Προσπάθειες να ξεπεραστούν τα προβλήματα που άφησαν πίσω τους οι δύο απανωτές θεομηνίες σε Βόλο και Πήλιο καταβάλλονται από Πολιτεία και Φορείς. Ιδιαίτερα, η αντιμετώπιση των τεράστιων καταστροφών που υπέστησαν τα δίκτυα ύδρευσης, ηλεκτροδότησης, οι οδικές συγκοινωνίες και ο σιδηρόδρομος χρειάζονται μελέτες, εγκρίσεις, οργάνωση, πολλά χρήματα και πολύ χρόνο.
Σε σχετικώς μικρό χρονικό διάστημα πόλεις και χωριά υδροδοτήθηκαν ξανά και επαναηλεκτροδοτήθηκαν ακόμη και δύσβατοι ορεινοί οικισμοί, ενώ με τη βοήθεια και του Ελληνικού Στρατού αποκαταστάθηκαν οι οδικές προσβάσεις σε ορισμένες περιπτώσεις με την τοποθέτηση μεταλλικών γεφυρών τύπου Belley.
Όμως, όπως υπογραμμίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το μεγάλο ερωτηματικό για τον Βόλο και την υπόλοιπη Θεσσαλία, είναι ο σιδηρόδρομος. Τα τρένα σταμάτησαν να κινούνται και να έχουν μεταφορικό έργο σε όλη την Περιφέρεια από τις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου και η καταστροφή ολοκληρώθηκε με την κακοκαιρία «Elias».
Ο Βόλος, το τρίτο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας είναι σιδηροδρομικά αποκομμένος, όπως και η Α΄ και Β΄ΒΙΠΕ με εκατοντάδες μικρές και μεγάλες βιομηχανίες και επιχειρήσεις που ασφυκτιούν χωρίς τη δυνατότητα μεταφοράς σιδηροδρομικώς προϊόντων και πρώτων υλών, αναγκασμένες να καταφύγουν σε άλλες λύσεις με υψηλά κόστη.
Ο υφυπουργός Υποδομών Νίκος Ταχιάος που επισκέφθηκε πρόσφατα τον Βόλο δήλωσε ότι «το σιδηροδρομικό δίκτυο έχει υποστεί μεγάλη ζημιά, η δε σιδηροδρομική γραμμή Βόλου-Λάρισας δεν θα είναι δυνατό να αποκατασταθεί πριν το τέλος του 2025 λόγω των εκτεταμένων καταστροφών που έχουν προκληθεί και δεν αποκλείεται η αποκατάσταση να συνδεθεί και με το έργο της ηλεκτροκίνησης που σταμάτησε εξαιτίας των θεομηνιών».
Τα σχέδια πριν από τις δύο θεομηνίες, στις αρχές και στο τέλος Σεπτεμβρίου, στόχευαν στην ανάπτυξη του σιδηροδρομικού δικτύου στην περιοχή με αναβάθμιση της σύνδεσης με το λιμάνι του Βόλου, την επαναχάραξη της σιδηροδρομικής γραμμής Βόλου-Λάρισας μέχρι και το Λατομείο, τη δημιουργία νέων αστικού τύπου σιδηροδρομικών στάσεων στις ΒΙΠΕ του Βόλου και την έναρξη των εργασιών για την ηλεκτροκίνηση της ίδιας σιδηροδρομικής γραμμής, ενώ παράλληλα ως στόχος είχε τεθεί η επέκταση του δικτύου προς τον Αλμυρό, την ΒΙΠΕ Αλμυρού, όπου λειτουργούν μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα, καθώς και σύνδεση με τον αερολιμένα του Βόλου στη Νέα Αγχίαλο.
Όλα αυτά είχαν αναφερθεί και από τον υφυπουργό Χρήστο Τριαντόπουλο όταν είχε ακόμη το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργού στον πρωθυπουργό και σταδιακά, αφού είχαν ωριμάσει ως προοπτικές, θα έπαιρναν την οδό της υλοποίησης.
Άσχημη η κατάσταση και για τον «Μουτζούρη», το διάσημο τρενάκι του Πηλίου, που έπαψε να εκτελεί δρομολόγια λόγω ζημιών και κατολισθήσεων στη γραμμή μεταξύ Άνω Λεχωνίων και Μηλεών με αποτέλεσμα να φτάνουν χιλιάδες με τα κρουαζιερόπλοια στον Βόλο, να επιζητούν την εμπειρία του «Μουτζούρη» και να απογοητεύονται από τα δυσάρεστα νέα της μη λειτουργίας του.
Μεγάλη η καταστροφή ακόμη και μέσα στις εγκαταστάσεις του σιδηροδρομικού σταθμού του Βόλου, αφού κατέρρευσαν υπόστεγα συντήρησης συρμών, τοίχοι, διαλύθηκαν σταθμευμένοι συρμοί και τεχνολογικός εξοπλισμός συντήρησης και ξηλώθηκαν ή αφανίστηκαν χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών.
Ευτυχώς, αλώβητος σχεδόν, έμεινε ο περίφημος και διατηρητέος ως κτίριο σιδηροδρομικός σταθμός του Βόλου, έργο του 19ου αιώνα σε σχέδια του Εβαρίστο ντε Κίρικο, πατέρα του Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, που ήταν ο άνθρωπος που σχεδίασε και έφτιαξε το τρένο του Πηλίου.
Η δύσκολη κατάσταση έχει προβληματίσει τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Θεσσαλίας και Κεντρικής Ελλάδας αλλά και το Επιμελητήριο Μαγνησίας που αγωνιούν για τις επιπτώσεις στις επιχειρήσεις της περιοχής από το «στοπ» του σιδηροδρόμου για πάνω από δύο χρόνια.
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Μαγνησίας Τέλης Μπασδάνης ανέφερε ότι «οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούσαν τα τρένα για τα προϊόντα που παράγουν, ξέρουμε ότι θα δυσκολευτούν και κυρίως οι εταιρείες που εξάγουν την παραγωγή τους στην Ευρώπη και το κύριο μεταφορικό μέσο ήταν πάντα ο σιδηρόδρομος. Πρέπει να βρεθεί λύση σύντομα, αλλά και ό,τι σχεδιαζόταν δεν πρέπει να μείνει πίσω ή να οδηγηθεί στις καλένδες. Καθυστερήσεις θα υπάρξουν σαφώς, γιατί συνέβη κάτι το απρόσμενο, αλλά όχι ματαιώσεις».
Και ο επικεφαλής του Ελληνο-Ιταλικού Επιμελητηρίου Βόλου, Γιώργος Μαλαμάκης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τόνισε ότι «με τα τρένα έφευγαν προϊόντα από την περιοχή προς την Ιταλία. Από ελιές και μήλα, μέχρι σιδηρομεταλλεύματα. Και έφταναν στην Τεργέστη αρχικά και στη συνέχεια προς όλη την Ιταλία. Τώρα αναγκαστικά θα στραφούμε είτε στη θάλασσα, είτε στις οδικές μεταφορές».
Στον οικονομικό αντίκτυπο πρέπει να προστεθεί και το κοινωνικό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με τη μετακίνηση των ανθρώπων. Εκατοντάδες επιβάτες που καθημερινά μετακινούνται μεταξύ Βόλου και Λάρισας αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα. Πρόκειται για εργαζόμενους και φοιτητές ή ακόμη και για απλούς ταξιδιώτες που προτιμούσαν τη φθηνή λύση του τρένου. Σήμερα όλος αυτός ο πληθυσμός αναγκάζεται να χρησιμοποιεί λεωφορεία ή ΙΧ με ανάλογο κόστος.
Οι συνέπειες από την έλλειψη του σιδηροδρόμου στη Θεσσαλία θα φανούν στο άμεσο μέλλον όταν θα γίνει ο απολογισμός. Ευχή όλων είναι η αποκατάσταση του δικτύου να γίνει όσο το δυνατό γρηγορότερα, οι νέες υποδομές να είναι καλύτερες και τα σχέδια να μη μείνουν σε συρτάρια ή χαθούν με την πάροδο του χρόνου.