Της Τέτης Ηγουμενίδη
Κινδυνεύει να μην φτάσει το στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την ψηφιακή ετοιμότητα των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜμΕ) στο πλαίσιο της Ψηφιακής Δεκαετίας 2030 η Ελλάδα. Και αυτό παρά την πρόοδο που σημειώνεται τα τελευταία χρόνια.
Η έρευνα του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, σε συνεργασία με την Cosmote, «Η Ψηφιακή Ετοιμότητα των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων στην Ελλάδα – 2024» αναδεικνύει ότι ο κύριος ανασταλτικός παράγοντας στη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών είναι οι χρηματοοικονομικοί πόροι (70%).
Ωστόσο, το παράδοξο είναι ότι μόνο το 25% των ΜμΕ αξιοποίησε τις σχετικές επιχορηγήσεις – επιδοτήσεις.
Ο Θάνος Φαλάγγας, Διευθυντής B2B Marketing, CRM & Channel Management Ομίλου ΟΤΕ σχολιάζοντας την έλλειψη ενδιαφέροντος για τις επιδοτήσεις, κατά την παρουσίαση χθες της εν λόγω έρευνας, σημείωσε πως το πρόγραμμα «Ψηφιακά εργαλεία Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων» δίνει το 90% της δαπάνης. «Πρόκειται για ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό που δεν υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως έχω συζητήσει με τους συναδέλφους μου στον όμιλο της Deutsche Telekom» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Βάσει της έρευνας 1 στους 3 δεν γνώριζε την ύπαρξη του σχετικού προγράμματος και 2 στους 10 δεν συμμετέχουν λόγω της γραφειοκρατίας. Πρόκειται για απαντήσεις που θα πρέπει να προβληματίσουν τους φορείς εκπόνησης των προγραμμάτων.
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ιδρυτή του ELTRUN, Γιώργο Δουκίδη, οι πρώτες εκτιμήσεις και η προβολή των στοιχείων στα επόμενα χρόνια, δείχνουν ότι η Ελλάδα (σήμερα στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης σε σχέση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο ως προς την ψηφιακή ωριμότητα των ΜμΕ) δεν θα ανταποκριθεί στο στόχο της ΕΕ για το 2030 (το 90% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να διαθέτει τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας).
Ο Δείκτης Ψηφιακής Ετοιμότητας αποτυπώνει τον βαθμό ψηφιακής ωριμότητας των ΜμΕ (επιχειρήσεις με 1 έως 50 εργαζόμενους) με βάση την υιοθέτηση και χρήση 10 σημαντικών ψηφιακών συστημάτων και υποδομών για κάθε επιχείρηση, όσον αφορά στην ψηφιακή παρουσία και επικοινωνία (ιστοσελίδα, εργαλεία επικοινωνίας), τις ψηφιακές συναλλαγές και προώθηση (ηλεκτρονικό κατάστημα, ψηφιακές καμπάνιες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης), τις ψηφιακές υποδομές (ψηφιακή ασφάλεια, Cloud) και τα διοικητικά συστήματα για τη διαχείριση πόρων (ERP, CRM, IoT ή data analytics ή ΑΙ).
Οι εταιρείες κατατάσσονται, σύμφωνα με την ψηφιακή τους ωριμότητα, σε πέντε εξελικτικά στάδια: 1-2 στοιχειώδες στάδιο (Elementary), 3-4 βασικό (Basic), 5-6 μεσαίο (Medium), 7-9 προχωρημένο (Advanced) και 10 ιδεατό (Ideal).
Με βάση τα ευρήματα της έρευνας παρατηρείται πρόοδος 17%, στο μέσο όρο του δείκτη ψηφιακής ετοιμότητας, σε σχέση με το 2022, από 4,49/10 σε 5,24/10 το 2024. Συγκριτικά με το Μ.Ο. του δείκτη της αντίστοιχης έρευνας του 2020 (4,06/10), η πρόοδος αγγίζει το 29% σε βάθος τετραετίας. Σύμφωνα με την έρευνα, το 39% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμη στα δυο πρώτα στάδια του δείκτη (Elementary και Basic), ενώ το 33% κατατάσσεται στα δύο προχωρημένα στάδια (Advanced και Ideal), με τις ΜμΕ που ανήκουν στo προχωρημένο στάδιο (Advanced), χρήση 7-9 ψηφιακών εργαλείων, να σημειώνουν αύξηση, από 12% το 2020, σε 18% το 2022, φτάνοντας το 32% το 2024. Δηλαδή είχαμε τριπλασιασμό των ποσοστών σε μια τετραετία, χωρίς βεβαίως αυτό να είναι αρκετό.
Ακόμη, από τα στοιχεία της έρευνας φαίνεται πως η ψηφιακή ετοιμότητα επηρεάζεται από το μέγεθος και από τον κλάδο των επιχειρήσεων. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις (με πάνω από 10 εργαζόμενους) και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών τοποθετούνται υψηλότερα στον δείκτη (με Μ.Ο. 5,76), με τους κλάδους του εμπορίου (Μ.Ο. 5,37), των επιστημονικών δραστηριοτήτων (Μ.Ο. 5,31) και της βιομηχανίας – μεταποίησης (Μ.Ο. 5,26) να έπονται. Για παράδειγμα το 47% των ΜμΕ με 10 έως 50 εργαζόμενους βρίσκεται στο προχωρημένο στάδιο (Αdvanced) και μόλις το 26% των ΜμΕ με 1-10 εργαζόμενους.
Στο μεταξύ παρά τη σημαντική αύξηση του δείκτη ψηφιακής ετοιμότητας από το 2020 σε 2022 και 2024, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αξιοποιούν κατά μέσο όρο μόνο το 50% των διαθέσιμων ψηφιακών συστημάτων και τεχνολογιών.
Την ίδια στιγμή η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων και η μη επαρκής παρακολούθηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων παραμένουν σημαντικά ζητήματα για τις επιχειρήσεις, καθώς 1 στους 2 έχει έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων, αλλά μόνο 1 στους 3 παρακολουθεί εκπαιδευτικά προγράμματα.
H εν λόγω έρευνα διεξήχθη με τη μέθοδο των τηλεφωνικών συνεντεύξεων τον Μάιο του 2024. Αντίστοιχες έρευνες είχαν πραγματοποιηθεί το 2022 και το 2020. Στην φετινή έρευνα πραγματοποιήθηκαν συνολικά συνεντεύξεις με 400 μικρομεσαίες επιχειρήσεις πανελλαδικά.