Τη σημασία που πρέπει να δοθεί στην ελληνική παραγωγή προϊόντων και τη μεταποίηση επισήμαναν δύο βορειοελλαδίτες επιχειρηματίες από το χώρο της βιομηχανίας Τροφίμων, ο Νίκος Πέντζος της «ΖΑΝΑΕ» και ο Χρήστος Ωνάσης της ομώνυμης Βιομηχανίας Τροφίμων «ΩΝΑΣΗΣ Α.Ε.» σε μια συζήτηση που φιλοξενήθηκε στο ΕΤΒΑVIPEStudio, το τηλεοπτικό στούντιο που έστησαν σε συνεργασία, η ΕΤΒΑ ΒΙ.ΠΕ. ΑΕ και το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ), εντός της Βιομηχανικής Περιοχής στη Σίνδο Θεσσαλονίκης.
Αμφότερες οι επιχειρήσεις είναι εγκατεστημένες μέσα στο Βιομηχανικό Πάρκο της Σίνδου.
Ο κ.Πέντζος μάλιστα έδωσε ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στο θέμα «εκτιμώντας πως η σημερινή κυβέρνηση και κάθε κυβέρνηση πρέπει να κάνει την μεταποίηση άξονα της αναπτυξιακής της πολιτικής».
Οι δύο βιομηχανίες που λανσάρουν στην εγχώρια και ξένη αγορά παρόμοια προϊόντα έχουν πολύχρονη επιχειρηματική παρουσία στον χώρο των επιχειρήσεων. Η «ΖΑΝΑΕ» δραστηριοποιείται από το 1930 ενώ η νεότερή της, η «ΩΝΑΣΗΣ ΑΕ» από το 1964.
Και οι δυο έχουν έντονα εξαγωγικό προσανατολισμό. Ο κ.Ωνάσης είπε ότι μέχρι και πριν από μερικά χρόνια, το 95% των προϊόντων που παρήγαγε η επιχείρησή τους (έτοιμα μαγειρεμένα φαγητά σε κουτί και βάζο) έφευγε στο εξωτερικό. Σήμερα το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 65% κι αυτό γιατί αυξήθηκε κατά πολύ η εγχώρια ζήτηση.
Αντίστοιχα η ΖΑΝΑΕ, όπως είπε ο κ.Πέντζος εξάγει σήμερα το 70% του κύκλου εργασιών της, κυρίως σε Ευρώπη, Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Ιαπωνία. «Έχουμε σαν μοντέλο ανάπτυξης την εξωστρέφεια» τόνισε.
Ο ίδιος είπε πως σε κάποιες περιπτώσεις δεν επαρκούν οι ελληνικές πρώτες ύλες και γι αυτό καταφεύγουν σε εισαγωγές. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα με τα αμπελόφυλλα όπου η εγχώρια παραγωγή (κυρίως από Κρήτη) δεν μπορεί να καλύψει τη ζήτηση και γίνονται εισαγωγές.
Αναφερόμενοι στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ελληνικές βιομηχανίες, και οι δύο τόνισαν την έλλειψη προσωπικού. «Υπάρχει σοβαρή έλλειψη σε όλες τις βαθμίδες, από ανειδίκευτους μέχρι εξειδικευμένους» είπαν κάνοντας λόγο και για μεγάλη φυγή δυναμικού προς δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
«Σήμερα που μιλάμε αν έβρισκα 20 διαθέσιμους μηχανικούς και ηλεκτρολόγους θα τους έπαιρνα να εργαστούν στην επιχείρηση» είπε εμφαντικά ο κ.Πέντζος ενώ συμπλήρωσε πως «οι βιομηχανίες επενδύσουν σοβαρά στο ανθρώπινο δυναμικό».
Το μεγάλο στοίχημα που έχουν να κερδίσουν σήμερα οι ελληνικές βιομηχανίες τροφίμων είναι, , κατά τους δύο εκπροσώπους του κλάδου , η διατήρηση της παραγωγής ανταγωνιστικών και ποιοτικών προϊόντων. Τα χρόνια της κρίσης και τα τελευταία χρόνια των πολέμων η κατάσταση έγινε πιεστική καθώς το κόστος των πρώτων υλών μεταβάλλονταν προς τα επάνω σχεδόν κάθε 15 ημέρες. Την ίδια ώρα οι ελληνικές επιχειρήσεις είχαν να ανταγωνιστούν αγορές όπως της Τουρκίας, της Κίνας ή των Βαλκανίων που έμπαιναν στην αγορά με σημαντικά χαμηλότερα κόστη παραγωγής.
Ερωτώμενοι για τη σημασία της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και των πρακτικών προστασίας του περιβάλλοντος και οι δυο αναγνώρισαν τη σημασία τους. «Γενικότερα οι σύγχρονες επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τη σημασία της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης και δέχονται να επιστρέφουν ένα μέρος των κερδών τους στην Κοινωνία, ενώ παράλληλα προσπαθούν να γίνονται όσο το δυνατόν πιο «πράσινες» είπε ο κ.Πέντζος. Ο ίδιος σε ερώτηση για το πόσο καιρό μπορεί να κάνει ένα προϊόν για να φτάσει από τη σύλληψή του (ως ιδέα) στο ράφι είπε ότι εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Μπορεί να κάνει και δύο ή τρία χρόνια ή μπορεί και να μην φτάσει ποτέ!