Τη σημαντική εξάρτηση που έχει η χώρα μας από τα ορυκτά καύσιμα, τη δυσκολία που αντιμετώπισαν αρκετά νοικοκυριά να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος το 2023 καθώς και τη χαμηλή διείσδυση των έξυπνων μετρητών, επισημαίνει, μεταξύ άλλων, για την Ελλάδα, η Κομισιόν στο πλαίσιο της έκθεσης για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2024.

Τα ορυκτά καύσιμα συμμετέχουν με 83% στο ενεργειακό μίγμα της Ελλάδας, έναντι 69% στην ΕΕ, ενώ οι ΑΠΕ αντιπροσωπεύουν το 17%. Σε ό,τι αφορά το ηλεκτρικό μίγμα, στη χώρα μας τα ορυκτά καύσιμα αντιστοιχούν σε ποσοστό 57,2% και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κατέχουν το υπόλοιπο 42,8%, ποσοστό υψηλότερο σε επίπεδο ΕΕ που ανέρχεται σε 39,4%.

Η έκθεση αποτυπώνει, επίσης, τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν τα νοικοκυριά στην Ελλάδα το 2023 με τους λογαριασμούς ρεύματος, καθώς το 32,9% είχε πρόβλημα στην κάλυψή τους, ενώ το 19,2% δεν κατάφερε να εξασφαλίσει επαρκή ζέστη στο σπίτι του κατά τη διάρκεια των πιο ψυχρών περιόδων του έτους. Μάλιστα, τα ποσοστά αυτά καταγράφουν επιδείνωση σε σύγκριση με το 2021 που κυμαίνονταν σε 25,3 και 17,5% αντίστοιχα.

Σημειώνεται ότι, το 76% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας για τις κατοικίες της χώρας αφορούσε θέρμανση και ψύξη, με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας να συμβάλλουν περίπου 31% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας για σε αυτή την κατεύθυνση.

Σύμφωνα με την έκθεση για την Ελλάδα, τα ευρήματα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη για αύξηση του ποσοστού και του βάθους της ανακαίνισης κτιρίων, ειδικά εκείνων που έχουν τη χειρότερη απόδοση.

Ειδικότερα για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, η έκθεση επισημαίνει, ότι το 2022 η τελική ενεργειακή κατανάλωση στον τομέα των κατοικιών ανήλθε σε 4,2 Mtoe, αυξημένη κατά 1% σε σχέση με το 2021 και στον τομέα των υπηρεσιών 1,8 Mtoe με αύξηση 2,6%.

 

Ζητούμενο οι έξυπνοι μετρητές

Η Ελλάδα χρειάζεται, επίσης, να «τρέξει» στο ζήτημα σε ό,τι αφορά την τοποθέτηση έξυπνων μετρητών ηλεκτρικής ενέργειας, όπως προκύπτει, αν και η τελευταία έκθεση παρακολούθησης της αγοράς δεν παρέχει στοιχεία σχετικά με το ποσοστό των νοικοκυριών που έχουν εξοπλιστεί με αυτούς, σύμφωνα με την Κομισιόν.

Σύμφωνα με το σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Ελλάδα προωθεί τη διείσδυση έξυπνων μετρητών, στην πραγματικότητα αυτή παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή. Η πιο πρόσφατη ενημέρωση ανέφερε ότι έχουν εγκατασταθεί περίπου 420.000 έξυπνοι μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμα κι έτσι όμως το ποσοστό της διείσδυσης είναι 5,6% στη χαμηλή τάση. Το ποσοστό αυτό τοποθετεί την Ελλάδα μεταξύ των χωρών με το χαμηλότερη απόδοση στην υιοθέτηση του μέτρου, ενώ υπολείπεται σημαντικά από τον στόχο της ΕΕ για την τοποθέτηση έξυπνων μετρητών σε ένα ποσοστό τουλάχιστον 80%.

Τεχνολογίες μηδενικών εκπομπών

Τα καλά νέα για την Ελλάδα έρχονται στον τομέα των τεχνολογιών μηδενικών εκπομπών, παρότι, ιστορικά, η χώρα μας στηρίζεται στις εισαγωγές για την κάλυψη των αναγκών της.

Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας εμφανίστηκαν πρωτοβουλίες, ειδικά στην εφοδιαστική αλυσίδα κατασκευής αιολικών ροτόρων και μπαταριών. Η Κομισιόν, στην έκθεσή της, δεν κατονομάζει τις εταιρείες, χαρακτηρίζει, όμως, αξιοσημείωτη τη δράση μεσαίου μεγέθους χαλυβουργικής εταιρείας που παράγει εξειδικευμένα εξαρτήματα, αναγκαία για την ανάπτυξη υποστηρικτικών κατασκευών για ανεμογεννήτριες υπεράκτιων αιολικών πάρκων.

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται ακόμα σε εργοστάσιο παραγωγής του αιολικού ρότορα EW16 καθώς και σε εργοστάσιο παραγωγής πύργων, με δυνατότητα κατασκευής έως και 450 μονάδων ετησίως. Τα πιο …θερμά λόγια της η έκθεση τα επιφυλάσσει για ελληνική εταιρεία με εξειδίκευση στην ανάπτυξη, παραγωγή και διανομή μπαταριών αιχμής και συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας και φόρτισης.

Αναγνωρίζοντας ότι πολλές εταιρείες κατασκευής φωτοβολταϊκών έχουν πληγεί και αρκετές έχουν κλείσει, λόγω του σκληρού ανταγωνισμού από τις αντίστοιχες κινέζικες εταιρείες, η Κομισιόν παρατηρεί ότι στον αντίποδα βρίσκεται η ελληνική εταιρεία.

Μάλιστα, όπως σημειώνει, η εταιρεία – που επίσης δεν κατονομάζεται – έχει αναδειχθεί στον τρίτο μεγαλύτερο κατασκευαστή μπαταριών στην παγκόσμια βιομηχανία μπαταριών κινητήριας ενέργειας, με ετήσιες πωλήσεις περίπου 1 δισ. ευρώ και σχεδόν 3.100 εργαζόμενους.