Οι τουρίστες που κάνουν τη βόλτα τους στις όχθες του ποταμού Τάμεση στην καρδιά του Λονδίνου θα έχουν σύντομα λόγους να είναι ευγνώμονες για το μεγάλο εργοτάξιο που συναντούν στο δρόμο τους. Το έργο Bankside Yards με καταστήματα, γραφεία και 600 διαμερίσματα, φτάνει στην ολοκλήρωσή του τα επόμενα λίγα χρόνια και αναμένεται να ανοίξει νέους δημόσιους χώρους διευκολύνοντας τη βόλτα ανάμεσα σε αξιοθέατα όπως η Tate Modern και το Royal Festival Hall.
«Θα είναι ο κρίκος που λείπει σήμερα κατά μήκος του ποταμού, μετατρέποντας ένα τεράστιο, αδιαπέραστο αστικό τετράγωνο σε μέρος αυτής της ακολουθίας χώρων πολιτιστικού ενδιαφέροντος», δήλωσε ο Daniel Moore, αρχιτέκτονας και τεχνικός διευθυντής του έργου για την PLP Architecture, σύμφωνα με τους New York Times.
Ωστόσο, το έργο των 5,5 στρεμμάτων, που αναμένεται να κοστίσει 2,5 δισεκατομμύρια βρετανικές λίρες, έχει μεγαλύτερη σημασία από την δημιουργία ενός γραφικού μονοπατιού.
Κρυμμένο μέσα στο συγκρότημα των οκτώ κτιρίων είναι ένα πρωτοποριακό ενεργειακό σύστημα που θέτει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τον ρυθμό απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές στο Ηνωμένο Βασίλειο και όχι μόνο.
Στο Bankside Yards θα λειτουργήσει ένα συνδυασμένο δίκτυο θέρμανσης και ψύξης «πέμπτης γενιάς» που μπορεί να εξισορροπήσει την ενέργεια μέσα σε κάθε κτίριο και στη συνέχεια μεταξύ των κτιρίων του συγκροτήματος, συλλέγοντας την ανεπιθύμητη θερμότητα, για παράδειγμα από ένα ψυγείο ενός εστιατορίου ή έναν υπολογιστή γραφείου που χρειάζεται ψύξη και να τη μεταφέρει σε μέρος που χρειάζεται ζεστό νερό ή θέρμανση.
Στη συνέχεια, ηλεκτροκίνητες αντλίες θερμότητας σε στέγες κτιρίων και σε κάθε διαμέρισμα ή εμπορικό χώρο, προσαρμόζουν τη θερμοκρασία του νερού αποσύροντας ή εγχύοντας θερμότητα στους σωλήνες για να παρέχουν τη θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό που απαιτεί κάθε χώρος.
«Ένα διαμέρισμα μπορεί να μην χρειάζεται τη θερμότητα επειδή λειτουργεί το κλιματιστικό, αλλά κάποιος άλλος κάνει ντους και χρειάζεται ζεστό νερό», εξηγεί ο Moore.
Ο Marco Wirtz, Γερμανός μηχανικός και ειδικός σε συστήματα πέμπτης γενιάς, δήλωσε ότι «συνδέοντας κτίρια με πολλούς διαφορετικούς τύπους χρήσης, το έργο Bankside Yards ενισχύει σημαντικά την αποτελεσματικότητα του δικτύου του, καθιστώντας το μία από τις μεγαλύτερες και πιο καινοτόμες εφαρμογές της τεχνολογίας πέμπτης γενιάς στον κόσμο».
Το ενεργειακό σύστημα στο Bankside Yards όχι μόνο μπορεί να μειώσει την ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για τη θέρμανση, την ψύξη και την παροχή ζεστού νερού στο συγκρότημα, αλλά λειτουργεί και χωρίς ορυκτά καύσιμα, παρέχοντας ένα σημαντικό εργαλείο στην προσπάθεια επίτευξης καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα.
Το πιο πιεστικό ερώτημα, σύμφωνα με τον Δρ. Jan Rosenow, τον Ευρωπαίο Διευθυντή Προγράμματος του Regulatory Assistance Project, ενός μη κυβερνητικού οργανισμού ενεργειακής πολιτικής, είναι γιατί παρόμοια συστήματα δεν αναπτύσσονται παντού με ταχύτητα και σε ευρεία κλίμακα, δεδομένου ότι η θέρμανση των σπιτιών από μόνη της παράγει σχεδόν το ένα πέμπτο όλων των αερίων θερμοκηπίου στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο Δρ Rosenow ανέφερε ότι η ικανότητα να μειώνουμε τις ενεργειακές ανάγκες στο Bankside Yards και να τις τροφοδοτούμε εξ ολοκλήρου από ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας δείχνει και πάλι ότι έχουμε λύσεις για τη μείωση των εκπομπών αλλά δεν τις εφαρμόζουμε με τον ρυθμό που απαιτείται.
«Δεν είναι πλέον τεχνολογικό πρόβλημα. Νομίζω ότι η κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική πτυχή είναι στην πραγματικότητα πιο σημαντικές όταν πρόκειται για το πόσο γρήγορα μπορείς να κινηθείς», είπε.
Ο Nicholas Gray, ο διευθυντής πωλήσεων και μάρκετινγκ της εταιρείας Native Land που έχει την ευθύνη ανάπτυξης του έργου, εκτιμά ότι ένας από αυτούς τους παράγοντες, η κοινωνική συμπεριφορά, μπορεί να αλλάξει επειδή τα καθαρότερα κτίρια «είναι αυτά που αναζητούν όλο και περισσότερο οι ενοικιαστές γραφείων και οι αγοραστές κατοικιών».
Το πρώτο κτίριο στο συγκρότημα, ένας πύργος γραφείων 19 ορόφων που ονομάζεται Arbor, ολοκληρώθηκε το 2023 και είναι ήδη ενοικιασμένο ή υπό προσφορά σε ποσοστό μεγαλύτερο του 75%, ενώ μεταξύ των μισθωτών είναι και η εταιρεία συμβούλων για θέματα περιβάλλοντος Carbon Trust.
Το δίκτυο πέμπτης γενιάς είναι η πιο πρόσφατη έκδοση της τηλεθέρμανσης, μια προσέγγιση που πρωτοπαρουσιάστηκε εμπορικά στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1870, στην οποία τα κτίρια θερμαίνονταν μέσω ενός κοινού δικτύου σωλήνων αντί να έχουν δικούς τους λέβητες ή σόμπες.
Οι πρώτες εκδόσεις χρησιμοποιούσαν έναν κεντρικό κλίβανο για τη διανομή ατμού έως και 390 βαθμούς Φαρενάιτ, αργότερα οι διαδοχικές γενιές τηλεθέρμανσης μείωσαν τις θερμοκρασίες για να μειώσουν την ποσότητα θερμότητας που χάνεται από τους σωλήνες.
«Αυτές οι υψηλές θερμοκρασίες είναι ο λόγος για τον οποίο οι διάδρομοι και τα λόμπι πολλών υφιστάμενων κτιρίων πάντα υπερθερμαίνονται – είναι τυπικό να χάνεται το 20% έως το 40% της ενέργειας που παράγεται», δήλωσε ο Giovanni Festa, διευθυντής έργου της Sweco, της σουηδικής εταιρείας συμβούλων μηχανικών που είχε την επίβλεψη του σχεδιασμού του ενεργειακού συστήματος στο Bankside Yards.
Ένα δίκτυο πέμπτης γενιάς είναι επίσης γνωστό ως σύστημα περιβάλλοντος βρόχου (ambient loop system), επειδή το νερό στους σωλήνες δεν είναι πολύ πάνω από την κανονική εξωτερική θερμοκρασία. Στο Bankside Yards το νερό είναι κάτω από τους 77 βαθμούς Φαρενάιτ. Οι διαχειριστές του συγκροτήματος έχουν διαπραγματευτεί συμφωνίες προμήθειας με παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές για τις αντλίες θερμότητας των διαμερισμάτων, οι οποίες έχουν το μέγεθος μικρών ψυγείων και είναι κρυμμένες σε ηχομονωμένα ντουλάπια.
Ο Φέστα σημείωσε ότι οι ενεργειακές απαιτήσεις του κτιρίου Arbor έχουν μειωθεί περαιτέρω χάρη στα υψηλής ποιότητας τζάμια και τη σχεδίαση παραθύρων, έτσι ώστε να χρησιμοποιεί 30% λιγότερη ενέργεια από τα τρέχοντα πρότυπα βέλτιστων πρακτικών.
Με την ολοκλήρωση του Bankside Yards το 2029, οι διαχειριστές των εγκαταστάσεων θα επανεξετάσουν τα δεδομένα απόδοσης για να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος.
Ένα άλλο μεγάλο σύστημα περιβάλλοντος βρόχου κατασκευάζεται στο σύμπλεγμα 1.600 διαμερισμάτων, το Silvertown στο Ανατολικό Λονδίνο, αλλά σχεδόν μια δεκαετία μετά την πρώτη αναφορά του όρου «πέμπτη γενιά» από ερευνητές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα αντίστοιχα έργα παραμένουν ελάχιστα.
Έκθεση για τα συστήματα τηλεθέρμανσης από τη Σχολή Μηχανικών του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ εντόπισε 74 δίκτυα πέμπτης γενιάς στη Γερμανία, 16 στην Ελβετία και μικρότερους αριθμούς αλλού, συμπεριλαμβανομένων τριών στην Κίνα.
Ένα από τα μεγαλύτερα έργα στις Ηνωμένες Πολιτείες που χρησιμοποιεί τέτοιο σύστημα και αντλίες θερμότητας είναι το συγκρότημα κατοικιών Whisper Valley στο Ώστιν του Τέξας, το οποίο σχεδιάζει τελικά να έχει 7.500 σπίτια.
Ενώ το κόστος θα ποικίλλει μεταξύ κάθε έργου, ο Φέστα τονίζει ότι η εγκατάσταση ενός συστήματος πέμπτης γενιάς μπορεί να κοστίσει ελαφρώς περισσότερο από ένα παλαιότερο σύστημα φυσικού αερίου, αλλά οποιαδήποτε επιπλέον επένδυση θα ανακτηθεί από την εξοικονόμηση ενέργειας.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ένωση Αντλιών Θερμότητας, 60.000 αντλίες θερμότητας πωλήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2023, σε σύγκριση με 720.000 στη Γαλλία, η οποία έχει λίγο μεγαλύτερο πληθυσμό, βοηθώντας τη Γαλλία να μειώσει τις εκπομπές θέρμανσης περισσότερο από 10 φορές πιο γρήγορα.
Ο πρώην γενικός γραμματέας της ένωσης, Thomas Nowak, στέλεχος, πλέον, στην Qvantum, σουηδική εταιρεία που προωθεί τα συστήματα πέμπτης γενιάς, πιστεύει ότι αυτά ανήκουν «στο κέντρο κάθε πόλης», αλλά η έλλειψη γνώσης των υπευθύνων χάραξης πολιτικής καθώς και των απλών καταναλωτών παραμένουν εμπόδιο.
Η αίσθηση ότι η θέρμανση είναι μια ατομική και όχι συλλογική υπόθεση «δεν υφίσταται μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο», είπε ο Nowak, σημειώνοντας ότι η γερμανική κυβέρνηση δυσκολεύτηκε πέρυσι όταν προσπάθησε να επιβάλει σχετικές μεταρρυθμίσεις.
«Πιθανώς οι λόγοι να πρέπει να αναζητηθούν στο πολύ μακρινό παρελθόν που αποφάσιζες ποιος ανάβει φωτιά στη σπηλιά σου», σημείωσε και πρόσθεσε ότι «ίσως στο παρελθόν να κάναμε τα πάντα μόνοι μας, αλλά τώρα έχουμε την ευκαιρία να μοιραστούμε πολύ καλύτερες λύσεις με τρόπο πιο αποτελεσματικό για όλους».