Κοντά σε ένα ακόμα έργο βρίσκεται ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, αυτή τη φορά μέσω της θυγατρικής ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, αλλά και σε συνεργασία με την γνωστή τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ. Ο λόγος την υλοποίηση, μέσω ΣΔΙΤ διάρκειας 27 ετών (2 έτη η κατασκευή), της «Μονάδας Επεξεργασίας Αποβλήτων (Μ.Ε.Α) Δυτικού Τομέα» της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Ο Περιφερειακός Φορέας Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων Κεντρικής Μακεδονίας όρισε την κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή – ΤΙΤΑΝ ως προσωρινό ανάδοχο καθώς ο φάκελος της οικονομικής προσφοράς ήταν πλήρης. Η σύμβαση εκτιμάται σε πάνω από 202 εκατ. ευρώ, ενώ να αναφέρουμε ότι τελικά δεν είχαν δώσει δεσμευτικές οικονομικές προσφορές οι άλλοι διεκδικητές. Να θυμίσουμε ότι δραστηριότητες της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής όπως οι ΣΔΙΤ, η διαχείριση απορριμμάτων κ.α. είναι εκτός της συμφωνίας πώλησης της εταιρείας στη Masdar και κατά συνέπεια μένουν στη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Η εμπορική εκμετάλλευση των παραγόμενων προϊόντων, δηλαδή ανακυκλώσιμων υλικών, κοµπόστ, ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, θα γίνεται επίσης από τον ιδιωτικό φορέα σύμπραξης. Μέρος αυτής θα είναι μία μονάδα επεξεργασίας προδιαλεγμένων βιοαποβλήτων (ΜΕΒΑ) ονομαστικής δυναμικότητας 35.000 τόνων ετησίως. Όσον αφορά στα βιοαπόβλητα, θα εξυπηρετεί τους δήμους Βόλβης, Λαγκαδά, Νεάπολης-Συκεών, Αμπελοκήπων-Μενεμένης, Παύλου Μελά και το 35% του πληθυσμού του δήμου Θεσσαλονίκης. Δυνητικά και αναλόγως της τεχνολογικής ικανότητας επεξεργασίας μπορεί να επεκταθεί και στην επεξεργασία των υπολειμμάτων άλλων μονάδων.
Η αξία της σύμβασης αναλύεται σε 60 εκατ. ευρώ χρηματοδοτική συμβολή και 142,2 εκατ. ευρώ καθαρή παρούσα αξία πληρωμών διαθεσιμότητας. Οι πληρωμές διαθεσιμότητας θα είναι συνδεδεμένες με την ποσότητα των απορριμμάτων που θα διαχειρίζεται ο Ιδιωτικός Φορέας Σύμπραξης καθώς και με την τήρηση των κριτηρίων διαθεσιμότητας και των προδιαγραφών λειτουργίας.
Τα πιο σημαντικά οφέλη από τη λειτουργία της μονάδας, σύμφωνα με τον ΦΟΔΣΑ, είναι η δραστική μείωση του όγκου των προς διάθεση αποβλήτων και της επικινδυνότητας των προς διάθεση αποβλήτων, ο περιορισμός και η αποφυγή της πιθανότητα ρύπανσης των υδροφόρων οριζόντων και η εξάλειψη της ανάγκης για διαρκή αναζήτηση εκτάσεων υγειονομικής ταφής που συνεπάγονται και κοινωνικές αντιδράσεις.