Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε σήμερα την πρώτη ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική στον τομέα της άμυνας, προτείνοντας κοινές αγορές όπλων και ένα πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία (EDIP), ύψους 1,5 δισ. ευρώ ως το 2027 για την επιτάχυνση της αμυντικής παραγωγής στην Ευρώπη.
Αυτοί είναι οι δύο πυλώνες της νέας στρατηγικής για την αμυντική βιομηχανία που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να ενισχύσει τις αμυντικές δυνατότητες στην ΕΕ, τη στιγμή που η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι αντιμέτωπη με τη ρωσική απειλή, δύο χρόνια μετά τον αδικαιολόγητα συνεχιζόμενο επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας.
«Η Ευρώπη εξακολουθεί να κινδυνεύει, ο πόλεμος είναι στα σύνορά μας και είναι ένας πόλεμος που δεν φαίνεται να τελειώνει σύντομα και γι’ αυτό πρέπει να ενισχύσουμε την παραγωγική μας ικανότητα, μεταβαίνοντας από μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε ένα όραμα μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης υποστήριξης της Ουκρανίας» , δήλωσε ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, προσθέτοντας: «Η Ευρώπη δεν έχει Πεντάγωνο, επομένως πρέπει να ομαδοποιήσουμε πώς αντιδρούν τα κράτη μέλη, χρειαζόμαστε μια κοινή αμυντική πολιτική».
Το σχέδιο της Επιτροπής προβλέπει τα εξής:
• Πρόγραμμα κοινής αγοράς για τουλάχιστον το 40% του αμυντικού εξοπλισμού έως το 2030
• Να διασφαλιστεί ότι, έως το 2030, τουλάχιστον το 35% της αμυντικής παραγωγής θα είναι αντικείμενο εμπορίου εντός της ΕΕ.
• Να διασφαλιστεί ότι μέχρι το 2030, το 50% των αμυντικών προμηθειών των κρατών-μελών να είναι ευρωπαϊκής προέλευσης και αυτό να αυξηθεί στο 60% ως το 2035.
H Πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έγραψε στο «Χ»: “Σήμερα ορίζουμε το όραμά μας για αμυντική ετοιμότητα με την αμυντική βιομηχανική στρατηγική της Ευρώπης. Θα υποστηρίξει τα κράτη μέλη όχι μόνο να ξοδέψουν περισσότερα, αλλά και καλύτερα, μαζί και με ευρωπαϊκό τρόπο. Και θα συνδέσει την τεχνογνωσία της Ουκρανίας με την αμυντική βιομηχανία μας για τη διευκόλυνση της καινοτομίας».
Σύμφωνα με την Επιτροπή, για να αυξηθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανική ετοιμότητα, τα κράτη μέλη πρέπει να επενδύσουν περισσότερα, καλύτερα, από κοινού και ευρωπαϊκά. Για να στηρίξει τα κράτη μέλη στην επίτευξη αυτών των στόχων, η ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική στον τομέα της άμυνας παρουσιάζει ένα σύνολο δράσεων, που έχουν στόχο τα εξής:
• Να ενθαρρυνθεί η διαδικασία κοινών παραγγελιών από την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία
• Να υποστηριχθούν επενδύσεις τεχνολογικά προηγμένες, ώστε να εξασφαλίζουν στα κράτη-μέλη επαρκή σύγχρονο αμυντικό εξοπλισμό, ακόμα και σε περιόδους κρίσης.
• Διασφάλιση ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί και οι προϋπολογισμοί της ΕΕ στηρίζουν με τα αναγκαία μέσα την προσαρμογή της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας στο νέο πλαίσιο ασφάλειας·
• Ενσωμάτωση μιας νοοτροπίας αμυντικής ετοιμότητας σε όλες τις πολιτικές, ιδίως με την έκκληση για επανεξέταση της δανειοδοτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων φέτος·
• Ανάπτυξη στενότερων δεσμών με την Ουκρανία μέσω της συμμετοχής της σε πρωτοβουλίες της Ένωσης για τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας και την τόνωση της συνεργασίας μεταξύ των αμυντικών βιομηχανιών της ΕΕ και της Ουκρανίας·
• Συνεργασία με το ΝΑΤΟ και τους στρατηγικούς, ομοϊδεάτες και διεθνείς εταίρους μας, και στενότερη συνεργασία με την Ουκρανία.
Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία (EDIP) είναι η νέα νομοθετική πρωτοβουλία που θα γεφυρώσει από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα έκτακτης ανάγκης, που εγκρίθηκαν το 2023 και έληξαν το 2025, σε μια πιο διαρθρωτική και μακροπρόθεσμη προσέγγιση για την επίτευξη αμυντικής βιομηχανικής ετοιμότητας. Αυτό θα διασφαλίσει τη συνέχεια της στήριξης της ευρωπαϊκής βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης στον τομέα της άμυνας, ώστε να συνοδεύσει την ταχεία προσαρμογή της στη νέα πραγματικότητα. Το EDIP θα κινητοποιήσει 1,5 δισ. EUR από τον προϋπολογισμό της ΕΕ κατά την περίοδο 2025-2027. Η χρηματοδοτική στήριξη του EDIP θα επεκτείνει ιδίως τη λογική παρέμβασης της EDIRPA (χρηματοδοτική στήριξη από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την αντιστάθμιση της πολυπλοκότητας της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών κατά τη φάση των δημόσιων συμβάσεων) και της ASAP (χρηματοδοτική στήριξη των αμυντικών βιομηχανιών που αυξάνουν την παραγωγική τους ικανότητα), ώστε να ενθαρρυνθούν περαιτέρω οι επενδύσεις από την ΕΒΤΒΑ (ευρωπαϊκή βιομηχανική και τεχνολογική βάση στον τομέα της άμυνας) .
Ο προϋπολογισμός του EDIP θα ενισχύσει επίσης την αμυντική βιομηχανική συνεργασία της ΕΕ με την Ουκρανία και θα στηρίξει την ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της. Για τον σκοπό αυτό, το EDIP θα μπορούσε ενδεχομένως να αντλήσει πρόσθετη χρηματοδότηση από τα απροσδόκητα κέρδη που προέρχονται από τα ακινητοποιημένα ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία (με την επιφύλαξη απόφασης του Συμβουλίου κατόπιν πρότασης του Ύπατου Εκπροσώπου).
«Σήμερα εγκρίνουμε μια ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική στον τομέα της άμυνας και καταθέτουμε πρόταση για ένα πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Το πράττουμε για να ανταποκριθούμε στις αλλαγές στο πρότυπο ασφάλειας της Ευρώπης. Οι αμυντικές μας δαπάνες αφορούν πάρα πολλά διαφορετικά οπλικά συστήματα, τα οποία αγοράζονται κυρίως από χώρες εκτός της ΕΕ. Τώρα που οι αμυντικοί προϋπολογισμοί σε όλα τα κράτη μέλη αυξάνονται απότομα, θα πρέπει να επενδύσουμε καλύτερα, κάτι που σημαίνει σε μεγάλο βαθμό από κοινού επένδυση και επένδυση Ευρωπαίων. Αυτό θα μας επιτρέψει να μεταβούμε από τη λειτουργία αντιμετώπισης κρίσεων σε έναν τρόπο διαρθρωτικής αμυντικής ετοιμότητας. Με τρόπο που ενσωματώνει στενά την Ουκρανία.», δήλωσε η Αντιπρόεδρος της Επιτροπής, αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού, Μάργκαρετ Βεστάγκερ.
Τέλος, από την πλευρά του ο Επίτροπος εσωτερικής αγοράς Τιερί Μπρετόν ανέφερε: «Με τη νέα στρατηγική μας για τη βιομηχανική άμυνα, η Ένωση θέτει ένα σαφές όραμα για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής μας ετοιμότητας. Με το πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως ένα φιλόδοξο μέσο για την έναρξη της πρακτικής εφαρμογής της στρατηγικής. Με την επιστροφή συγκρούσεων υψηλής έντασης στην ήπειρό μας, η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να περιμένει να ενισχύσει την ικανότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής τεχνολογικής και βιομηχανικής βάσης να παράγει περισσότερα και ταχύτερα.»