Ανεβαίνοντας στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης ο Δημήτρης Μαγγίνας και η Μαριλένα Μόσχου διαβάζουν ένα απόσπασμα από την δεύτερη πράξη του Θείου Βάνια του Άντον Τσέχωφ. Ένα απόσπασμα που ο Αστρώφ απευθύνεται στην Ελένα κι εκφράζει προβληματισμούς για το περιβάλλον, τη φύση και τις φυσικές καταστροφές… Αν και αναφέρεται σε έναν κόσμο πριν από τουλάχιστον 130 χρόνια, φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ. Για σχεδόν ένα μήνα στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης η τέχνη συναντήθηκε με την επιστήμη και συζήτησε για την κλιματική κρίση, τις φυσικές καταστροφές και τις επιπτώσεις που έχουν. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, τον περασμένο Νοέμβριο δύο βραβευμένες Ελληνίδες καλλιτέχνιδες, η εικαστικός Χριστίνα Νάκου και η sound performative artist Άννα Παγκάλου παρουσίασαν στην 18η Bienalle Αρχιτεκτονικής της Βενετίας τον τρίτο σταθμό της «Τransiens Nostrum» μιας μεγάλης διάρκειας performance, η οποία επιχείρησε να αποδομήσει σταδιακά την έκθεση «Υδάτινα Σώματα» που είχε ως θέμα φράγματα και ταμιευτήρες που μεταμορφώνουν τη χώρα, με άμεση αναφορά στις πλημμύρες της Θεσσαλίας.
Η κλιματική κρίση και οι φυσικές καταστροφές αποτελούν όλο και πιο συχνά αντικείμενο μελέτης των καλλιτεχνών επιχειρώντας μέσω διαφορετικών μορφών τέχνης να «φωτίσουν» διάφορες πτυχές της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα άλλωστε με έρευνες που έχουν δημοσιευθεί τα καλλιτεχνικά έργα που θέτουν στο επίκεντρο την κλιματική αλλαγή και αποτυπώνουν τις συνέπειες που αυτή φέρει αυξάνονται όλο και περισσότερο χρόνο με το χρόνο ενώ παρατηρείται επίσης ότι μέσω της κλιματικής τέχνης υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση γύρω από το ζήτημα.
Η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης Μαριάννα Κάλμπαρη και οι καλλιτέχνιδες Χριστίνα Νάκου και Άννα Παγκάλου μίλησαν στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων παρουσιάζοντας τις δράσεις τους αλλά και τον τρόπο που η Τέχνη μιλάει για την κλιματική κρίση.
«Η Tέχνη μπορεί να συμβάλει στην αφύπνιση του κόσμου για την κλιματική κρίση»
Η ιδέα της «Ανοιχτής Σκηνής» στριφογύριζε στο μυαλό της καλλιτεχνικής διευθύντριας του Θεάτρου Τέχνης Μαριάννας Κάλμπαρη εδώ και πέντε χρόνια. Η αρχή είχε γίνει τον Μάρτιο του 2018 με το τριετές πρόγραμμα: «200 χρόνια από την Επανάσταση. Ποια είναι η σύγχρονη Ελλάδα;», όπου παρουσιάστηκαν και στις δύο σκηνές του Θεάτρου Τέχνης μια σειρά από εκδηλώσεις γύρω από το θέμα, με τη συμμετοχή σημαντικών επιστημόνων και καλλιτεχνών. Ωστόσο, το πρόγραμμα αυτό που θα ολοκληρωνόταν το 2021, διεκόπη λόγω της πανδημίας. Δύο χρόνια μετά η «Ανοιχτή Σκηνή», το δεύτερο κατά σειρά πρόγραμμα του Θεάτρου Τέχνης ήρθε να καταπιαστεί με ένα από τα πιο σημαντικά κοινωνικά-πολιτικά ζητήματα της εποχής την κλιματική κρίση. Επιστήμονες, ακαδημαϊκοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, ακτιβιστές ένωσαν τις φωνές τους και μοιράστηκαν το θεατρικό σανίδι, σε τρεις θεματικές εκδηλώσεις με τίτλο ««Κλιματική Κρίση: η ζωή μας αλλάζει». Για τρεις φορές από τις 29 Νοεμβρίου έως τις 20 Δεκεμβρίου τα επιστημονικά δεδομένα και η επικαιρότητα συναντήθηκαν με διάφορες μορφές τέχνης επιχειρώντας να ανοίξουν έναν ζωντανό διάλογο με το κοινό.
«Η τέχνη μπορεί να συμβάλει στην αφύπνιση του κόσμου για τα ζητήματα κλιματικής κρίσης, κλιματικής αλλαγής. Αυτό που μας απασχολεί στο θέατρο Τέχνης είναι να βρούμε έναν τρόπο να μιλήσουμε για όλα αυτά μέσα από την θεατρική πράξη με τη βοήθεια των επιστημόνων, ώστε τα πράγματα να ωριμάσουν μέσα μας και ο τρόπος για να τα εκφράσουμε να είναι πιο εκφραστικός και παραστατικός. Είναι κάτι πάρα πολύ βαθύ, πάρα πολύ μεγάλο που συμβαίνει τώρα, δεν θα έχουμε τον χρόνο να συμβεί και μετά να το επεξεργαστούμε. Δεν υπάρχει αυτός ο χρόνος, τον έχουμε εξαντλήσει οπότε πρέπει εν θερμώ να βρούμε τον τρόπο να πούμε ιστορίες που να μιλάνε για όλο αυτό που συμβαίνει και θα συμβεί. Δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ποιο σενάριο θα επικρατήσει. Το σίγουρο είναι ότι το σενάριο είναι κακό, σε ποιο βαθμό είναι κακό, δεν το ξέρουμε. Μπορούμε όμως, ακόμη να προσπαθήσουμε για το λιγότερο κακό σενάριο. Και αυτό είναι πολύ σπουδαίο, πολύ μεγάλο», επισημαίνει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Τέχνης, Μαριάννα Κάλμπαρη.
Όπως εξηγεί, η επιλογή της κλιματικής κρίσης ως πρώτης θεματικής της Ανοιχτής Σκηνής ήταν μία απόφαση σε απόλυτη συνάρτηση με όσα συμβαίνουν στη χώρα μας αλλά και σε όλο τον κόσμο τα τελευταία χρόνια, φέρνοντας μας αντιμέτωπους με «άλλες συνθήκες» με «άλλη ζωή». «Αποφάσισα ότι το πρώτο πράγμα που θέλω να μιλήσουμε, που θέλω να αφιερώσουμε χρόνο είναι η κλιματική κρίση, η κλιματική αλλαγή. Αλλαγή πραγματικά του κλίματος, άλλες συνθήκες, άλλη ζωή. Αλλά και το ανάποδο. Αλλαγές γίνονται αλλά κρίση τόσο μεγάλη σαν αυτή με διάρκεια και απρόβλεπτη εξέλιξη δεν γίνεται», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Κάλμπαρη, προσθέτοντας ότι το όνομα «Ανοιχτή Σκηνή» δόθηκε γιατί όλοι μπορούσαν να πάρουν τον λόγο με σκοπό μέσα από αυτές τις συναντήσεις να δοθεί τροφή για καλλιτεχνική δημιουργία αλλά και να τεθούν ερωτήματα όπως για ποια πράγματα θα πρέπει να μιλήσει ένα σύγχρονο έργο.
«Βιώνουμε όλοι τις ίδιες καταστάσεις και όση ανάγκη έχει ο επιστήμονας την τέχνη τόση ανάγκη έχει και η τέχνη την επιστήμη. Κανείς μας δεν μπορεί να πορευτεί μόνος του. Η τέχνη αυτό που κάνει είναι να δίνει ελπίδα σε κάνει να νιώθεις λιγότερο μόνος και μόνη σε όλο αυτό που μπορεί να ταράζει το μυαλό σου και την ψυχή σου και ταυτοχρόνως κάνει ιστορίες τα πράγματα. Το ίδιο μπορεί να κάνει και η επιστήμη. Υπάρχει μία πολύ μεγάλη τάση παγκοσμίως της τέχνης και των παραστατικών τεχνών να ασχολούνται με κάποια ζητήματα της εποχής που είναι εντελώς νέα, ζητήματα που τη δραματουργία μέχρι στιγμής δεν την έχουν απασχολήσει», υπογραμμίζει η κ. Κάλμπαρη.
«Πάντοτε υπήρχαν μεγάλες φυσικές καταστροφές, μεγάλες αλλαγές στο κλίμα. Το πρόβλημα είναι πλέον γίνονται αυτά τα πράγματα απανωτά, σε σύντομο χρονικό διάστημα. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε, έχουμε μπει σε ένα πεδίο όπου δεν μπορούμε να προβλέψουμε τι μπορεί να συμβεί. Αυτό εμένα με τρομάζει πάρα πολύ. Όσο μπορεί να με γοητεύει σε σχέση με άλλα πράγματα εδώ με τρομάζει. Δεν έχει νόημα να συζητάμε για τίποτε αν δεν μπορούμε να σταθούμε σε αυτό τον κόσμο, αν δεν μπορούμε να πάρουμε ανάσα, αν δεν μπορούμε να πιούμε νερό. Μετά από αυτό που έγινε με τις πλημμύρες όταν ακούω ότι θα έρθει μια καταιγίδα έχω αρχίσει να τρομάζω πραγματικά. Είναι κάτι που μας υπερβαίνει σε μεγάλο βαθμό», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η. Κάλμπαρη.
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων μίλησαν οι καθηγητές (αλφαβητικά): Χάρης Δούκας, Χρήστος Ζερεφός, Δημήτρης Ζιακόπουλος, Μαργαρίτα Αριανούτσου-Φαραγγιτάκη, ο δημοσιογράφος Γιάννης Παπαδόπουλος και ο explorer-adventurer Μάριος Γιαννάκου ενώ συμμετείχαν οι καλλιτέχνες (αλφαβητικά) : Κωνσταντίνος Ευστρατίου, Μενέλαος Κυπαρίσσης, Βάσια Ζαχαροπούλου , Δημήτρης Μαγγίνας, Μαριλένα Μόσχου, Γιώργος Μπουκαούρης, Άγγελος Μπούρας, Ελένη Νιωτάκη, Φωτεινή Παπαδοπούλου, Ευγένιος Χαλίλ και η χορωδία της Δραματικής Σχολής του Θέατρου Τέχνης.
Την επιμέλεια επιστημονικού προγράμματος «Ανοιχτής Σκηνής» είχε η Καλή Παγουλάτου-Κυπαρίσση, τον σχεδιασμό του προγράμματος η Μαριάννα Κάλμπαρη, την επιμέλεια μουσικού μέρους ο Κωνσταντίνος Ευστρατίου και την οργάνωση-διεύθυνση παραγωγής εκδηλώσεων «Ανοιχτής Σκηνής» ο Δημήτρης Μαγγίνας.
Οι πλημμύρες της Θεσσαλίας στην Μπιενάλε Βενετίας
Η εικαστικός Χριστίνα Νάκου και η sound performative artist Άννα Παγκάλου συνεργάζονται τα τελευταία δύο χρόνια σε ένα εγχείρημα που ονομάζεται «Transiens Nostrum» και πρόκειται για έναν περίπλου στα λιμάνια της Μεσογείου με σκοπό την εξερεύνηση τόσο των ίδιων των λιμανιών όσο και των ιστοριών των ανθρώπων τους επιδιώκοντας τη δημιουργία ποιητικών χώρων που αποσκοπούν στη σύνδεση, τη συνέργεια και την επικοινωνία. Τρίτος σταθμός του εγχειρήματος, αποτέλεσε η 18η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας παρουσιάζοντας στο ελληνικό περίπτερο μία μεγάλης διάρκειας performance, επιχειρώντας να αποδομήσουν την έκθεση «Υδάτινα Σώματα» των επιμελητών – αρχιτεκτόνων Κωστή Πανηγύρη και Ανδρέα Νικολοβγένη. Στη Βενετία, ο χώρος του ελληνικού περιπτέρου μαζί με την έκθεση «Υδάτινα Σώματα» των Πανηγύρη-Νικολοβγένη και το ηχοτοπίο του Δημήτρη Καραγεώργου, αποτέλεσαν το έναυσμα για τον σχεδιασμό της εγκατάστασης του Transiens Nostrum.
Στο κλείσιμο της Biennale, οι δύο εκθέσεις ενσωματώθηκαν, αναδεικνύοντας τη μεταμορφωτική, απρόβλεπτη και διαρκώς μεταβαλλόμενη σχέση που υπάρχει μεταξύ των ανθρώπινων κατασκευών και της φύσης, με αναφορά στις πλημμύρες που προκάλεσε η κακοκαιρία Daniel τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η παρουσίαση του έργου στο ελληνικό περίπτερο, δίπλα στα κανάλια των Giardini, συνέδεσε επίσης το εγχείρημα με το παλιρροϊκό φαινόμενο της Βενετίας (Acqua Alta), επισημαίνοντας τον παγκόσμιο χαρακτήρα της κλιματικής αλλαγής.
«Συνεργαζόμαστε με την Άννα Παγκάλου τα τελευταία δύο χρόνια σε ένα εγχείρημα που ονομάζεται Transiens Nostrum και είναι ένας περίπλους σε λιμάνια της Μεσογείου. Ο βασικός στόχος αυτού του περίπλου ουσιαστικά, είναι ο διάλογος ο δικός μου με την Άννα καθώς ταξιδεύουμε στη Μεσόγειο αναζητώντας την επικοινωνία, τη συνεργασία, την δημιουργία σχέσεων κι αυτά μας οδηγούν και μας κατευθύνουν μέσα σε αυτό τον περίπλου», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η εικαστικός Χριστίνα Νάκου και προσθέτει ότι αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να συνδεθούν με τους ανθρώπους και να αναδείξουν τις ιστορίες τους.
«Ο κοινός τόπος όλων αυτών των εκθέσεων είναι η θάλασσα και οι μεταμορφώσεις της. Παρατηρούμε τις μεταμορφώσεις και την απώλεια σαν ένα βασικό κομμάτι της ζωής που είναι γεμάτη από μικρές και μεγάλες απώλειες, οι οποίες δίνουν και χώρο για τη δημιουργία μιας καινούριας κατάστασης. Στη Βενετία, ήταν ο τρίτος σταθμός του περίπλου. Έχοντας πάρει τη χρηματοδότηση από το υπουργείο Πολιτισμού από τον τομέα των εικαστικών μας ενδιέφερε πολύ να μελετήσουμε τον κατακόρυφο άξονα της κίνησης του νερού στη Βενετία καθώς και τις αντανακλάσεις από τη χρήση του χρυσού στα βυζαντινά ψηφιδωτά και τη δημιουργία αυτού του υπερβατικού κόσμου. Στην περίοδο των μεγάλων βροχών (κακοκαιρίες Daniel και Elias) και ενόσω σχεδιάζαμε αυτή την εγκατάσταση συναντηθήκαμε με τους επιμελητές -αρχιτέκτονες της έκθεσης της Μπιενάλε, “ Υδάτινα Σώματα» και συγκεκριμένα με τον Κωστή Πανηγύρη. Μέσα από αυτή τη συνάντηση και τη συζήτηση μας πρότειναν ουσιαστικά να κάνουμε τον τρίτο σταθμό μέσα στην έκθεση ‘’ Bodies of water”, σαν την τελική εκδήλωση της ελληνικής συμμετοχής στην Μπιενάλε της Βενετίας. Αυτή ήταν η αφορμή- που εμάς μας ενθουσίασε- γιατί η έκθεση “ Bodies of Water”, είναι τα υδάτινα σώματα, είναι δηλαδή ο όγκος νερού που υπάρχει σε όλα τα φράγματα της χώρας. Οι δύο επιμελητές έχουν μία πολύ ενδιαφέρουσα τοποθέτηση ότι κοιτάζουν τα φράγματα σε ένα αντεστραμμένο αρχιπέλαγος», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Νάκου.
Όπως αναφέρει, η έκθεση παρουσιάζει κάποιες μακέτες από χαρτί που δείχνουν τους όγκους των βουνών και πώς είναι η γεωμορφολογία τους, η οποία περιέχει αυτά τα φράγματα και από πάνω μεγάλες επιφάνειες κρυστάλλινες οι οποίες ουσιαστικά παρουσιάζουν την επιφάνεια του νερού πάνω στις οποίες είναι σχεδιασμένες οι βυθομετρικές μετρήσεις των φραγμάτων.
Η ιδέα σύμφωνα με την κ. Νάκου ξεκίνησε από τη θραύση των φραγμάτων. «Σπάζοντας εμείς ένα από αυτά τα γυαλιά, ενεργοποιήθηκε η περφόρμανς και αυτά τα θραύσματα του κρυστάλλου χρησιμοποιήθηκαν ως θραύσματα ενός ψηφιδωτού το οποίο δημιούργησα εγώ μαζί με θραύσματα γυαλιών από το Μουράνο (Murano) την παραδοσιακή τεχνική της Βενετίας για τη δημιουργία του φυσικού γυαλιού. Θέλαμε με αυτό τον τρόπο να συνδέσουμε την εγκατάστασή μας με τη Βενετία», επισημαίνει η κ. Νάκου. Από την πλευρά της η sound performative artist, Άννα Παγκάλου προσθέτει ότι μέσω της θραύσης συμβολοποιείται η διάχυση του νερού, η εκτόνωση, σε σχέση με τις πλημμύρες. «Πώς το νερό δεν μπορεί πλέον να περιοριστεί στις ανθρώπινες κατασκευές, η φύση συνομιλεί με τον άνθρωπο αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ο άνθρωπος συνομιλεί πραγματικά με τη φύση και επανακτά το χώρο της όπως πολύ χαρακτηριστικά έχει γίνει στη Λίμνη Κάρλα», αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Παγκάλου.
Αυτή είναι και η βασική ιδέα της έκθεσης των αρχιτεκτόνων, όπως σημειώνει η κ. Νάκου, η δυναμική σχέση δηλαδή ανάμεσα στις ανθρώπινες κατασκευές και στη φύση.
Ο περίπλους «Transiens Nostrum» ξεκίνησε από τη Ρόδο με την έκθεση «Συν Παρουσία» στον Προμαχώνα του Αγίου Γεωργίου, πέρασε από τη Σύρο με την έκθεση «Επιχωματώσεις» ενώ στο μέλλον αναμένεται να ταξιδέψει και σε άλλα λιμάνια της Μεσογείου, όπως η Αλεξάνδρεια και η Μασσαλία.
«Σε αυτή την εγκατάσταση που κάναμε με αφορμή την καταστροφή της Θεσσαλίας θέλαμε πολύ να το συνδέσουμε με τη Βενετία. Χρησιμοποιήσαμε την τεχνική του Μουράνο (Murano) πήγαμε στο Murano βρήκαμε μία βιοτεχνία , εργαστήριο, που μας έδωσαν μικρά κομμάτια γυαλιού για να χρησιμοποιήσουμε μέσα στο ψηφιδωτό. Πήγαμε στο βόρειο μέρος του νησιού και βρήκαμε ακατέργαστα κομμάτια γυαλιού», επισημαίνει η κ. Νάκου ενώ η κ. Παγκάλου προσθέτει ότι μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία ψάχνουν τα αντικείμενα και τους ήχους που υπάρχουν μέσα στο περιβάλλον και τους συνδέουν με την ιστορία με το θέμα κάθε φορά της έκθεσης. «Ποιοι ήχοι υπάρχουν μέσα στο χώρο και μέσα στο περιβάλλον και πώς μπορεί επίσης να έρθουν και να συνομιλήσουν με αυτή την ιδέα. Πώς ο χώρος αυτός καθ’ αυτός που παρουσιάζεται η έκθεση μπορεί να σου δώσει τα οπτικά και ηχητικά ερεθίσματα που μπορούν να καθορίσουν τη δημιουργία του έργου. Εμείς που λειτουργούμε με αυτά τα ηχητικά και οπτικά ερεθίσματα και η καθεμία έχει διαφορετική αφετηρία στην αντίληψή της, μιας και για εμένα η βασική πρόσληψη του κόσμου είναι ηχητική ενώ για την Χριστίνα είναι οπτική, μπαίνουμε σε ένα θέμα και περιπλανιόμαστε, δίνοντας η μία στην άλλη τον κόσμο που βλέπουμε. Η ματιά της Χριστίνας διαμορφώνει τη δική μου και η δική μου διαμορφώνει της Χριστίνας, και πορευόμαστε μαζί και γι αυτό τα έργα μας τελικά παρουσιάζονται ως ένα κοινό έργο», σημειώνει η κ. Παγκάλου.
«Οι καλλιτέχνες μιλούν για την εποχή τους – Η Tέχνη έχει τη δύναμη να γίνεται χώρος σύνδεσης»
Μέσα από αυτό το έργο οι δύο καλλιτέχνιδες επιθυμούν να αναδείξουν το ζήτημα και να παρουσιάζουν το θέμα ανοιχτά προς ερμηνεία επιδιώκοντας να ανακύψουν ερωτήματα γύρω από το νερό, τα φράγματα, τους ταμιευτήρες. «Έχει να κάνει με τη διεύρυνση της αντίληψης , δηλαδή πώς ο δικός σου προβληματισμός ανοίγει ένα πεδίο διερεύνησης τόσο για το δημιουργό και τη συνομιλία που έχει με όλους τους ανθρώπους που έχουν να κάνουν με μία έκθεση αλλά και με το κοινό που έρχεται μέσα σε μία έκθεση», τονίζει η κ. Παγκάλου.
«Ο ρόλος της τέχνης, είναι ένας άρρητος τρόπος να μιλάμε για τα πιο ουσιαστικά ζητήματα της ανθρώπινης κατάστασης. Η τέχνη έχει τη δύναμη να κάνει τους ανθρώπους να ονειρεύονται κι άρα μέσα σε δύσκολες καταστάσεις να βρίσκουν το κουράγιο να βρίσκουν λύσεις. Μπορεί να ανακουφίσει, να εγείρει πολύ σημαντικά ερωτήματα, να ενεργοποιήσει. Δεν είναι τυχαίο που όλα τα φασιστικά καθεστώτα το πρώτο πράγμα που προσπαθούν να ελέγξουν είναι την τέχνη και τους καλλιτέχνες. Αυτό από μόνο του μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η τέχνη στην κοινωνία παρόλο που μπορεί να μην είναι εμφανής.
Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής , των φυσικών καταστροφών και του περιβάλλοντος , όπως αναφέρουν, δεν μπορεί να μην περιλαμβάνεται σε όσα απασχολούν την τέχνη.
«Οι καλλιτέχνες μιλούν για την εποχή τους, όταν η εποχή τους κατακλύζεται από καταστροφικά περιβαλλοντικά φαινόμενα για τι πράγμα να μιλήσουν. Αφού αυτό ζουν, αυτό βιώνουν. Ανοίγεις τα νέα και βλέπεις αυτά τα πράγματα να σε κατακλύζουν. Δεν θα συνομιλήσεις; Θα αδιαφορήσεις; Είναι η ζωή, η ζωή φέρνει συνέχεια τέτοιες ειδήσεις, πώς θα κάτσω σπίτι μου και θα πω δεν με αφορά αυτό που συμβαίνει στη Θεσσαλία, στη Λιβύη, δεν με αφορά αυτό που συμβαίνει με τις πυρκαγιές. Δεν γίνεται να αποκοπεί η συναισθηματική μου διάθεση σε όλο αυτό που συμβαίνει στην καθημερινότητα», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Παγκάλου ενώ η κ. Νάκου συμπληρώνει ότι μέσω της τέχνης εγείρονται ερωτήματα όπως «πώς στεκόμαστε απέναντι σε αυτή την αλλαγή διότι είμαστε κομμάτια αυτής της αλλαγής και στη χρήση του νερού. Είμαστε ενεργοί μέσα σε αυτή την αλλαγή».
Σημαντικό και καθοριστικό όπως εξηγούν είναι και το κομμάτι των συνεργειών με την πολιτεία.
«Η τέχνη μπορεί να είναι ο συνδετικός κρίκος για να μπορέσουμε να μιλήσουμε ουσιαστικά», επισημαίνει η κ. Παγκάλου ενώ η κ. Νάκου προσθέτει ότι «η τέχνη έχει τη δύναμη να γίνεται χώρος σύνδεσης».
«Για μένα αυτό είναι το σημαντικότερο. Τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής μπορούμε να τις υπερβούμε μόνο μέσα από τη σύνδεση. Και σε αυτό θα καλούσαμε και την πολιτεία να είναι αρωγός της τέχνης , όχι με την έννοια της εξειδίκευσης. Η Τέχνη είναι ο πυρήνας που μας κρατάει συνδεδεμένους, η κουλτούρα, η γλώσσα , οι σκέψεις, η φιλοσοφία. Η σύνδεση της κοινωνίας αν θέλουμε να έχουμε κοινωνίες και να μην φτάσουμε σε ένα σημείο απόλυτης ατομικότητας όπου δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε αυτό είναι σίγουρο. Νομίζω ότι πρέπει να υποστηριχθεί η Τέχνη», σημειώνει η κ. Νάκου.
Μάλιστα η έκθεση «Bodies of water» και οι συνέργειές της παρουσιάστηκαν στο ΥΠΕΝ. «Ως κομμάτι των συνεργειών των αρχιτεκτονικών στο ελληνικό περίπτερο της Έκθεσης Μπιενάλε της Βενετίας μάς προσκάλεσε το ΥΠΕΝ να παρουσιάσουμε αυτό που έγινε στη Βενετία. Έχει πολύ ενδιαφέρον, έχει ξεκινήσει μια ουσιαστική συζήτηση, υπάρχει ένα μητρώο περιβαλλοντικών οργανώσεων που έχει υπό τη σκέπη του το ΥΠΕΝ. Θα είχε πάρα πολλά να κερδίσει το υπουργείο από συνέργειες από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που αφορούν την Τέχνη. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να διευρύνουν αυτό το πεδίο», υπογραμμίζει η κ. Παγκάλου.
«Η τέχνη δεν είναι ξεχωριστή, είναι βασικό κομμάτι της ανθρώπινης ύπαρξης κατά τη διάρκεια των αιώνων και πρέπει να δούμε αυτή τη σύνδεση. Κάθε υπουργείο πρέπει να έχει κομμάτι που να συνομιλεί με την τέχνη», επισημαίνουν.
Παράλληλα τονίζουν ότι στο άμεσο μέλλον θα τους ενδιέφερε να παρουσιάσουν στη Θεσσαλία όσα έδειξαν στην Μπιενάλε της Βενετίας. «Μας ενδιαφέρει να υπάρξει μία σύνδεση των αφηγήσεων των παλιρροιοπαθών της Βενετίας με τους πλημμυροπαθείς της Θεσσαλίας», τονίζουν.
Σημειώνεται ότι η ηχητική και εικαστική εγκατάσταση «Transiens Nostrum» στη Βενετία πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του υπουργείου Πολιτισμού. Το σχεδιασμό του φωτισμού ανέλαβε ο Στέφανος Δρουσιώτης ενώ ο Πάνος Κωστούρος κατέγραψε την performance με βίντεο και φωτογραφίες. Ο φορέας Istorima Archive βρέθηκε εκεί για να καταγράψει ιστορίες για τις πλημμύρες στη Βενετία, σε συνεργασία με φοιτητές του Πανεπιστημίου Ca’ Foscari.