Την τελευταία τριετία, ο Απόστολος Λέριος, εκ των επιδραστικών προσωπικοτήτων της Silicon Valley και η Κριστίν Λέριος, «βετεράνος» των νεοφυών επιχειρήσεων, επισκέπτονται μια φορά τον χρόνο τη Θεσσαλονίκη, και συζητούν με τους ανθρώπους που απαρτίζουν το -νεαρό ακόμα- οικοσύστημα καινοτομίας και επιχειρηματικότητας της πόλης. Για τους ίδιους τους καινοτόμους startupers και τους φορείς της Θεσσαλονίκης, τα πράγματα φαίνεται ενίοτε να κυλούν τόσο αργά, που δημιουργούν την αίσθηση της στασιμότητας. Στον Τόλη και την Κριστίν όμως, που ζουν μόνιμα στις ΗΠΑ, οι αλλαγές που σημειώνονται χρόνο με τον χρόνο είναι ορατές: το οικοσύστημα αναπτύσσεται, έστω αργά, και παρά το γεγονός ότι πολλά χρειάζεται να αλλάξουν στο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Ποιες είναι λοιπόν οι αλλαγές που έχουν σημειωθεί αυτή την τριετία; «Κάθε χρόνο βλέπω περισσότερους συμμετέχοντες στο οικοσύστημα, μεγαλύτερη ποικιλομορφία και ενισχυμένη συνεργατικότητα, όλα αυτά είναι στοιχεία που δείχνουν πως το οικοσύστημα αναπτύσσεται. Έχω πολλές ελπίδες και θετική προσέγγιση στην προοπτική του οικοσυστήματος της Θεσσαλονίκης» λέει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Απόστολος «Τoli» Λέριος, κάτοχος άνω των 70 ευρεσιτεχνιών σε ΗΠΑ και Ευρώπη, που έχει διαδραματίσει ρόλους- κλειδιά σε επιχειρήσεις και οργανισμούς παγκόσμιας εμβέλειας, όπως το SRI International (ερευνητικό ινστιτούτο με έδρα τις ΗΠΑ, όπου δημιουργήθηκε -μεταξύ άλλων- η ψηφιακή βοηθός της Apple, Siri), η Metanautix (νεοφυής επιχείρηση την οποία συνίδρυσε στον χώρο των μεγάλων δεδομένων και εξαγοράστηκε από τη Microsoft), η Facebook (όπου δημιούργησε την υποδομή δυναμικής επεξεργασίας εικόνας) και πολλές άλλες.
Ο Απόστολος Λέριος είχε χθες συναντήσεις με πολλούς εκπροσώπους του οικοσυστήματος, στα γραφεία της Atlantis Engineering στην ανατολική Θεσσαλονίκη. Στο επίκεντρο της ατζέντας βρέθηκαν το τεχνολογικό πάρκο τέταρτης γενιάς ThessINTEC και ο διαγωνισμός καινοτομίας Innovation Challenges. Κατά τον Λέριο, διαγωνισμοί όπως τα Innovation Challenges, που φέρνουν κοντά τη βιομηχανία (που ζητάει λύση για συγκκεριμένα προβλήματα) με τους ερευνητές και τα πανεπιστήμια (που προτείνουν και προσφέρουν τις λύσεις αυτές), θα μπορούσαν να «ανοίξουν», ώστε να συμπεριλάβουν και τις περιφέρειες και τους δήμους όλης της Ελλάδας, με ορμητήριο τη Θεσσαλονίκη.
«Για παράδειγμα, η Περιφέρεια Θεσσαλίας, που αντιμετώπισε τις καταστροφικές πλημμύρες, θα μπορούσε να θέσει μια πρόκληση καινοτομίας, που να αφορά την αποκατάσταση. Αντί να κληθούν ειδικοί από την Ολλανδία για να δώσουν λύσεις, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να βρεθούν ντόπιοι ειδικοί, που γνωρίζουν και καλύτερα τα τοπικά προβλήματα. Οι δήμοι αντιμετωπίζουν προβλήματα, είναι πιο κοντά στον άνθρωπο (σε σχέση με την κεντρική κυβέρνηση) και έχουν κεφάλαια να διαθέσουν από διάφορα προγράμματα. Αν λοιπόν τα Innovation Challenges στη Θεσσαλονίκη συμπεριλάμβαναν και τους δήμους όλης της Ελλάδας, ο αντίκτυπος θα ήταν πολλαπλός. Και η αλήθεια είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν είδαμε τη Θεσσαλονίκη να κάνει το πρώτο βήμα σε κάτι και την Αθήνα να ακολουθεί και λόγω μεγέθους να αναπτύσσεται τελικά περισσότερο» λέει.
Προσθέτει ότι το τοπικό οικοσύστημα θα μπορούσε να αναπτυχθεί περισσότερο και ταχύτερα αν σε τέτοιους θεσμούς «έμπαιναν» και εκπρόσωποι της ελληνικής Διασποράς ή μέντορες και coaches από άλλες χώρες. Η Θεσσαλονίκη και η Ελλάδα, λέει, δεν πρέπει να προβάλλονται προς τα έξω αποκλειστικά ως προορισμός επενδύσεων. Άνθρωποι με γνώση και επιρροή από αγορές του εξωτερικού θα μπορούσαν να καλούνται στην Ελλάδα όχι για να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε πρώτη φάση, αλλά για να διαθέσουν τον χρόνο τους ως μέντορες. Στη συνέχεια, ένας/μία μέντορας ή coach θα μπορούσε -έχοντας πλέον εξοικειωθεί με το οικοσύστημα- να εξαγοράσει μια νεοφυή επιχείρηση ή να φέρει μελλοντικά στη χώρα περισσότερους επενδυτές ή εξειδικευμένους εργαζόμενους, καθώς τέτοιοι άνθρωποι έχουν συνήθως επαφές και επιρροή, τόσο με τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, όσο και κυρίως με τη βιομηχανία.
Πού θα βρεθεί αρκετό ανθρώπινο ταλέντο για την ανάπτυξη του οικοσυστήματος;
Ένα βασικό πρόβλημα του οικοσυστήματος (και) της Θεσσαλονίκης είναι ότι το εξειδικευμένο ανθρώπινο ταλέντο, που χρειάζονται οι καινοτόμες εταιρείες, δείχνει να έχει αρχίσει να στερεύει. Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό, δεδομένου ιδίως ότι σε τεχνολογικά πάρκα όπως το ΤhessINTEC θα χρειαστούν χιλιάδες εξειδικευμένοι εργαζόμενοι; θέσαμε το ερώτημα τόσο στον Απόστολο Λέριο, όσο και στον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ThessINTEC, Νίκο Ευθυμιάδη.
Όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νίκος Ευθυμιάδης, που δηλώνει αισιόδοξος, αλλά ρεαλιστής, το θέμα της ανεπάρκειας του ανθρώπινου ταλέντου μπορεί να αντιμετωπιστεί συνδυάζοντας τέσσερις κινήσεις: πρώτον, η βιομηχανία θα πρέπει να κινητοποιηθεί, με πολλή δουλειά και προσφέροντας αρκετά χρήματα, ώστε φοιτητές ή ερευνητές να εκπαιδεύονται σε αντικείμενα που καλύπτουν τις ανάγκες της. Αυτό αφορά και ανθρώπους, που παρότι το αρχικό αντικείμενο σπουδών τους μπορεί να μην εξυπηρετεί τις ανάγκες, υπάρχει η δυνατότητα να εκπαιδευτούν, ώστε να αποκτήσουν νέες δεξιότητες (πχ, ένας μαθηματικός να «μπει» στην ψηφιακή τεχνολογία). Δεύτερον, η ίδια η ερευνητική κοινότητα θα χρειαστεί να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, με τους ερευνητές να εργάζονται περισσότερο πάνω σε νέα projects που έχουν μέλλον. Και τρίτον, θα χρειαστεί να δημιουργηθούν οι απαραίτητες υποδομές και μηχανισμοί σε εκπαιδευτικές δομές τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα. «Στην Ελλάδα υπάρχει πολύ αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο όμως χρειάζεται να δούμε πώς θα μπορούσε να ξεφύγει λίγο από τα γνώριμα μονοπάτια του, να γίνει πιο παραγωγικό και να δει πως μπορεί να βγάλει περισσότερα χρήματα, κατοχυρώνοντας πατέντες και συνεργαζόμενο με τις βιομηχανίες» εκτιμά.
Επιπρόσθετα, μέσα και από τα αγγλόφωνα τμήματα των ελληνικών πανεπιστημίων, θα πρέπει να έρθουν εγγύτερα στην αγορά εργασίας της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας και Βούλγαροι και Ρουμάνοι, αλλά και άλλοι μετανάστες με υψηλή εξειδίκευση, λέει. «Θα πρέπει να δούμε πώς μπορούμε επιτέλους να κρατήσουμε στην Ελλάδα κάποιους εξειδικευμένους μετανάστες, να μην πηγαίνει στη Γερμανία ο Σύριος γιατρός -αρκεί όποιος έρχεται να σεβαστεί την κουλτούρα μας» σημειώνει και προσθέτει πως, όταν πρωτοήρθαν στη Θεσσαλονίκη οι μεγάλες ξένες εταιρείες, δημιουργήθηκε πανικός στην αγορά με τον ρυθμό που απορρόφησαν το ανθρώπινο ταλέντο της πόλης. Η θετική όψη αυτού του νομίσματος είναι όμως «ότι τα άτομα αυτά θα εκπαιδευτούν σε ένα διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον και θα ξαναγυρίσουν πίσω στο ThessINTEC και τις ελληνικές εταιρείες. Με παραπάνω χρήματα ίσως, αλλά καλώς επενδεδυμένα χρήματα. Επίσης, θα δώσουν το μήνυμα και σε συμμαθητές τους, συμφοιτητές τους, που έφυγαν στη Γερμανία ή την Αγγλία κλπ ότι οι μισθοί ανέβηκαν, ότι στη Θεσσαλονίκη γίνεται αξιόλογη έρευνα, αντίστοιχη αυτής που κάποιος κάνει στο Κέιμπριτζ. Θα χρειαστεί φυσικά να κάνουμε πολλή δουλειά για να γίνουν όλα αυτά» εξηγεί.
Αντίστοιχα, ο Απόστολος Λέριος επισημαίνει ότι στο οικοσύστημα της Θεσσαλονίκης μπορούν να γίνουν κινήσεις, ώστε είτε να διατηρηθεί το εγχώριο ανθρώπινο ταλέντο είτε να προσελκυσθούν στην περιοχή άνθρωποι από άλλες χώρες.
Ποιες είναι αυτές οι κινήσεις; «Πρώτον, να υπάρχει η δυνατότητα για εργασία και εξ αποστάσεως (σ.σ. πχ. 70% εξ αποστάσεως, 30% εκ του σύνεγγυς) και μερική απασχόληση, καθώς πολλοί είναι οι άνθρωποι που θα ήθελαν να εργάζονται πάνω σε ένα πρότζεκτ και να βγάζουν χρήματα παράλληλα με τη βασική δουλειά τους. Χρειάζεται επίσης καλύτερη σύνδεση των αναγκών του επιχειρηματικού κόσμου με αυτό που παράγεται στα πανεπιστήμια, ενώ η Ελλάδα μπορεί να είναι ιδανικός προορισμός εργασίας για άτομα από χώρες που έχουν προβλήματα. Για έναν Αμερικανό για παράδειγμα, που έχει συνηθίσει σε ένα ανεπτυγμένο οικοσύστημα με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά, η εργασία στην Ελλάδα μπορεί να φαίνεται δύσκολη, αλλά πιθανώς δεν ισχύει το ίδιο για έναν υψηλά εξειδικευμένο εργαζόμενο από την Αφρική ή τη Συρία ή το Ισραήλ ή την Τουρκία. Τη μετανάστευση η Ελλάδα μπορεί να την αξιοπιοήσει από τη θετική της πλευρά» σημειώνει.
Προς δεύτερο κύκλο Innovation Challenges το 2024
Στο μεταξύ, το 2024 αναμένεται να ανοίξει και δεύτερος κύκλος Innovation Challenges, φέρνοντας για ακόμα μια φορά τη βιομηχανία κοντά στους ερευνητές/τριες και τους/τις startupers, όπως γίνεται ήδη με τη δράση ανοικτής καινοτομίας «Confluence Challenge», όπως γνωστοποίησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σταύρος Μαντζανάκης, τεχνικός υπεύθυνος του One Stop Liaison Office της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας. Μάλιστα, στον κύκλο αυτό, πέραν του ότι οι επιχειρήσεις θα θέσουν προκλήσεις προς επίλυση από ερευνητές και startupers, θα επιδιωχθεί και συμμετοχή στη διαδικασία στελεχών των δήμων, ώστε από το 2025 οι Innovation Challenges να ανοίξουν πιθανώς και στην αυτοδιοίκηση (να μπορούν δηλαδή και οι δήμοι να γνωστοποιούν ποια προβλήματα αντιμετωπίζουν και να αναζητούν τις πιο αποδοτικές λύσεις από την ερευνητική κοινότητα μέσω της ανοιχτής καινοτομίας). Μάλιστα, σημειώνει ο κ. Μαντζανάκης, ήδη εκφράστηκε ενδιαφέρον από πλευράς επτά-οκτώ μεγάλων επιχειρήσεων, ώστε να συμμετάσχουν σε αυτόν τον δεύτερο κύκλο, στον οποίο η έμφαση θα δοθεί και πάλι στις εφαρμόσιμες λύσεις.
Οι λύσεις που προτείνουν οι ερευνητές/τριες χρειάζεται σε πολλές περιπτώσεις να έχουν εφαρμογή στην αγορά. Τι συμβαίνει όμως στην πράξη; «Στο πλαίσιο χαρτογράφησης που κάναμε, καταγράψαμε 3000 έργα στον τομέα της έξυπνης εξειδίκευσης στην Κεντρική Μακεδονία, με συνολικές χρηματοδοτήσεις 1 δισ. ευρώ. Πρόκειται για έργα των τεσσάρων πανεπιστημίων, του ΕΚΕΤΑ και επιχειρήσεων, με χρηματοδότηση από τα περιφερειακά προγράμματα του ΕΣΠΑ, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα, το Horizon, κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών κ.ά. Παρόλα αυτά, δεν κατέληξαν πολλά από αυτά τα έργα σε προϊόντα στην αγορά» λέει.
Κατά τον Απόστολο Λέριο, η Ελλάδα χρειάζεται επίσης να αξιοποιήσει τα Alumni groups (συλλόγους αποφοίτων των πανεπιστημίων της), κάτι που δεν γίνεται σήμερα στον επιθυμητό βαθμό, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ. Επιπλέον, οι διάφορες επιτροπές σοφών που δημιουργούνται πιθανώς θα λειτουργούσαν καλύτερα με λιγότερα μέλη και περισσότερη ποικιλομορφία. Βάσει της διεθνούς εμπειρίας, λέει, τέτοιες επιτροπές λειτουργούν αποδοτικά με έξι μέλη, προερχόμενα ισομερώς από τους τομείς των πανεπιστημίων, της βιομηχανίας και του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, ανάμεσα στα οποία χρειάζεται να υπάρχει τουλάχιστον ένας άνθρωπος με βαθιά γνώση της τοπικής αγοράς και έστω ένα άτομο που μπορεί να εισφέρει πιο ευρεία οπτική γωνία, πχ, επειδή γνωρίζει τις αγορές του εξωτερικού.