Περισσότερη στήριξη σε ζητήματα ενεργειακής μετάβασης και διατήρησης των λογαριασμών ρεύματος σε προσιτά επίπεδα, περιμένουν, στην πλειονότητά τους οι Ευρωπαίοι από την πολιτική της ΕΕ για την ενέργεια.

Σύμφωνα με μεγάλη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, και εστιάζοντας στις απαντήσεις που έδωσαν οι συμμετέχοντες από την Ελλάδα, όταν κλήθηκαν να απαντήσουν τι σημαίνει γι’ αυτούς ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική, κυριαρχεί η διασφάλιση οικονομικών τιμών για τους καταναλωτές, με ποσοστό 51%, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ είναι 40%.

Θετικότερη άποψη από τον μέσο όρο στην ΕΕ, έχουν οι Έλληνες για τον ρόλο της Ένωσης στην στήριξη περαιτέρω επενδύσεων στις ΑΠΕ, με 38% έναντι 35%, στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων (35% στην Ελλάδα έναντι 22% ΕΕ) και στην διασφάλιση ότι οι τιμές θα είναι όσο το δυνατόν πιο προσιτές.

Ως προς τις προτεραιότητες προκειμένου να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα έως το 2050, με επίκεντρο τα ενεργειακά μέτρα, οι Έλληνες βάζουν στην πρώτη θέση την ποικιλία στο ενεργειακό μίγμα, ακολουθεί η εξοικονόμηση ενέργειας και στην τρίτη θέση έρχεται η ηλεκτροδότηση με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή πηγές χαμηλού άνθρακα σε κάθε πτυχή χρήσης ενέργειας, όπως οι μεταφορές, η θέρμανση και η ψύξη.

Η επιλογή για περαιτέρω ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων και των μικρών, τοπικών πυρηνικών αντιδραστήρων, βρίσκεται πολύ χαμηλά ως επιλογή μεταξύ των συμμετεχόντων στην έρευνα από την Ελλάδα καθώς έχει ποσοστό 13% έναντι 32% στην ΕΕ.

Ως προς τα μέτρα διασφάλισης προσιτών τιμών στην ενέργεια, οι Έλληνες ζητούν με ποσοστό 78% στήριξη μέτρων υπέρ των ενεργειακά φτωχών νοικοκυριών και κατά 45% μέτρα που διευκολύνουν την αυτοπαραγωγή και κατανάλωση ΑΠΕ, ποσοστό που υπολείπεται από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (50%).

Πόσο όμως έχουν αλλάξει τις προσωπικές τους συνήθειες οι Έλληνες, προκειμένου να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας; Η απάντηση είναι ότι αλλαγές έχουν γίνει, κυρίως στον σπίτι, αλλά αυτές υπολείπονται του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Σύμφωνα πάντα με όσους συμμετείχαν στην έρευνα, έχουν αλλάξει – λίγο έως πολύ- τις συνήθειές τους για να μειώσουν την κατανάλωση εντός σπιτιού, την τελευταία 5ετία σε ποσοστό 70%, έναντι 77% του ευρωπαϊκού μ.ο., στον τρόπο μετακίνησης σε ποσοστό 45%, έναντι 55% στην ΕΕ και 26% στον χώρο εργασίας, έναντι 41% στην ΕΕ.

Επίσης, το 61% των ερωτηθέντων από την Ελλάδα πιστεύει ότι δεν ληφθεί κανένα μέτρο μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας στην μέρος που ζει, γεγονός που αποδίδει σε ποσοστό 68% σε οικονομικούς λόγους, σε ποσοστό 23% γιατί δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί και σε ποσοστό 13% γιατί σχετικές αποφάσεις ήταν αρμόδιοι να λάβουν οι ιδιοκτήτες του σπιτιού ή οι συνιδιοκτήτες του κτιρίου.

Σε επίπεδο ΕΕ και σε ό,τι αφορά το μέλλον, οι συμμετέχοντες στην έρευνα ζήτησαν ακόμη περισσότερες προσπάθειες σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο για να καταστούν οι τιμές της ενέργειας πιο προσιτές. Η μεγάλη πλειονότητα όσων απάντησαν (77 %) δηλώνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να έχει ισχυρότερο συντονιστικό ρόλο σε ενεργειακά θέματα, ανάλογα με τις διαφορετικές περιστάσεις.

Το 79% των ερωτηθέντων συμφωνούν ότι οι στόχοι για το κλίμα θα δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας και θα προσελκύσουν επενδύσεις στον τομέα της καθαρής ενέργειας. Το 76% πιστεύει ότι οι πολιτικές θα μειώσουν την εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας και το 69% πιστεύει ότι θα εξασφαλίσουν μειωμένους λογαριασμούς για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Για να εξασφαλιστεί η επίτευξη αυτών των στόχων, το 62 % δήλωσε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να διαφοροποιήσει τις ενεργειακές της πηγές, μεταξύ άλλων επενδύοντας σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, και το 54 % δήλωσε ότι θα πρέπει να εξοικονομήσουμε ενέργεια όπου είναι δυνατόν.