Τις προτάσεις της Περιφέρειας Θεσσαλίας για την αντιπλημμυρική θωράκιση της περιοχής έναντι μελλοντικών κινδύνων, αλλά και για τον εξορθολογισμό της διαχείρισης του νερού, παρουσίασε σήμερα ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας Δημήτρης Κουρέτας, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Ο κ. Κουρέτας αναφέρθηκε στα ζητήματα της Θεσσαλίας, τον τρόπο διαχείρισής τους και τις ενέργειες που προτείνει η περιφέρεια στην κυβέρνηση, σε συνδυασμό, όπως είπε, με την πρόταση που έχει ήδη καταθέσει η ολλανδική εταιρεία HVA.
Ο κ. Κουρέτας τόνισε ότι υπάρχουν αρκετά σημεία συμφωνίας ανάμεσα στις προτάσεις των δύο πλευρών, ξεχώρισε ωστόσο ως θέμα διαφωνίας το ζήτημα της κατασκευής σήραγγας από την Κάρλα προς το Αιγαίο (περιοχή Καμάρι), τονίζοντας, πέραν του ζητήματος της μόνιμης θωράκισης της Θεσσαλίας, και την οικολογική διάσταση του προτεινόμενου έργου, σημειώνοντας πως «σε κάθε περίπτωση είναι περιβαλλοντικά πιο σωστό να μεταφέρονται τα νερά σε μια ανοιχτή θάλασσα, όπως το Αιγαίο, αντί για τον Παγασητικό».
Αναλυτικότερα, ο κ. Κουρέτας παρουσίασε τις προτάσεις της επιστημονικής ομάδας που συστάθηκε για το λόγο αυτό, σε συνεργασία με το δυναμικό του υπηρεσιακού μηχανισμού της περιφέρειας και των συνεργαζόμενων μηχανικών.
Όπως ειπώθηκε, «η Θεσσαλία αποτελεί τη μεγαλύτερη πεδιάδα της χώρας και το κέντρο της ελληνικής αγροτικής παραγωγής. Παρά ταύτα, η θεσσαλική γεωργία απειλείται άμεσα από 4 κινδύνους»:
Ο πρώτος αφορά, σύμφωνα με την πρόταση, «τον συνεχιζόμενο κίνδυνο πλημμυρών και καταστροφής του 50% των καλλιεργειών στα πλέον γόνιμα πεδινά και αρδευόμενα εδάφη, από φαινόμενα όπως ο “Daniel” που ενδέχεται να είναι συχνότερα στο μέλλον δεδομένης της κλιματικής κρίσης».
Ο δεύτερος κίνδυνος αφορά «την δραματική μείωση διαθεσιμότητας του αρδευτικού νερού λόγω υποβάθμισης των υδροφορέων, κυρίως στην ανατολική πεδιάδα της Λάρισας». Όπως σημειώνεται στις προτάσεις της Περιφέρειας Θεσσαλίας, «χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μείωση της βαμβακοκαλλιέργειας (αρδευόμενης) κατά 540.000 στρ. την τελευταία 20ετία, που συνολικά μειώθηκε στα 840.000 στρ. ενώ παραδοσιακά στον κάμπο καλλιεργούνταν 1,5 εκατ. στρέμματα εδώ και πολλές 10ετίες».
Επίσης, τονίστηκε πως «σημαντικό αρνητικό αποτέλεσμα αποτελεί και η μειωμένη παραγωγή κτηνοτροφών (καλαμποκιού, μηδικής κλπ) και η υποβάθμιση της κτηνοτροφικής παραγωγής».
Τρίτος κίνδυνος, σύμφωνα με την Περιφέρεια Θεσσαλίας, είναι «η διάβρωση και ερημοποίηση τεράστιων επικλινών εκτάσεων, λόγω αποψίλωσης και υποβάθμισης του εδάφους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στον Ν. Λάρισας, η εγκατάλειψη 750.000 στρ. από σιτηρά την τελευταία 20ετία».
Ο τέταρτος κίνδυνος αφορά «την υποβάθμιση της γονιμότητας των περισσότερων εδαφών κάτω από μη αειφορική καλλιέργεια, με συνεπακόλουθη τεράστια αύξηση των εισροών και του νερού και τελικά τη μείωση της παραγωγικότητας και εγκατάλειψη της αρδευόμενης καλλιέργειας».
Αναφορικά με το ζήτημα της αντιπλημμυρικής προστασίας και την μεσο-μακροπρόθεσμη διαχείριση των υδάτινων πόρων, ο κ. Κουρέτας παρουσιάζοντας τις προτάσεις της Περιφέρειας Θεσσαλίας, τόνισε πως «η καταστροφική πλημμύρα έγινε και εξ αιτίας του πρωτοφανούς φαινομένου “Daniel” αλλά και γιατί δεν έγιναν όσα έπρεπε για να μειωθούν οι συνέπειες αυτού», για να συμπληρώσει ότι «η κακή κατάσταση των αναχωμάτων που οδήγησαν στη θραύση τους σε πολλά σημεία και το πλημμύρισμα της Κάρλας, αποτελούν αιτίες πολλαπλασιασμού των καταστροφικών συνεπειών».
Παράλληλα τόνισε, πως φαινόμενα όπως ο «Daniel» θα συμβαίνουν συχνότερα λόγω κλιματικής κρίσης και πως οι μελέτες και τα διαχειριστικά σχέδια πρέπει να διορθωθούν και να αναπροσαρμοστούν στη βάση των νέων δεδομένων.
Επίσης παρουσιάστηκαν και οι δράσεις άμεσης προτεραιότητας της διεπιστημονικής επιτροπής της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Αυτές είναι η επισκευή και αναβάθμιση συστήματος αντιπλημμυρικών αναχωμάτων, ο επανασχεδιασμός γεφυρών για να δοθεί ο απαιτούμενος χώρος στον Πηνειό ποταμό, η εκβάθυνση της κοίτης του Πηνειού και παραποτάμων, με πλήρη καθαρισμό του πεδίου πλημμυρών από καλλιέργειες, ιδίως πολυετείς, και κάθε εμπόδιο στην απρόσκοπτη ροή του νερού και η δημιουργία περιοχών συγκράτησης πλεονάζοντος νερού με ελεγχόμενη πλημμύριση και αποστράγγιση της περιοχής μεταξύ αναχωμάτων.
Επίσης ο κ. Κουρέτας αναφέρθηκε και στην (νέα) λίμνη Κάρλαμ ως ταμιευτήρα για άρδευση και εκτόνωση πλημμύρας.
Όπως σημείωσε, η πρόταση της περιφέρειας αφορά την διάνοιξη σήραγγας ικανής διατομής από το ΒΑ τμήμα της Κάρλας για την εκροή των υδάτων στο Αιγαίο, πλησίον της περιοχής του Καμαρίου ή σε θέση που θα υποδειχθεί κατόπιν μελέτης.
Επίσης, η πρόταση της περιφέρειας αφορά και την κατασκευή τάφρου μεταφοράς νερού από την περιοχή της Γυρτώνης, δια βαρύτητας, προς την νέα Κάρλα, αλλά και επέκταση της λίμνης (ταμιευτήρα) Κάρλα στα 60.000 στρ. με βάθος 4,5 μ και 270 εκατ. κυβικά μέτρα. Από αυτά, περί τα 100 εκατ. κ.μ. θα χρησιμοποιηθούν για την άρδευση περί τα 230.000 στρ. βαμβακιού ή άλλων καλλιεργειών παραπλήσια χαμηλών υδατικών αναγκών.
«Οι διαθέσιμοι και χρησιμοποιούμενοι υδατικοί πόροι στο υδατικό διαμέρισμα Θεσσαλίας είναι τα υπόγεια νερά (το 70% των αρδευόμενων εκτάσεων εξυπηρετείται από 33.000 γεωτρήσεις) και τα επιφανειακά νερά (ποταμοί, πηγές και νερά που ταμιεύονται κάθε χρόνο σε φράγματα-ταμιευτήρες και λιμνοδεξαμενές και εξυπηρετούν το υπόλοιπο 30% των εκτάσεων)» αναφέρει η πρόταση της Περιφέρειας Θεσσαλίας.
Σύμφωνα με τον κ. Κουρέτα, η νέα περιφερειακή Αρχή έχει ως βασική της επιδίωξη την επίτευξη των διαχρονικών στόχων του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών Θεσσαλίας και ειδικότερα την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών 2,5 εκατ. στρεμμάτων, τον μηδενισμό του προσδιορισμένου υδατικού ελλείμματος των 465 hm3 νερού, την επίτευξη «καλής» κατάστασης των υδάτων.
Όπως αναφέρεται στην πρόταση της Περιφέρειας Θεσσαλίας, «η αντιμετώπιση του υδατικού προβλήματος θα γίνει σε τρεις συνιστώσες».
Η πρώτη αφορά την μείωση της σπατάλης αρδευτικού νερού. Σε αυτό το πνεύμα εκτιμάται πως ο περιορισμός της σπατάλης νερού και του ετήσιου ελλείμματος κατά τουλάχιστον 200 εκατ. κ.μ. νερού, θα επιτευχθεί με α) την αντικατάσταση ανοικτών με κλειστούς αγωγούς μεταφοράς νερού β) την καθολική επέκταση της στάγδην άρδευσης, και γ) την εφαρμογή ορθών γεωργικών πρακτικών.
Τέλος, παρουσιάστηκαν και τα δρομολογημένα έργα, όπως τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής νερού του ταμιευτήρα Κάρλας, και τα φράγματα Αγιονερίου, Ληθαίου, Ναρθακίου, Κακλιτζόρεμα Δελερίων, Αμπελακίων, Αγιοκάμπου, Μπελμά και ταμιευτήρα Ξεριά Αλμυρού.
Επίσης, δρομολογημένα έργα, σύμφωνα με τον κ. Κουρέτα, «είναι έργα που άρχισαν πριν αρκετά χρόνια, υλοποιούνται με βραδείς ρυθμούς ή/και είναι στάσιμα για διάφορους λόγους, άλλα που θα συμβάλλουν στη μείωση του υδατικού ελλείμματος κατά σημαντικό ποσοστό», αλλά και πρόσθετα περιφερειακά έργα που χαρακτηρίζονται από χαμηλό ή και μηδενικό βαθμό ωριμότητας με άγνωστο ή και πλασματικό προϋπολογισμό και άγνωστο χρόνο υλοποίησης, αν δεν αλλάξει ριζικά το θεσμικό πλαίσιο υλοποίησής τους».
Μεταξύ αυτών, όπως αναφέρθηκε στην συνέντευξη Τύπου, είναι και το φράγμα Ενιπέα Φαρσάλων ή Παλιοδερλί, που εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης και έχει πιθανότητες να κατασκευασθεί μέχρι το 2027.
Τέλος, ο κ. Κουρέτας αναφέρθηκε και στα αναγκαία έργα ορεινής υδρονομίας που αφορούν την κατασκευή μικρών φραγμάτων ανάσχεσης ροής «για να αυξηθεί η κατείσδυση νερού στο έδαφος και ο εμπλουτισμός των υπογείων υδροφορέων, ο έλεγχος διάβρωσης και η αειφορική διαχείριση των δασών και της βιοποικιλότητας των ορεινών οικοσυστημάτων».