Οι τρεις τελευταίοι μήνες ήταν οι πιο ζεστοί που έχουν καταγραφεί ποτέ στον κόσμο, με τον Φεβρουάριο να εντάσσεται σε σειρά εννέα διαδοχικών μηνιαίων ρεκόρ ζέστης, λόγω των συνεχιζόμενων εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και του κλιματικού φαινομένου Ελ Νίνιο, σύμφωνα με το Copernicus.
Όπως υπογραμμίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο καταγράφει στο τελευταίο μηνιαίο δελτίο που έδωσε χθες στη δημοσιότητα νέα σειρά συγκλονιστικών στοιχείων: με μέση θερμοκρασία αέρα 13,54 βαθμών Κελσίου, ο Φεβρουάριος που πέρασε είχε θερμοκρασία 1,77 βαθμό Κελσίου πάνω από αυτή ενός μέσου Φεβρουαρίου την περίοδο 1850-1900.
Επίσης είχε υψηλότερη θερμοκρασία κατά 0,12 βαθμό Κελσίου από αυτή του Φεβρουαρίου του 2016 που είχε καταγραφεί το προηγούμενο ρεκόρ υψηλής θερμοκρασίας για τον μήνα αυτόν.
Σε τέσσερις ημέρες, από τις 8 ως τις 11 Φεβρουαρίου, οι θερμοκρασίες ξεπέρασαν κατά περισσότερο από 2 βαθμούς Κελσίου αυτές της προβιομηχανικής περιόδου –πράγμα το οποίο δεν σημαίνει ωστόσο ότι ο κόσμος έφτασε στο ανώτατο όριο που ορίστηκε από την συμφωνία του Παρισιού, το οποίο αφορά τη μέση θερμοκρασία για δεκαετίες.
Τους τελευταίους 12 μήνες, ο κόσμος γνώρισε θερμοκρασία υψηλότερη κατά 1,56 βαθμό Κελσίου από τη μέση θερμοκρασία του 19ου αιώνα, κάτι που αποτελεί νέο ρεκόρ.
Ο Φεβρουάριος του 2024 αντιπροσωπεύει ως εκ τούτου τον 9ο διαδοχικό μήνα που καταρρίπτεται το μηνιαίο ρεκόρ θερμοκρασίας, υπογραμμίζει το Copernicus. Ο χειμώνας στο βόρειο ημισφαίριο (από Δεκέμβριο ως Φεβρουάριο) ήταν ως εκ τούτου ο πιο ζεστός στον κόσμο, μετά τους τρεις πιο ζεστούς μήνες του φθινοπώρου και του καλοκαιριού.
Αξιοσημείωτα υψηλές θερμοκρασίες καταγράφηκαν σε όλον τον κόσμο, από τη Βόρεια Αμερική ως το Βιετνάμ, το Μαρόκο και το μεγαλύτερο μέρος της Νότιας Αμερικής. Ωστόσο η Ευρώπη ξεχώρισε.
Η Γηραιά Ήπειρος αντιμετώπισε τον φετινό χειμώνα εξαιρετική ζέστη, με θερμοκρασίες 3,30 βαθμών Κελσίου πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα (1991-2020) και με ακόμη πιο ασυνήθιστη κατάσταση στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Ελ Νίνιο και Λα Νίνια
Η μέση θερμοκρασία των ωκεανών, που καλύπτουν το 70% της Γης, έφτασε σε νέο απόλυτο ρεκόρ, για όλους τους μήνες μαζί, με 21,06 βαθμούς Κελσίου να καταγράφονται τον Φεβρουάριο στην επιφάνεια των θαλασσών (με εξαίρεση τις περιοχές που βρίσκονται κοντά στους πόλους).
Η άνοδος αυτή της θερμοκρασίας απειλεί άμεσα την θαλάσσια ζωή και μπορεί να μειώσει την ικανότητα να απορροφούν τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου οι θάλασσες, οι οποίες απορροφούν το 90% της πλεονάζουσας ενέργειας από την ανθρώπινη δραστηριότητα.
Οι μήνες που πέρασαν επηρεάστηκαν από το φυσικό καιρικό φαινόμενο Ελ Νίνιο, ταυτόσημο πιο υψηλών θερμοκρασιών, το οποίο, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, έφτασε στην κορύφωσή του τον Δεκέμβριο, αλλά μπορεί ακόμη να συνεχιστεί με θερμοκρασίες πάνω από τις φυσιολογικές ως τον Μάιο στην ξηρά.
Ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός σημειώνει ότι υπάρχουν πιθανότητες το Λα Νίνια -το οποίο στον αντίποδα του Ελ Νίνιο φέρνει μείωση των παγκόσμιων θερμοκρασιών- να εξελιχθεί «αργότερα φέτος» έπειτα από ουδέτερες συνθήκες (ούτε το ένα φαινόμενο ούτε το άλλο) μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου.
«Το 2024 βρίσκεται σε πορεία να είναι άλλη μια πολύ ζεστή χρονιά, ενδεχομένως μια χρονιά ρεκόρ, αλλά οι πιθανότητες αυτό να συμβεί θα μπορούσαν να μειωθούν αν οδηγηθούμε πιο γρήγορα προς ένα φαινόμενο Λα Νίνια», υπογράμμισε ο Κάρλο Μπουοντέμπο, διευθυντής της υπηρεσίας για την κλιματική αλλαγή του Copernicus (C3S), σύμφωνα με το AFP.
Νέα Ρεκόρ
Ωστόσο σε κάθε περίπτωση τα κυκλικά αυτά φαινόμενα προστίθενται σε μια μακροπρόθεσμη τάση, που δεν δείχνει σημάδια αλλαγής: η υπερθέρμανση του πλανήτη λόγω της συγκέντρωσης των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα συνδέεται κυρίως με την καύση ορυκτών καυσίμων (άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο) από την ανθρωπότητα.
Αν δεν καταφέρουμε να «σταθεροποιήσουμε» αυτές τις συγκεντρώσεις, «αναπόφευκτα θα αντιμετωπίσουμε νέα παγκόσμια ρεκόρ θερμοκρασιών και τις συνέπειές τους», υπογράμμισε ο Κάρλο Μπουοντέμπο.
Οι εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα πρέπει να μειωθούν κατά 43% ως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2019 με την ελπίδα να διατηρηθεί το όριο του 1,5 βαθμού Κελσίου για την άνοδο της θερμοκρασίας στον πλανήτη που ορίζει η συμφωνία του Παρισιού, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Ομάδα Ειδικών για την Κλιματική Αλλαγή. Οι εκπομπές αυτές αερίων πρέπει επίσης να φτάσουν στο ανώτατο όριο το 2025.
Όμως αυτό δεν έχει ακόμη δρομολογηθεί: Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 που συνδέονται με την ενέργεια αυξήθηκαν 1,1% το 2023, φτάνοντας επίπεδο ρεκόρ.
Όλες οι χώρες του κόσμου έχουν ακόμη έναν χρόνο για να αυξήσουν τις διεθνείς δεσμεύσεις τους για το κλίμα, οι οποίες θα συζητηθούν κατά την COP29 του Μπακού στο τέλος της χρονιάς.