Νάξος, Σαντορίνη, Τήνος κ.ά.).
Τι περιελάμβανε η δουλειά
Ειδικότερα για τα ηπειρώτικα μπουλούκια τα ταξίδια στις αρχές του 18ου αιώνα ήταν κοντινά και ο κύριος όγκος δουλειάς αφορούσε αρχοντικά σπίτια πλούσιων εμπόρων ειδικά στα ευημερούντα Ζαγοροχώρια, τα χωριά του Πωγωνίου, τα πλούσια καμποχώρια του Τσάμικου (Θεσπρωτία), οι πλούσιες πόλεις της Αλβανίας Μοσχόπολη, Αργυρόκαστρο, Κορυτσά, Πρεμετή, Αυλώνα, Μπεράτι, αλλά και πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας, Σιάτιστα, Κοζάνη, Καστοριά, προσφέρουν πολλές δυνατότητες δουλειάς, σύμφωνα με το pyrsogianni.gr. Η κατασκευή των αρχοντικών των πλουσίων εμπόρων, δημόσια κτίρια, εκκλησίες και καμπαναριά, είναι έργα των Ηπειρωτών μαστόρων.
Αργότερα ο Αλή Πασάς προσλαμβάνει ηπειρώτες μάστορες για μία σειρά μεγάλων έργων, ενώ ξεχωριστή θέση στην τέχνη των ηπειρωτών μαστόρων κατέχουν τα πέτρινα μονότοξα και πολύτοξα γεφύρια.
Ιδιαίτερη σημασία για να κλείνει δουλειές ένα μπουλούκι, είχε φυσικά, το καλό του όνομα. Μπουλούκια με καλή φήμη, ιδίως του πρωτομάστορα, πολλές φορές απασχολούνται για χρόνια στις ίδιες περιοχές.
Η συνθηματική γλώσσα
Οι ομάδες των μαστόρων ξεκινούσαν από τα χωριά τους στις αρχές της άνοιξης και επέστρεφαν στο τέλος του φθινοπώρου (απ’ τ ‘Α ι –Γιωργιού –τα’ Άι-Δημήτρη). Εκεί, στα ξένα γι’ αυτούς μέρη, «έχτισαν» και τη δική τους μυστική γλώσσα λέξη-λέξη, τα «Κουδαρίτκα» ή «Μαστόρκα», που χρησίμευαν ως μέσο προφύλαξης της τέχνης τους αλλά και των συμφερόντων τους. Πρωτάρχισαν να σκαρώνονται στην Πυpσόγιαννη και τη Βούpμπιανη, ο χρόνος όμως που έγινε αυτό, παραμένει άγνωστος. Αποτέλεσαν κράμα παραφθαρμένων ελληνικών λέξεων, με αντίστοιχες σλαβικές, αρβανίτικες, βλάχικες, τούρκικες, τσιγγάνικες και εβραϊκές (από την μελέτη: «Τα πέτρινα γεφύρια της Θεσσαλίας» ΤΕΕ, Τμ. Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας, Αθήνα 1995).
Η γλώσσα αυτή μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά. Ένα μικρό δείγμα τέτοιων λέξεων και φράσεων από την περιοχή της Κόνιτσας και των Τζουμέρκων περιλαμβάνεται στη μελέτη για τα πέτρινα γεφύρια της Θεσσαλίας του ΠΤ του ΤΕΕ Κεντρικής και Δυτικής Θεσσαλίας. Για παράδειγμα, η έκφραση «ανθίζουν οι κρανιές μη ξιφλιάζιτι» σήμαινε «μας καταλαβαίνουν μη μιλάτε», ενώ η πατούσω ήταν η σκάλα.
Η τέχνη
Για τους μαστόρους, ουσιαστικά, δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ τέχνης και τεχνικής. Η μαστοριά ήταν το σημείο όπου συναντιόνταν αυτό που έπρεπε να γίνει με το πώς έπρεπε να γίνει, όπως σχολιάζει και το pyrsogianni.gr.
Τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη δουλειά τους είναι το μεράκι, η γνώση και η εμπειρία. Το πνεύμα τους είναι ευέλικτο, συνθετικό και ικανό να τροποποιεί και να μεταφέρει τις τεχνικές και τα αρχιτεκτονικά ιδιώματα από διάφορους τόπους όπου βρέθηκαν μέσα από τα ταξίδια τους.
Η ικανότητά τους να προσαρμόζονται στις συνθήκες και τις παραδόσεις του τόπου όπου δουλεύουν και κυρίως να αξιοποιούν τοπικά υλικά για να δώσουν λύσεις σε ανάγκες που εμφανίζονταν, προκαλεί τον θαυμασμό.
Παράλληλα, όμως, δίνει και έμπνευση σε μηχανικούς του σήμερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Μπουλούκι. Η διεπιστημονική συλλογικότητα που ασχολείται με τη μελέτη των παραδοσιακών υλικών και τεχνικών δόμησης. Στόχος της να εντοπίσει και να καταγράψει τη γνώση των κοινοτήτων, των ομάδων ή και των μεμονωμένων ατόμων σχετικά με τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης και τα υλικά, να μελετήσει και να αναδείξει τη γνώση αυτή μέσω εργαστηρίων και ολοκληρωμένων κατασκευαστικών έργων που οργανώνονται σε συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες.
Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας συνολικά στηρίζει ποικιλοτρόπως, σταθερά και έμπρακτα, εδώ και χρόνια, το έργο του εργαστηρίου «Μπουλούκι» το οποίο έχει εργαστεί κυρίως στις ορεινές περιοχές της Ηπείρου, όπου έζησαν και έδρασαν σημαντικοί τεχνίτες, αλλά και συνυφάνθηκαν διάφοροι πολιτισμοί των Βαλκανίων. Επιστέγασμα της προσπάθειας αναβίωσης της τέχνης της πέτρα, αποτέλεσε πρόσφατα και το Βραβείο για την Ενσωμάτωση στο Τοπίο, στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Βραβείων Αρχιτεκτονικής Philippe Rotthie, που απέσπασε η ομάδα για το έργο «Καλντερίμι Χ2» στην Πλάκα, στα Τζουμέρκα.