Αφιέρωμα – long read, εκτίμηση χρόνου ανάγνωσης: 14 λεπτά
του Θοδωρή Καραουλάνη
Κάποιοι, τα τελευταία χρόνια, έχουν εφεύρει έναν νέο θεσμικό περιορισμό, που τώρα πάει να καθιερωθεί, με προμετωπίδα μια (δήθεν ή ειλικρινή, δεν έχει σημασία…) αγωνία να πολεμήσουν την «επέκταση» της δόμησης, κυρίως στις εκτός σχεδίου περιοχές: είναι η έννοια της φέρουσας ικανότητας.
Και η έμφαση των κοπτόμενων για τη φέρουσα ικανότητα των περιοχών, ως εκ θαύματος, δίνεται σχεδόν πάντα στα τουριστικά ακίνητα – άντε και στα αιολικά πάρκα. Δεν έχουμε δει άλλες σοβαρές αντιδράσεις, με επίκεντρο τη φέρουσα ικανότητα, για άλλες δραστηριότητες ή επενδύσεις.
Καταρχήν πρέπει να διευκρινίσουμε τί σημαίνει φέρουσα ικανότητα. Η αλήθεια που κανείς δεν θέλει να παραδεχθεί, είναι ότι δεν υπάρχει ορισμός στο Σύνταγμα, ούτε καν αναφορά. Το ΣτΕ την ερμηνεύει κάπως, η Πολιτεία μόλις νομοθέτησε μια γενικόλογη αναφορά. Η επιστήμη δεν έχει καταλήξει, ούτε πρόκειται. Και αυτό διότι είναι ένα πολυσύνθετο ζήτημα και δεν μπορεί να αφορά ένα μόνο πράγμα, ενώ η απόσταση μεταξύ ενός σαφούς κανονιστικού πλαισίου και ενός καταπιεστικού κράτους είναι πολύ μικρή, όπως έχει αποδείξει η ιστορία…
Ας σημειώσουμε ότι η συντεταγμένη Ελληνική Πολιτεία μόλις πολύ πρόσφατα (σε αντίθεση με τις «ερμηνείες» του ΣτΕ που «κοπιάζει» επί χρόνια) νομοθέτησε έναν ορισμό για τη φέρουσα ικανότητα.
Συγκεκριμένα στο άρθρο 64 του νόμου (σκούπα, πολυποίκιλης θεματολογίας) 4964/2022 το ΥΠΕΝ πρότεινε και η Βουλή νομοθέτησε τον ακόλουθο ορισμό: «Ως Φέρουσα Ικανότητα (ΦΙ) ενός χωρικού συστήματος, νοούνται τα μέγιστα ανεκτά όρια επιβαρύνσεων ή και μεταβολών των συνθηκών που επικρατούν σε αυτό, πέραν των οποίων παύει να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία που διαβιεί σε αυτό, με αποτέλεσμα να προκαλούνται υπέρμετρες ή μη αναστρέψιμες φθορές στο φυσικό περιβάλλον και να ασκούνται αρνητικές πιέσεις στο ανθρωπογενές περιβάλλον και στην κοινωνία.». Στη δεύτερη παράγραφο ου ίδιου άρθρου αναφέρεται ότι «Με προεδρικό διάταγμα, κατόπιν πρότασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προσδιορίζονται η μεθοδολογία για την εκτίμηση της ΦΙ της παρ. 1, οι βασικές παράμετροι που την καθορίζουν ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εξεταζόμενου κάθε φορά χωρικού συστήματος και τα ανεκτά όρια των δεικτών στόχων των βασικών παραμέτρων της βιώσιμης ανάπτυξής του.»
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μια προσπάθεια επιστημονικού, κοινά αποδεκτού πολιτικά, ορισμού έχει γίνει σε γενικό επίπεδο, σε επίπεδο εδάφους (γης) και σε επίπεδο οικοσυστήματος, απέχοντας παρασάγγας σε δεσμευτικότητα και περιγραφή από όσα στην Ελλάδα γίνεται προσπάθεια να καθιερωθούν. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού έχει μελετήσει ειδικά το θέμα του υπερτουρισμού και μιλά σε κάποιες περιπτώσεις για «τουριστική φέρουσα ικανότητα», διότι μόνο με αυτό ασχολείται θεματικά.
Τα ερωτηματικά, το «πραξικόπημα» και οι «παίκτες»
Δεν πρέπει να διαφύγει από κανέναν ενδιαφερόμενο για τη φέρουσα ικανότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη στη χώρα, τί έχει προηγηθεί: αρθρογραφία και παρεμβάσεις από συγκεκριμένους νομικούς και ΜΚΟ, προσφυγές από ΜΚΟ, αλλεπάλληλες αποφάσεις του ΣτΕ επί ενός θέματος που δεν ρυθμίζεται από το Σύνταγμα.
Στην πραγματικότητα, αυτό που έχει γίνει με την προοδευτική και υπόγεια εγκαθίδρυση σε θεσμικό επίπεδο της έννοιας της φέρουσας ικανότητας, αποτελεί συνταγματικό πραξικόπημα και καταπάτηση των δημοκρατικών αρχών.
Προσέξτε τί έχει συμβεί: μέσα σε 10 περίπου χρόνια, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αναφερθεί σε αποφάσεις του στην έννοια της φέρουσας ικανότητας – ως ξεχωριστό νομικό ζητούμενο – και των μελετών για αυτή ως προϋπόθεση για την έγκριση πολεοδομικών και χωροταξικών διοικητικών πράξεων. Που είναι το πρόβλημα; Μα, στο ότι η φέρουσα ικανότητα δεν υπήρχε σε κανένα δεσμευτικό νομικό κείμενο, δεν αναφέρονταν σε νόμο, δεν είχε ψηφίσει η Βουλή των Ελλήνων, δεν είχε νομοθετήσει η Ελληνική Δημοκρατία, δεν την αναφέρει πουθενά το Σύνταγμα της Ελλάδος.
Άρα το ΣτΕ, με αλλεπάλληλες αποφάσεις, οδήγησε το κράτος να καθιερώσει κάτι που δεν προβλέπονταν πουθενά. Αυτό όμως, στην κοινή λογική, φαντάζει παράλογο: οι δικαστές περιορίζονται στους νόμους και στο Σύνταγμα. Τί συνέβη; Πώς προχώρησε το ΣτΕ σε κάτι που μοιάζει με συνταγματικό πραξικόπημα; Πώς δεχόμαστε να απαιτεί το ΣτΕ να νομοθετηθεί κάτι; Έχει δικαίωμα νομοθέτησης η δικαστική εξουσία σε μια δημοκρατία; Πού έχει πάει η έννοια της διάκρισης των εξουσιών; Δεν προβληματίζει κανέναν το πρόβλημα που δημιουργείται ενάντια στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας; Γιατί πρέπει να ανεχόμαστε διατάξεις που έχουν έρθει «φορέτες» από δικαστές, που κανένας δεν εξέλεξε και όχι από τους εκπροσώπους που εξέλεξαν οι πολίτες;
Και αυτά είναι μόνο νομικά και δημοκρατικά ερωτήματα. Υπάρχουν και επιστημονικά. Με πρώτο το απλό: από πού ως πού το ΣτΕ κάνει επιστημονικές επιλογές; Κινδυνεύουμε άραγε να μας πει αύριο ότι μια θεραπεία για τον καρκίνο είναι αντισυνταγματική; Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ούτε νομοθετεί, ούτε κρίνει επιστημονικά και τεχνικά ζητήματα. Το λέει το ίδιο στη νομολογία του – και ο νόμος φυσικά. Από που ως που «κρίνει» το ΣτΕ ότι απαιτείται μελέτη ή εκτίμηση φέρουσας ικανότητας, όταν δεν υπάρχει καν ορισμός της φέρουσας ικανότητας; Ακόμη χειρότερα: από που και ως που το ΣτΕ ζητά ξεχωριστή μελέτη «φέρουσας ικανότητας» όταν στην πραγματικότητα η εκτίμηση για τα υπάρχοντα και μελλοντικά μεγέθη (πληθυσμιακά, οικονομικά, χωροταξικά κλπ) μιας περιοχής αποτελούν το βασικό περιεχόμενο των χωροταξικών σχεδίων; Για παράδειγμα, στα νησιά των Κυκλάδων από όπου ξεκίνησε το θέμα, η εκτίμηση γίνεται στο Περιφερειακό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Νοτίου Αιγαίου. Δεν υπάρχει κανένα σοβαρό επιστημονικό επιχείρημα γενικής αποδοχής που να υποστηρίζει την ανάγκη μελετών φέρουσας ικανότητας. Αν ψάξετε τα τελευταία 20-30 χρόνια, δεν θα βρείτε επιστημονικές εργασίες, που να έχουν περάσει από επιστημονική κρίση, που να τεκμηριώνουν την ανάγκη για κάτι τέτοιο. Για έναν απλό λόγο: αν υπήρχαν, θα σήμαινε ότι οι χωροταξικές μελέτες δεν χρειάζονται! Τουλάχιστον στη μορφή που γίνονται. Αλλά ο χωροταξικός σχεδιασμός αναφέρεται στο Σύνταγμα…
Αυτό που συμβαίνει, δυστυχώς, είναι ότι κάποιοι στο ΣτΕ βλέπουν το ρόλο τους τελείως βολονταριστικά. Θέλουν να οδηγήσουν το κράτος εκεί που πιστεύουν εκείνοι, εκβιάζοντας στην πραγματικότητα τη διοίκηση (και την εκάστοτε κυβέρνηση) ότι θα σταματάνε, όποτε θέλουν, όσα θέλουν, με την επίκληση μιας έννοιας που δεν υπήρχε νομικά!
Και γιατί δεν αντιδρούν οι επιστήμονες και οι επαγγελματίες του χώρου; Δύο είναι οι λόγοι…
O πρώτος: η ακαδημαϊκή κοινότητα που ασχολείται με τα χωροταξικά ζητήματα είναι μικρή και εμπλέκεται με το ΣτΕ, καθώς πολλοί καθηγητές χρησιμοποιούνται ως σύμβουλοι μεγάλων εταιρειών ή του κράτους ή της αυτοδιοίκησης (προς συμπαράσταση ή αντίθεση στο ΣτΕ). Κανείς δεν θέλει να «χαλάσει» σχέσεις ετών. Και επιπλέον, όσο πιο σύνθετο γίνεται το τοπίο, όσο μπαίνουν νέες έννοιες, τόσο καλύτερη και περισσότερη δουλειά θα έχουν, ακαδημαϊκά και μη. Το ίδιο, περίπου, συμβαίνει και με τους δικηγόρους – νομικούς.
Οι επαγγελματίες όμως; Οι μελετητές; Αυτός είναι ο δεύτερος: Αυτοί και αν δεν έχουν κανέναν λόγο να πάρουν πάνω τους την τυχόν αντίδραση. Στο κάτω – κάτω, το ΣτΕ μελέτες ζητά, άρα περισσότερη δουλειά. Όταν το ΥΠΕΝ αποφασίσει τί και πώς θα γίνει, απλά θα πάρουν περισσότερα χρήματα για τα ίδια πράγματα, αφού την ίδια δουλειά θα κάνουν και τα ίδια δεδομένα θα παρουσιάσουν, με άλλο τρόπο.
Μια λύση «υπό εκβιασμό», χειρότερη από το πρόβλημα;
Το κράτος και το αρμόδιο ΥΠΕΝ, είχε τρεις δρόμους μπροστά του…. Ο πρώτος ήταν να αγνοήσει το ΣτΕ, με κίνδυνο (εκβιασμό δηλαδή) να «πέφτουν» συνεχώς πολεοδομικές και χωροταξικές ρυθμίσεις, αποφάσεις και πράξεις λόγω «φέρουσας ικανότητας» – που δεν υπάρχει ως νομικά δεσμευτική έννοια! Ο δεύτερος ήταν να νομοθετήσει ειδικά, να φέρει δηλαδή στη Βουλή ένα σκληρό και αναλυτικό κείμενο νόμου που θα ορίσει τη φέρουσα ικανότητα, θα βάλει διαδικασίες που θα γίνεται η εκτίμησή της και όλα τα σχετικά, ικανοποιώντας το ΣτΕ. Και υπήρχε και μια ενδιάμεση λύση: να νομοθετήσει την «έννοια» της φέρουσας ικανότητας και να παραπέμψει τις λεπτομέρειες σε Προεδρικό Διάταγμα ή σε Υπουργική Απόφαση. Αυτό και έκανε, πριν λίγους μήνες. Ο λόγος; Για να υποκύψει στον εκβιασμό του ΣτΕ. Αλλά με τους όρους που θα ήθελε το ΥΠΕΝ. Και για να δώσει μια μορφή ευελιξίας, δηλαδή νομοθετώντας χωρίς διάταξη νόμου, που δύσκολα αλλάζει. Επέλεξαν αντί της Υπουργικής Απόφασης, που θα έκανε κυρίαρχο το ΥΠΕΝ, να πάνε σε ΠΔ, όπου το ΣτΕ έχει λόγο κατά τη διαδικασία σύνταξης του Διατάγματος, αφού εγκρίνει με πρακτικό και αιτιολόγηση το σχέδιο που στέλνει το ΥΠΕΝ. Και το σχέδιο ΠΔ θα δοθεί, διαρρέει το ΥΠΕΝ, σε δημόσια διαβούλευση σύντομα…
Θα δώσει όλο αυτό που ετοιμάζεται λύση στο πρόβλημα; Όχι. Διότι το πρόβλημα είναι άλυτο: δεν μπορεί να είναι όλοι ικανοποιημένοι όταν ο χώρος είναι περιορισμένος. Υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα αντιτιθέμενα συμφέροντα και επιδιώξεις, συγκρούσεις χρήσεων γης. Και το κράτος, κατά περιόδους θα κάνει επιλογές. Όπως κάνει ήδη. Με τη σύνταξη χωροταξικών και πολεοδομικών μελετών, βάζει κανόνες που άλλους ευνοεί και άλλους όχι.
Τότε, τί θα προσφέρει η μελέτη φέρουσας ικανότητας; Τίποτε σημαντικό για τον τόπο, επιστημονικά τουλάχιστον. Άλλωστε όρια υπάρχουν ήδη, μέσα από τα Περιφερειακά (και τα Ειδικά) Χωροταξικά Σχέδια. Οι υπέρμαχοι μιας τέτοιας ρύθμισης επισημαίνουν ότι η φέρουσα ικανότητα θα βάλει ένα όριο στην επέκταση της δόμησης ειδικά στις μικρές περιοχές. Τουλάχιστον στα μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα. Ή στην επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Και όλο αυτό θα είναι υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος, διότι θα διαφυλάξει τις αδόμητες και ανεκμετάλλευτες περιοχές. Είναι έτσι;
Κατ’ αρχήν αυτό δεν είναι αυτόματο: ανάσχεση θα υπάρξει αν όντως σταματήσει η επέκταση της δόμησης. Το αν πρέπει να σταματήσει σε κάποια περιοχή και τί θα βγάλει κάποια μελέτη είναι σήμερα άγνωστο. Απλά, θεωρούν οι περισσότεροι, λόγω της πίεσης (του λαϊκισμού επιτρέποντος, μαζί με τις φωνές «συλλογικοτήτων»), ότι τέτοιες μελέτες θα δείξουν κορεσμό και ότι ο χαρακτήρας ενός νησιού πρέπει να προστατευτεί κλπ. Και φέρνουν, πάντα, ως παράδειγμα, τη Μύκονο, τη Σαντορίνη, τη Πάρο και την τουριστική υπερεκμετάλλευση. Η αντιεπιστημονικότητα του επιχειρήματος φαίνεται από την επιλογή των νησιών: κανείς δεν μιλά για άλλα νησιά που μέσα από τον τουρισμό αναπτύσσονται και προκόβουν, αποκτούν εισοδήματα, βελτιώνουν τις υποδομές. ‘Αλλωστε η Πολιτεία όταν θέλησε σταμάτησε την αλόγιστη τουριστική ανάπτυξη: κήρυξε ορισμένα (λίγα) νησιά για χρόνια «κορεσμένα τουριστικά», ως προσωρινό μέτρο, και σταμάτησε τις νέες μονάδες.
Μια ρύθμιση υπέρ των λίγων εχόντων – η φέρουσα ικανότητα ως βαθιά συντηρητική επιλογή
Αυτό που κανείς δεν παραδέχεται δημοσίως, είναι ότι η επιλογή καθιέρωσης της φέρουσας ικανότητας είναι μια βαθιά συντηρητική επιλογή. Είναι ο ορισμός της προστασίας των εγκατεστημένων συμφερόντων, των σημερινών ιδιοκτητών δηλαδή, έναντι τυχόν νέων, των επόμενων. Στα οικονομικά, αυτή η ανάλυση θα ήταν η θεσμοθέτηση των εμποδίων εισόδου σε μια αγορά με νόμο. Κλασικός τρόπος που δημιουργείς υπεραξίες σε υφιστάμενα συμφέροντα. Αποθησαυρισμός μέσω παρεοκρατίας, θα έλεγαν κάποιοι πιο ριζοσπάστες οικονομολόγοι – ειδικά όταν μελετήσεις πώς γίνονται οι μεγάλες δουλειές στην Ελλάδα… Ειδικά όταν κάτι τέτοιο συνδυάζεται με το χάος της νομοθεσίας για την εκτός σχεδίου δόμηση στην Ελλάδα. Με απλά λόγια, αν υπάρξει η έννοια της φέρουσας ικανότητας σε μελέτες σε κάθε περιοχή, θα μπορεί να περιοριστούν οι νέες αναπτύξεις, τα νέα κτίρια. Ωφελούμενοι θα είναι μόνο οι υφιστάμενοι ιδιοκτήτες ακινήτων.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι «χέρι – χέρι» με τις θεωρίες περί φέρουσας ικανότητας «περπατούν» μαζί και οι λεγόμενες συνεργατικές επιπτώσεις. Θέλουν δηλαδή κάποιοι, με όχημα την έωλη (αφού δεν βασίζεται ούτε στο Σύνταγμα ούτε σε νόμο) νομολογία του ΣτΕ για τη φέρουσα ικανότητα, να καθιερώσουν σε κάθε ξεχωριστό έργο μια συνεργατική εκτίμηση των επιπτώσεων με όριο τη φέρουσα ικανότητα: να λέει, για παράδειγμα, μια μελέτη φέρουσας ικανότητας ότι «χωράνε» 1000 (τουριστικές) κλίνες σε ένα νησί, και κάποιος που θέλει να χτίσει νέο ξενοδοχείο να υποχρεώνεται να μετρήσει τα κρεβάτια των άλλων και, αν περισσεύουν, να αναγκαστεί να αγοράσει και να αποσύρει μια μονάδα, για να μην υπερβεί τις «συνεργατικές» επιπτώσεις… Και έτσι να βγουν άκοπα και ανέξοδα πολλά χρήματα….
Στην πραγματικότητα αυτό που κάποιοι θέλουν να καθιερώσουν δεν είναι ένα «νέο πρότυπο βιώσιμης ανάπτυξης» βασισμένο στην ορθολογική διαχείριση των πόρων. Αυτό θα μπορούσε να γίνεται – και γίνεται – μέσα από τα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια και την αντίστοιχη Εθνική Στρατηγική. Αυτό που επιδιώκουν είναι μια «ανάπτυξη για λίγους» – και ειδικά για όσους έχουν ήδη περιουσίες και δραστηριότητες, κάνοντας δύσκολο (ή ακριβό) για νέους παίκτες να εισέλθουν στην αγορά και να δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες…. Και αυτό, παράλληλα, σημαίνει λιγότερες άμεσες θέσεις εργασίας, λιγότερη δραστηριότητα, λιγότερο πλούτο – αλλά συγκεντρωμένο…
Αμείλικτα ερωτήματα λογικής και επιστήμης
Υπάρχει και ένα πιο βαθύ πρόβλημα. Αλήθεια, γιατί άραγε στη φέρουσα ικανότητα μιας περιοχής πρέπει να αναλυθεί – μελετηθεί μόνο το θέμα της δόμησης, τα κτίρια, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η Βιομηχανία, όσα δηλαδή μελετώνται ήδη σε χωροταξικές μελέτες; Πώς προκύπτει επιστημονικά (ή έστω νομικά) ότι η έννοια της φέρουσας ικανότητας αφορά μόνο (ή έστω κυρίως) οικονομικές δραστηριότητες; Γιατί άραγε το ΣτΕ στη νομολογία του δεν ξεκίνησε από άλλα πράγματα, πιο «πράσινα» αλλά με λιγότερο οικονομικό ενδιαφέρον και περισσότερες αντιδράσεις; Δεν μπορούσε το ΣτΕ να ζητήσει από τη διοίκηση πρώτα μελέτη φέρουσας ικανότητας για τις γεωτρήσεις νερού, για παράδειγμα; Η εξάντληση των υδατικών πόρων, για παράδειγμα στον κάμπο της Λάρισας, στη Θεσσαλία, στην Αργολίδα κλπ, δεν είναι γεγονός; Ναι, θα απαντούσε κάποιος, αλλά αυτά περιλαμβάνονται ήδη στα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής. Το ίδιο, είναι η πραγματικότητα, συμβαίνει και με τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωρικής Ανάπτυξης. Μα, ίσως θα μπορούσε να ξεκινήσει με κάτι άλλο: για παράδειγμα, ποια είναι η φέρουσα ικανότητα της χώρας για καλλιέργεια πατάτας; Ή βαμβακιού; Ροδακινιές αντέχουμε άλλες; Κλήματα και αμπελώνες; Μπορεί το ΣτΕ να κάνει τέτοιες κρίσεις; Ή μας νοιάζουν μόνο τα τουριστικά νησιά; Μήπως οι αγρότες είναι πολλοί και οργανωμένοι; Μήπως η αγροτική γη δεν έχει τόση αξία όση η (πιθανή) τουριστική;
Και γιατί να σταματήσουμε τη μελέτη φέρουσας ικανότητας σε δραστηριότητες; Γιατί το ΣτΕ δεν ζητά αντίστοιχη μελέτη φέρουσα ικανότητας για ζώα ή ψάρια; Πόσες γάτες ή σκύλοι χωράνε στην Ελλάδα; Ή ακόμη χειρότερα: πόσοι άνθρωποι χωράνε σε ένα μικρό νησί; Και όσους τυχόν περισσεύουν τί θα τους κάνουμε; Θα τους εξορίσουμε; Να παντρευτούν κάποιον από αλλού θα μπορούν οι κάτοικοι αν έχει φτάσει το νησί το όριο ή θα κάνουν χωροταξικό έγκλημα;
Και, αλήθεια, υπάρχει κάποια επιστημονική μελέτη που να αποδεικνύει ότι ο «φόρτος» που φέρει ένας ανήλικος και ένας ενήλικος σε μια περιοχή είναι ο ίδιος; Έχει κάνει κανείς ποιοτική ανάλυση του «φόρτου»; Ας πούμε ότι έχουμε ανάλυση του «φόρτου» για τις υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης (όπως τις έχουμε). Για τις υπόλοιπες δραστηριότητες; Ξέρουμε, ας πούμε, πόσα παιχνίδια κρυφτό μπορούν να παίζουν τα παιδιά στα μικρά νησιά; Πόσοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν μπάνιο στις παραλίες ενός νησιού, αφού μιλάμε ειδικά για τουρισμό; Και πώς θα περιοριστεί η πρόσβαση στη δημόσια παραλία; Ή ακόμη χειρότερα: είναι ίδιος ο φόρτος (στα κτίρια, στις υποδομές κλπ) ενός ανθρώπου πενήντα κιλών με έναν άνθρωπο 150 κιλών; Είναι ίδιος ο «φόρτος» ενός σωματικά υγιούς και ενός ΑμΕΑ; Με ποιες μελέτες αποδεικνύεται το μεν ή το δε; Και πώς, «επιστημονικά», χωράνε όλοι και όλα στις εκτιμήσεις της φέρουσας ικανότητας;
Η υπερβολή στα ανωτέρω παραδείγματα δείχνει απλά το μέγεθος της άτοπης προσέγγισης της έννοιας της φέρουσας ικανότητας. Ακριβώς διότι δεν υπάρχει ούτε επιστημονική συμφωνία στο αντικείμενο ούτε κοινή λογική στην ανάλυση.
Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι το ΣτΕ δεν ξεκίνησε τις κρίσεις του από παρθένο έδαφος, εκεί που δεν υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός… Ξεκίνησε από τα νησιά, όπου υπάρχει κάποιο πλαίσιο χωροταξίας. Αλλά «ξέχασε» το ΣτΕ να «σκεφθεί» στις αποφάσεις του να καθιερώσει όρια στη θάλασσα, όπου τώρα δημιουργείται χωροταξικό πλαίσιο. Αλήθεια, τη φέρουσα ικανότητα της αλιείας δεν την σκέφθηκε το ΣτΕ; Τη φέρουσα ικανότητα στα πέλαγα για τα προσφάτως νομοθετημένα υπεράκτια αιολικά πάρκα; Τη φέρουσα ικανότητα της ναυτιλίας (όχι της ακτοπλοϊκής) πώς και δεν την εξέτασε; Εκεί υπερτερούν οι διεθνείς συμφωνίες ναυσιπλοΐας μήπως – ή οι εφοπλιστές; Αλλά στο έδαφος δεν υπάρχουν διεθνείς συνθήκες και υπέρτερα συνταγματικά δικαιώματα;
Δυστυχώς, το ΣτΕ αποφάσισε να περπατήσει έναν λανθασμένο δρόμο. Είναι δουλειά της υπόλοιπης Πολιτείας να διορθώσει το λάθος. Και δουλειά των πολιτών να κρίνουν, να αποφασίσουν και εν τέλει να τιμωρήσουν, με την ψήφο τους, όταν κάποιοι του στερούν τα αυτονόητα. Άλλωστε και οι δικαστές δικάζουν στο όνομα του Ελληνικού Λαού. Αλλά ειδικά για τη φέρουσα ικανότητα ο λαός ούτε είχε μιλήσει ούτε ρωτήθηκε….
Επιστημονικές αλήθειες που καταρρίπτουν την ανάγκη για νομική καθιέρωση της φέρουσας ικανότητας
Στην πραγματικότητα η φέρουσα ικανότητα είναι μια επιστημονική έννοια της οικολογίας και αναφέρεται στο πόσα είδη (φυτών, ζώων κλπ) αντέχει ένα οικοσύστημα πριν αρχίσει να αυτοκαταστρέφει τους πόρους που το συντηρούν.
Το πρόβλημα με την προσπάθεια κάποιων να μεταφέρουν ένα μοντέλο της οικολογικής επιστήμης στην πολιτική και στην χωροταξία είναι ότι αγνοούν την πραγματικότητα – και μαζί τις κοινωνικές επιστήμες, την οικονομία και την τεχνολογία. Στην οικολογία, ένας βιότοπος είναι συγκεκριμένος (με συγκεκριμένο κλίμα, νερά, τροφή, είδη, πόρους κλπ), ενώ στην πολιτική και στη χωροταξία ένας τόπος είναι σχετικός: ο πληθυσμός αυξάνεται και μειώνεται (χειμώνα – καλοκαίρι, μέσα στα χρόνια κλπ), η τροφή και το νερό είναι αγαθά που πωλούνται και μεταφέρονται, το περιβάλλον ρυθμίζεται νομικά, τα τεχνολογικά μέσα και οι κατασκευές αλλάζουν τα δεδομένα. Η φέρουσα ικανότητα επομένως είναι στο χέρι και τις επιλογές των ανθρώπων σε μια περιοχή, ενώ στη φύση (στην οικολογική επιστήμη) είναι αυτορυθμιζόμενη έννοια.
Και όπως αναφέραμε και πιο πάνω, αλλά οι ορκισμένοι φίλοι της «φέρουσας ικανότητας» θέλουν να ξεχάσουμε και δεν μιλούν καθόλου για αυτό, η πραγματικότητα και η επιστήμη ΔΕΝ υποστηρίζουν την καθιέρωση της φέρουσας ικανότητας για έναν βασικό και κυρίαρχο λόγο: δεν υπάρχουν αντικειμενικά, επιβεβαιώσιμα, συγκρίσιμα και ποσοτικοποιημένα στοιχεία και δεδομένα που να στηρίζουν αναλύσεις φέρουσας ικανότητας. Δεν υπάρχει, εγχωρίως ή διεθνώς, ούτε κάποια σταθερά ούτε κάποια αντικειμενική μεθοδολογία για να βασιστεί κάποιος. Αυτό που έχει ζητήσει το ΣτΕ (μελέτες φέρουσας ικανότητας) θα είναι «ελληνική πατέντα» και όχι επιστημονική δουλειά. Η αλήθεια είναι ότι τα δεδομένα και οι δυνατότητες αλλάζουν συνεχώς, ενώ οι επιλογές στην πραγματικότητα είναι πολιτικές. Η χωροταξία και η πολεοδομία (και οι αντίστοιχες μελέτες) το έχουν ενσωματώσει αυτό ως ανάλυση – επομένως ποια ανάγκη υπάρχει για νέα είδη μελετών;
Αν πιάσουμε μάλιστα ειδικά τον τουρισμό, όπου για αυτόν γίνεται η κύρια μάχη τα τελευταία χρόνια (ειδικά με αποφάσεις του ΣτΕ για Πάρο, Ίο κλπ), το πρόβλημα μάλλον είναι πιο σοβαρό και πιο πολιτικό. Αν υπερισχύσουν οι βαθιά συντηρητικές επιλογές που προετοιμάζονται, δηλαδή να θεωρηθούν όσα έγιναν ως βάση για το τί χωράει, για παράδειγμα σε ένα νησί των Κυκλάδων, τότε θα καταλήξουμε στο «ότι έγινε είναι καλώς καμωμένο» και «δεν σας θέλουμε, κύριοι, να πάτε αλλού»… Μόνο που ως χώρα το έχουμε πληρώσει αυτό ακριβά – και οι Κυκλάδες ακόμη περισσότερο: το ίδιο έχει συμβεί με τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας απορριμμάτων και τις χωματερές. Είναι αυτό που στην επιστήμη περιγράφεται ως φαινόμενο NIMBY: Not In My BackYard, μακριά από εμένα και όπου θέλετε…
Πέντε υστερόγραφα με σημασία
ΥΓ1: Μνημόνευε, λίγο μετά την καθιέρωση του Συντάγματος του 1975, στη Βουλή, ο αείμνηστος Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής τον δημαγωγό Κλέωνα (σε ελεύθερη απόδοση, και ας είναι στιγματισμένος ο Κλέωνας από τον Αριστοφάνη και τον Θουκυδίδη): σε ένα κράτος είναι καλύτερο να έχεις κακούς νόμους, που τηρούνται, παρά καλούς νόμους, που δεν τηρούνται… Αυτός θα έπρεπε να είναι ο στόχος τόσο της κυβέρνησης όσο και του ΣτΕ: να εφαρμοστούν οι νόμοι, όχι να καθιερωθούν (περιττοί) νέοι…. (Αξίζει να δείτε την ομιλία Kαραμανλή στο youtube, έστω σε βίντεο από ιδιώτη χρήστη – κοιτάξτε ιδίως ανάμεσα στο 1:00 και 2:00 του video…)
ΥΓ2: Στην ίδια ομιλία του Κλέωνα, από όπου πήρε το απόσπασμα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αναφέρεται επίσης, λίγο αργότερα: «αμάθεια συνδυασμένη με σύνεση είναι πιο ωφέλιμη από επιδεξιότητα συνδυασμένη με ασυδοσία κι ακόμη πως, γενικότερα, οι απλοί άνθρωποι κυβερνούν τις πόλεις καλύτερα από τους σπουδαίους. Γιατί οι τελευταίοι θέλουν να φαίνονται σοφότεροι από τους νόμους και να επιβάλλουν τη γνώμη τους σε κάθε συζήτηση που γίνεται στη σύναξη του λαού, σαν να μην ήταν δυνατό να δείξουν τη σοφία τους σε άλλα σπουδαιότερα ζητήματα, με αποτέλεσμα να οδηγούν συχνά τις πόλεις στην καταστροφή. Αντίθετα, οι πρώτοι, οι απλοί, μια και δεν έχουν εμπιστοσύνη στη νοημοσύνη τους, δέχονται ότι είναι λιγότερο σοφοί από τους νόμους και λιγότερο ικανοί στο να επικρίνουν το λόγο εκείνου που μίλησε σωστά, κι επειδή είναι μάλλον αμερόληπτοι κριτές παρά ανταγωνιστές, αποφασίζουν, τις περισσότερες φορές, σωστά». Οι υπογραμμίσεις είναι του συντάκτη, αλλά ας παραμείνει η σύγκριση και η αντιστοίχιση στο χέρι του κάθε αναγνώστη…
ΥΓ3: Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να δει, με απλές αναζητήσεις στο διαδίκτυο, ποιοι νομικοί κύκλοι, ποιες «συλλογικότητες» και ποια – ποιες ΜΚΟ κόπτονται εδώ και χρόνια για τη φέρουσα ικανότητα. Και ας βγάλει τα συμπεράσματα που θέλει ο καθένας μόνος του….
ΥΓ4: αλήθεια, όταν κάποιοι κόπτονται για τη συμβατότητα της ελληνικής νομοθεσίας με το κοινοτικό δίκαιο στον τομέα του περιβάλλοντος, πώς αλήθεια ξεχνούν την υποχρέωση δέουσας περιβαλλοντικής εκτίμησης προ της εισαγωγής μεγάλων σχεδίων-προγραμμάτων όπως θα έλεγε κάποιος ότι είναι η καθιέρωση της φέρουσας ικανότητας στη χωροταξική νομοθεσία; Μόνο τα καλά και συμφέροντα; Μήπως κάποιοι φοβούνται ότι θα καταλάβουν «οι κουτόφραγκοι» το «κόλπο» που πάει να στηθεί για τα εμπόδια εισόδου στην αγορά;
ΥΓ5: όσοι υπηρετούν πολιτικές που προσομοιάζουν στο «μικρή/πτωχή, πλην τίμια Ελλάς» αυτοί δηλαδή που θέλουν τα λίγα και να κρατήσει η χώρα μια απροσδιόριστη ηθική αξία, ας σκεφθούν πώς έχει πληρώσει η χώρα ιστορικά τέτοιες πολιτικές….