Τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες χρηματοδότησης μιας οικονομίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα και ανθεκτικής στην κλιματική αλλαγή ανέλυσαν οι συμμετέχοντες στο πάνελ Green Finance: Overcoming Challenges, Seizing Opportunities του Cop 29 Greece  που διοργανώθηκε στο Μπακού του Αζερμπαιτζάν, από το ΥΠΕΝ σε συνεργασία με το Athens Riviera Forum. Προκλήσεις που, όπως επισήμανε η εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ιρέν Χεμσκέερκ, αναδείχθηκαν με τον πιο εμφατικό τρόπο στην Βαλένθια όπου λόγω της φονικής πλημμύρας το 2% του ετήσιου GDP της Ισπανίας «παρασύρθηκε» μέσα σε λίγες μέρες.

Το στίγμα των προβλημάτων που πρέπει να ξεπεραστούν ενόψει των πολύ φιλόδοξων στόχων που έχει θέσει μέχρι το 2030 το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατέθεσε η χώρα μας στην Κομισιόν και απαιτούν επενδύσεις που ανέρχονται στα  100 δισεκατομμύρια ευρώ έδωσε στην τοποθέτηση του ο Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, Γενικός Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Όπως εξήγησε μέσω των χρηματοδοτήσεων από τα διάφορα ταμεία μπορούν να μοχλευτούν 30 δισεκατομμύρια ευρώ. Το υπόλοιπο ποσό πρέπει να κινητοποιηθεί με χρηματοδότηση από τις τράπεζες. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει οι τράπεζες να νιώσουν την ασφάλεια ότι οι επενδύσεις τους δεν θα κινδυνεύσουν.

«Τα χρήματα των επιδοτήσεων θα εξαντληθούν»

Ο κ. Αϊβαλιώτης αναφέρθηκε στο πλαίσιο των πολιτικών ESG που αποτελούν μια δικλείδα ασφαλείας ωστόσο τόνισε ότι πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα. Επίσης, επεσήμανε ότι το κανονιστικό πλαίσιο δίνει αντικρουόμενα μηνύματα στους επενδυτές και αυτό θα πρέπει να αλλάξει.

Επίσης, τόνισε ότι τα ζητήματα της προσαρμογής της οικονομίας την κλιματική αλλαγή, όπως αναδείχθηκε από όσα είδαμε πρόσφατα στην Ισπανία,  τα επόμενα χρόνια είναι πολύ σημαντική και θα απαιτήσει από τις κυβερνήσεις να αντλήσουν επιπλέον χρηματοδότηση.

Ο Γ.Γ του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπογράμμισε ότι η υπόθεση εξοικονόμησης ενέργειας είναι κάτι που θα πρέπει να επανεξεταστεί, υπερτονίζοντας την αξία εργαλείων όπως οι  Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης (ESCO) τα οποία θα πρέπει να αντικαταστήσουν τις επιδοτήσεις επειδή, όπως εξήγησε, «αυτές  θα εξαντληθούν».

Σημειώνεται ότι οι Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης (ESCO) είναι συμβάσεις που συνάπτουν οι εταιρείες που ειδικεύονται στην ανάπτυξη, υλοποίηση και χρηματοδότηση έργων ενεργειακής απόδοσης με τους πελάτες τους. Οι συμβάσεις αυτές εγγυώνται την εξοικονόμηση ενεργειακών δαπανών σε έργα που αποσκοπούν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.

Το στοίχημα της κανονιστικής σύγκλισης 

Ο Harry Boyd Carpenter, Managing Director, Climate Strategy and Delivery, EBRD, σχολίασε ότι «το θεμελιώδες πράγμα που πρέπει να καταλάβετε είναι ότι πρέπει να δημιουργήσετε δομές αγοράς που δημιουργούν έσοδα» , ενώ τόνισε την ανάγκη για περισσότερα δεδομένα  αλλά και για μεγαλύτερη σύγκλιση στις κανονιστικές απαιτήσεις για να μπορούν να κάνουν συγκρίσεις όσοι επενδύουν για παράδειγμα στην Ευρώπη με αυτούς που επενδύουν στην Αφρική.

Τα τρία βασικά εμπόδια των πράσινων επενδύσεων

Για το τεράστιο κενό χρηματοδότησης έκανε λόγο και η Ιρέν Χεεμσκερκ, Επικεφαλής του Κέντρου Κλιματικής Αλλαγής της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας , η οποία τόνισε ότι έχουμε αργήσει πάρα πολύ στην προσαρμογή της οικονομίας και των εργαλείων χρηματοδότησης στην πράσινη μετάβαση.

Η κα Χεεμσκερκ ανέφερε ότι υπάρχουν τρία βασικά εμπόδια στις πράσινες επενδύσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν: δεν υπάρχει βεβαιότητα κανονιστικού πλαισίου που θα επιτρέπει στους επενδυτές να νιώθουν ασφάλεια  για το πλαίσιο στο οποίο κινούνται και τι να περιμένουν, δεν υπάρχουν τα απαραίτητα δεδομένα/ πληροφορίες  για να επεξεργαστούν οι τράπεζες προκειμένου να προχωρήσουν στις εκτιμήσεις τους για τις χρηματοδοτήσεις στις οποίες θα προχωρήσουν ενώ το τρίτο πρόβλημα είναι ότι δεν έχει τιμολογηθεί σωστά η περιβαλλοντική μόλυνση. «Πρέπει να τιμολογηθεί σωστά το διοξείδιο του άνθρακα για να γίνουν πιο θελκτικές οι πράσινες επενδύσεις», τόνισε χαρακτηριστικά.

«8% του κεφαλαίου πηγαίνει στο 50% του προβλήματος»

Από την πλευρά του ο  Στίβεν Κομέλο , αντιπρόεδρος Στρατηγικών Πρωτοβουλιών του EFI Foundation και Co-Managing Director, Energy Futures Finance Forum, ανέδειξε τον ρόλο της έλλειψης του αναπτυξιακού κεφαλαίου.

«Αν σκεφτεί κανείς τον πακτωλό κεφαλαίων όταν πρόκειται για καθαρές τεχνολογίες, υπάρχουν πολλά χρήματα που πηγαίνουν σε επιχειρηματικά σχέδια και πολλά χρήματα που πηγαίνουν σε υποδομές. Κανένα από αυτά δεν είναι το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι στον μεσαίο κρίκο που λείπει, το αναπτυξιακό κεφάλαιο. Το 8% του κεφαλαίου πηγαίνει σε αναπτυξιακά κεφάλαια, αλλά το 50% των λύσεων που χρειαζόμαστε για να απανθρακοποιήσουμε δεν υπάρχουν και στην πραγματικότητα πρέπει να εφευρεθούν και να κλιμακωθούν. Έτσι, έχετε 8% του κεφαλαίου πηγαίνει στο 50% του προβλήματος. Αυτό ακούγεται σαν μια ανισορροπία.»

«Επένδυση εθνικού συμφέροντος»

Ο κ. Νικόλαος Βουτυχτής, Γενικός Διευθυντής Επενδύσεων της LATSCO Family Office τόνισε την ανάγκη για καλύτερο ρυθμιστικό πλαίσιο και για ξεκάθαρη και στιβαρή τιμολόγηση ώστε οι επενδυτές να «ξέρουν που βάζουν τα λεφτά τους». Δηλώνοντας αισιόδοξος τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση κάνει φοβερή δουλειά για την προώθηση της μετάβασης και της πράσινης επένδυσης.

«Από τα στοιχεία μέχρι τώρα και από την άποψη των εσόδων νομίζω όλα είναι έτοιμα γι’ αυτού του είδους την επένδυση που είναι και προς το εθνικό συμφέρον.»

O κ. Βουτυχτής, που δήλωσε ότι η επιχείρηση του σκοπεύει ξεκάθαρα να επεκτείνει τις επενδύσεις της στον τομέα της πράσινης μετάβασης, τόνισε ότι αν δεν επενδύσει μια εταιρεία στην ενεργειακή της μετάβαση είναι θέμα χρόνου να βρεθεί εκτός παιχνιδιού. «Βλέπουμε ότι αν δεν επενδύσουμε με αυτόν τον τρόπο, δεν θα έχουμε επιχείρηση. Βλέπουμε την κλιματική αλλαγή, βλέπουμε το πόσο πολύτιμη είναι η ενέργεια,  το νερό.  Δεν υπάρχει άλλος δρόμος.»

 

Που χωλαίνει η ελληνική αγορά

Για την ανάγκη της αλλαγής νοοτροπίας αλλά και ενός πιο αυστηρού κανονιστικού πλαισίου έκανε λόγο ο κ. Διονύσιος Αλυσανδράτος, Πρόεδρος της SirecEnergy.

«Οι επιχειρήσεις δεν είναι ακόμα πολύ ενθουσιώδεις να εξοικονομήσουν ενέργεια και να επενδύσουν για την αλλαγή του τρόπου που λειτουργούν. Πρέπει να τους διδάξουμε για την ανάγκη να το κάνουν αυτό γιατί  υπάρχουν τα χρήματα και υπάρχουν και οι ειδικοί».

Σε ό,τι αφορά το ρυθμιστικό πλαίσιο ειδικά στην Ελλάδα τονίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη αυστηρότητα και αυστηρότερα πρόστιμα σε όσους μολύνουν. «Θέλεις να κάνεις πρότζεκτ για επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων αλλά δεν  μπορείς να βρεις απόβλητα! Ο καθένας διαχειρίζεται τα απόβλητα του όπως θέλει!»

Επίσης τονίζει την ανάγκη για επενδύσεις στην καινοτομία και δη την εμπορική καινοτομία. «Οι νέες διαδικασίες μπορεί να κάνει τη διαφορά να φέρει περισσότερα κέρδη», εξήγησε.

Επεσήμανε επίσης την αδυναμία να χρησιμοποιηθεί στην ελληνική αγορά η πολύ επικερδής παγκοσμίως σύμβαση ESCO γιατί δεν πείθονται οι εταιρείες να αγοράσουν την ψύξη, τη θερμότητα κτλ ως υπηρεσία. Υπάρχει το ρυθμιστικό πλαίσιο αλλά δεν θέλουν οι επιχειρήσεις γιατί θέλουν να τα κάνουν όλα μόνοι τους.

 

Ο ρόλος του νερού στο risk assessment

Κλείνοντας, η κα. Χεεμσκερκ τόνισε την ανάγκη και οι ίδιες οι εταιρείες να κάνουν την δική τους μετάβαση. Τονίζοντας την συνεχή επιδείνωση των περιβαλλοντικών συνθηκών αλλά και το γεγονός ότι το 70% των εταιριών στην Ευρώπη είναι βαρέως εξαρτώμενες από το οικοσύστημα, υπογράμμισε ότι πρέπει να μπουν στο επίκεντρο νέες παράμετροι επένδυσης όπως είναι το νερό που γίνεται όλο και πιο πολύτιμο.

«Πιστεύω ότι τα σχέδια μετάβασης δεν πρέπει να επικεντρωθούν μόνο στον άνθρακα. Νομίζω ότι το νερό είναι πολύ σημαντικό. Εξετάσαμε 4,2 εκατομμύρια εταιρείες στην Ευρώπη και διαπιστώσαμε ότι από τα δάνεια των τραπεζών  το 70% επενδύεται σε εταιρείες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτό το οικοσύστημα. Που παρέχουν υπηρεσίες που εξαρτώνται από τη βιοποικιλότητα και τη φύση και υποβαθμίζονται με τεράστια ταχύτητα.», είπε χαρακτηριστικά.

«Δεν πρέπει να μιλάμε πια για βιώσιμη χρηματοδότηση. Πρέπει να  κάνουμε την αλλαγή ώστε όλη η χρηματοδότηση να είναι βιώσιμη», κατέληξε.

Συντονίστρια του πάνελ ήταν η κα Αντιγόνη Λυμπεροπούλου, Διευθύνουσα Σύμβουλος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων, η οποία επεσήμανε ότι η τράπεζα παρέχει στη χώρα μας πολλά χρηματοδοτικά εργαλεία για πράσινες επενδύσεις από τα οποία έχουν επωφεληθεί πολλά funds που ήταν παρόντα φέτος στο Μπακού. «Ως τράπεζα βρισκόμαστε στο πλευρό της αγοράς που παρέχει τη χρηματοδότηση για την πράσινη ανάπτυξη. Διαχειριζόμαστε δημόσια και ευρωπαικά κονδύλια, συμπεριλαμβανομένου του RRF και δίνουμε αυτά τα κεφάλαια κυρίως σε εταιρείες που λειτουργούν και επενδύουν στην Ελλάδα και έχουμε συγκεκριμένα κονδύλια ειδικά για την πράσινη ανάπτυξη»