Της Τέτης Ηγουμενίδη
Την προβλεπόμενη από το οικείο νομοθετικό πλαίσιο «Μελέτη – Έκθεσης συνεπειών ρυθμίσεων ΝΟΚ – Συγκριτική Αξιολόγηση» κατέθεσε τις προηγούμενες ημέρες στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) προκειμένου να υποστηρίξει τα κίνητρα σε ύψος και όγκο, με αντιστάθμισμα κτίρια ενεργειακά αναβαθμισμένα, που προβλέπονται στο Νέο Οικοδομικό Κανονισμό (ΝΟΚ).
Η μελέτη αυτή σε συνδυασμό με τα υπομνήματα που κατατέθηκαν στο ΣτΕ από τις δύο αντιτιθέμενες πλευρές (κατασκευαστικές εταιρίες τα έργα των οποίων έχουν προσβληθεί και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας – ΤΕΕ από τη μια πλευρά και από την άλλη της Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων – ΚΕΔΕ και ο Δήμος Αλίμου που έχει πρωτοστατήσει ενάντια στις επίμαχες διατάξεις του ΝΟΚ) και τα όσα ελέχθησαν κατά την ακροαματική διαδικασία αποτελούν το υλικό βάσει του οποίου η Ολομέλεια του ΣτΕ θα εκδώσει την απόφαση της.
Την περασμένη Παρασκευή, σύμφωνα με πληροφορίες, πραγματοποιήθηκε η διάσκεψη των δικαστών της Ολομέλειας του ΣτΕ κεκλεισμένων των θυρών με θέμα το ΝΟΚ, χωρίς ωστόσο, να έχει γίνει γνωστό αν έχει ληφθεί οριστική απόφαση. Εκτιμάται ότι μια πρώτη ένδειξη για το προς τα που θα κινηθεί το ΣτΕ θα υπάρξει εντός Νοεμβρίου.
Η μελέτη του ΥΠΕΝ (500 σελίδες) από 15 επιστήμονες – επαγγελματίες νομικούς, αρχιτέκτονες και πολιτικούς μηχανικούς παραθέτει τα οφέλη από τα επίμαχα κίνητρα του ΝΟΚ, καθώς και αντίστοιχες πρακτικές από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι το ΣτΕ δύσκολα θα κάνει στροφή 180 μοιρών στα όσα μέχρι τώρα έχει αποφασίσει. Η εν λόγω μελέτη δεν συνεισφέρει επί της ουσίας κάτι καινούργιο στη συζήτηση και πάντως, αυτό που θεωρείται μείζον, εκτός από την κρίση περί συνταγματικότητας ή μη είναι η αναδρομικότητα της απόφασης. Αυτό «καίει» όσους κατασκευαστές έχουν πάρει ήδη άδειες με την χρήση των μπόνους, είτε ξεκίνησαν τις εργασίες, είτε όχι.
Το πιθανότερο είναι ότι το ΥΠΕΝ θα κληθεί να νομοθετήσει εκ νέου και εκεί για άλλη μια φορά θα δοκιμαστεί η ικανότητα της κυβέρνησης να παρουσιάσει χωρίς χρονοτριβή ένα πλαίσιο αποδεκτό, την ώρα που το ενδιαφέρον στην κτηματαγορά, αναφορικά με την επικείμενη απόφαση του ΣτΕ, κορυφώνεται.
Όπως υπογραμμίζεται λοιπόν στην «Μελέτη – Έκθεση συνεπειών ρυθμίσεων ΝΟΚ – Συγκριτική Αξιολόγηση» η Πολιτεία «μέσω του ΝΟΚ, επιχειρεί να δώσει κίνητρα (α) για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση κτιρίων με μειωμένη ενεργειακή κατανάλωση, με στόχο τη δημιουργία κλιματικά ουδέτερων πόλεων, και (β) για τη μείωση της κάλυψης των κτιρίων, με στόχο την απελευθέρωση επιφανείας εδάφους και τη δημιουργία ενός πιο ποιοτικού και βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος. Τέλος, ενισχύει τη δημιουργική ελευθερία των αρχιτεκτόνων για τη δυνατότητα παραγωγής καινοτόμων σχεδιαστικών προτάσεων».
Επιπρόσθετα στα γενικά συμπεράσματα αναφέρεται: «Από τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την ανάλυση των λοιπών ευρωπαϊκών παραδειγμάτων, βλέπουμε ότι γενικά η θέσπιση παρεκκλίσεων από τους πολεοδομικούς κανόνες (μεταξύ των οποίων και αυξήσεις της τάξεως του 25%, 30% και 35% για τον όγκο του κτιρίου), προκειμένου να ενισχυθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα, είναι μια εφαρμοσμένη πρακτική που προβλέπεται με οριζόντια μέτρα.»
Τα ενεργειακά οφέλη από τα κίνητρα
Βάσει της μελέτης και από τα αποτελέσματα της σύγκρισης της κατανάλωσης ενέργειας και των εκλυόμενων ρύπων CO2 ανάμεσα σε ένα νέο κτίριο που καλύπτει τις ελάχιστες απαιτήσεις του ΚΕΝΑΚ και ένα κτίριο ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης (εφαρμογή των κινήτρων του άρθρου 25 του ΝΟΚ) προέκυψε πολύ σημαντικό ενεργειακό και περιβαλλοντικό όφελος. Πιο συγκεκριμένα:
- Η εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας ανά μονάδα επιφανείας (kWh/m² yr) των κτιρίων, με συστήματα ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κτίρια ελάχιστων απαιτήσεων κατά Κ.Εν.Α.Κ., ανάλογα και με την κλιματική ζώνη κάθε περιοχής και το σύστημα θέρμανσης είναι της τάξεως των 22,0 έως 47,7 kWh/m² yr . Οι τιμές αυτές εξοικονόμησης ενέργειας είναι αξιοσημείωτες, δεδομένης της ήδη χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης των κτιρίων με ελάχιστες απαιτήσεις, σύμφωνα με τον Κ.Εν.Α.Κ..
- Η μείωση εκπομπών CO2 ανά μονάδα επιφανείας (kg CO2/m² yr) των κτιρίων, με συστήματα ιδιαίτερα υψηλής ενεργειακής απόδοσης, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κτίρια ελάχιστων απαιτήσεων κατά Κ.Εν.Α.Κ., ανάλογα και με την κλιματική ζώνη κάθε περιοχής, είναι της τάξεως των 6,5 έως 12,1 kg CO2/m² yr. Οι τιμές αυτές μείωσης εκπομπών CO2 είναι αξιοσημείωτες, δεδομένων των ήδη χαμηλών εκπομπών CO2 των κτιρίων με ελάχιστες απαιτήσεις, σύμφωνα με τον Κ.Εν.Α.Κ.
Συγκριτικά αναφέρεται ότι η μέση ετήσια εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας που προκύπτει από εκμετάλλευση του bonus +10% από το 50% των νέων κτιρίων ισούται με το 1,7% της μέσης ετήσιας κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας (σε πρωτογενή ενέργεια) από τα κτίρια κατοικίας ενώ για εκμετάλλευση από το 25% των νέων κτιρίων ισούται με το 0,8% του ίδιου μεγέθους.
Για το σύνολο της χώρας με βάση δύο σενάρια, ένα αισιόδοξο και ένα συντηρητικό, όσον αφορά την εκμετάλλευση του κινήτρου από τις νέες πολυκατοικίες προέκυψαν τα εξής:
Η συνολική ετήσια εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας εκτιμάται από 50G Wh έως 101 GWh ετησίως.
Η συνολική ετήσια μείωση εκπομπών CO₂ εκτιμάται από 17.392 tn έως 34.785 tn, η οποία ισοδυναμεί με φύτευση από 696 χιλ. έως 1.391 χιλ. δέντρων ή αντικατάσταση 17,4 χιλ. έως 34,8 χιλ. αυτοκινήτων παλαιάς με νέας τεχνολογίας.
Συμπερασματικά, σύμφωνα πάντα με τη μελέτη του ΝΟΚ, η συμβολή του κινήτρου που δίνεται από το άρθρο 25 του ΝΟΚ κρίνεται πολύ θετική, όπως προκύπτει και από τους υπολογισμούς που έγιναν, και το μέτρο προτείνεται να παραμείνει για την υποστήριξη της εφαρμογής των υποχρεώσεων της χώρα μας στο πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Οδηγιών και Κανονισμών.
Ο σχεδιασμός κτιρίων με σχεδόν μηδενική ενεργειακή κατανάλωση (υψηλής ενεργειακής απόδοσης Α+ και Α++) συμβάλλει καταλυτικά στη δημιουργία ενός πιο βιώσιμου και αειφόρου αστικού περιβάλλοντος και αποτελεί προϋπόθεση για την «πράσινη μετάβαση» και τη δημιουργία κλιματικά ουδέτερων πόλεων.
Στο σημείο αυτό η Μελέτη υπογραμμίζει: «Είναι, όμως, επιτακτική η ανάγκη συστηματοποίησης και αυστηροποίησης των μεθόδων ελέγχου της υλοποίησης των στοιχείων εκείνων που αποτελούν τις προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό των κτιρίων αυτών ως κτιρίων σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης, καθώς η εκπλήρωση των στόχων των ρυθμίσεων αποτελεί αντικείμενο δημοσίου ενδιαφέροντος.
Με την εξαίρεση της συνδυαστικής χρήσης των Άρθρων 10 και 15 που απαιτεί την εγκαθίδρυση ενός συστηματικού και αυστηρού μηχανισμού ελέγχου μέσω δημόσιων οργάνων για την υλοποίηση και τη διατήρηση στον χρόνο των προϋποθέσεων που θέτουν τα άρθρα του, ο ΝΟΚ επιχειρεί να δώσει κίνητρα για τη δημιουργία ενός πιο ποιοτικού και αειφόρου αστικού περιβάλλοντος με στόχο την «πράσινη μετάβαση» και την κλιματική ουδετερότητα των πόλεων.»
Σε άλλο σημείο η Μελέτη του ΥΠΕΝ αναφέρει: «Η σημασία της ένταξης ενός κτιρίου στο περιβάλλον του δεν παράγεται από τις κατασκευές που κάθε φορά μετρούν ή δεν μετρούν στην κάλυψη ή στη δόμηση, αλλά από το ογκοπλαστικό τους αποτύπωμα.
Ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός έχει ξεκάθαρες προθέσεις, μεταξύ άλλων, για την λειτουργική – αισθητική απελευθέρωση του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και την μετάβαση σε προσβάσιμα κτίρια από όλους, την ενεργειακή θωράκιση των κτιρίων και την μείωση της κάλυψης σε μια προσπάθεια εξεύρεσης ελεύθερου χώρου πρασίνου (κυρίως σε πυκνοδομημένες περιοχές πόλης), οι οποίες, μετασχηματισμένες σε ποσοστά επιρροής στον επιτρεπόμενο όγκο, δεν ξεπερνούν εκείνα τα ποσοστά των υπόλοιπων ευρωπαϊκών παραδειγμάτων, προκειμένου να ενισχυθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα και η περιβαλλοντική βιωσιμότητα σε μια εφαρμοσμένη πρακτική που προβλέπεται με οριζόντια μέτρα.
Ακόμα και στην ακραία περίπτωση δυνατότητας εφαρμογής σωρευτικά των διατάξεων, στις περιπτώσεις των άρθρων 10 σε συνδυασμό με τα άρθρα 25 ή και 15 λειτουργούν οι επιπρόσθετοι θεσμοθετημένοι περιορισμοί του ιδεατού στερεού, του μέγιστου επιτρεπόμενου ύψους και των υποχρεωτικών αποστάσεων από τα όρια των οικοπέδων».
Και καταλήγει: «Σε κάθε περίπτωση, η συστηματοποίηση των ελέγχων των αρμοδίων αρχών στο πλαίσιο των μελετών, των οδηγιών της Κεντρικής Διοίκησης και των προδιαγραφών και η ορθή για το αστικό περιβάλλον εφαρμογή των προβλέψεων θα πρέπει να διασφαλίζονται και για αυτή την κατηγορία ρυθμίσεων και περιπτώσεων.
Άλλωστε η Διοίκηση οφείλει να εντοπίζει, κατά τακτά χρονικά διαστήματα (πιθανά σε βάθος χρόνου πενταετίας) αδυναμίες του συστήματος, αν τυχόν υπάρχουν, κατόπιν μελέτης των εμφανιζόμενων «ατυχών» παραδειγμάτων εφαρμογής του νόμου και να βελτιώνει τη διαδικασία οδηγιών και προδιαγραφών εφαρμογής, ώστε να εκπληρώνεται πλήρως ο σκοπός των διατάξεων του ΝΟΚ για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των κατοίκων μέσα και έξω από αυτά, στο οικιστικό περιβάλλον».
Τη μελέτη υπογράφουν:
Σπύρος Βλαχόπουλος, Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, Νομική Σχολή Πανεπιστημίου Αθηνών
Κωνσταντίνος Καρατσώλης, Δικηγόρος, Υπ. Δρ. Δίκαιο Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος
Ιφιγένεια Τσακαλογιάννη, Δικηγόρος ΜΔΕ, MSc
Εύα Κολοβέντζου, Δικηγόρος, LLM
Αθηνά Ζώη, Δικηγόρος ΜΔΕ, MSc
Νάντια Παπαϊωάννου, Α. Δικηγόρος
Γιάννης Α. Αίσωπος, Αρχιτέκτων, Καθηγητής & Πρόεδρος, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Πατρών
Βαρβάρα Κούρτη, Αρχιτέκτων ΠΠ
Σοφία Σουβατζόγλου, Αρχιτέκτων ΠΠ, MAUD ΠΠ, Διδ. Υποψ. TU Delft
Ρωμάνος Γιάννης, Αρχιτέκτων μηχανικός – Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος του Γραφείου Μελετών Αλέξανδρος Ν.Τομπάζης & Συνεργάτες
Χατζηπέτρου Αυγή, Αρχιτέκτων μηχανικός, Msc Πολεοδομίας – Χωροταξίας
Κωνσταντίνος Λάσκος, πολιτικός μηχανικός Α.Π.Θ.
Στέλλα Καϊμάκη, Δρ. Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ, Περιβαλλοντολόγος PhD Imp. College
Έλενα Παυλίδου, Περιβαλλοντολόγος ΜSc
Μανώλης Αθανασάκης, Μηχανικός Περιβάλλοντος ΜSc