Συμφωνία για να μειωθούν οι εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου από τις θαλάσσιες μεταφορές, έναν ιδιαίτερα ρυπογόνο τομέα, επιτεύχθηκε μεταξύ των χωρών μελών του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού, οργάνου των Ηνωμένων Εθνών, έπειτα από ημέρες συνομιλιών που διεξήχθησαν στην έδρα του οργανισμού στο Λονδίνο, τονίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Το κείμενο αυτό προβλέπει κυρίως «ενδεικτικούς» (συνεπώς μη υποχρεωτικούς) στόχους για τη μείωση των ρυπογόνων εκπομπών κατά τουλάχιστον 20%, αλλά με στόχο τη μείωση κατά 30% μέχρι το 2030, και κατά τουλάχιστον 70%, αλλά με στόχο το 80% μέχρι το 2040, σε σύγκριση με το 2008.

Η συμφωνία επιτεύχθηκε έπειτα από μια εβδομάδα συνομιλιών της Επιτροπής Προστασίας του Θαλάσσιου Περιβάλλοντος στο Λονδίνο, στην έδρα του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού, στις οποίες συμμετείχαν περίπου 100 χώρες.

Μη κυβερνητικές οργανώσεις εκτιμούν ήδη πως ο συμβιβασμός είναι απογοητευτικός σε σύγκριση με τους στόχους που είχαν πολυάριθμες χώρες πριν από τη συνάντηση, και ανεπαρκής για να βάλει τον τομέα σε πορεία προς μια μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που να ευθυγραμμίζεται με τη συμφωνία του Παρισιού του 2015.

Το 2018, ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός είχε αναθέσει στους μεταφορείς το στόχο να μειώσουν τις εκπομπές τους διοξειδίου του άνθρακα κατά 50% το 2050 σε σύγκριση με το 2008.

Όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητούσε στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων αυτής της εβδομάδας ένα πιο φιλόδοξο στόχο μηδενικών καθαρών εκπομπών το 2050 με δύο ενδιάμεσα στάδια: μείωση κατά 29% το 2030 και κατά 83% το 2040.

Τα νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού, που απειλούνται ιδιαίτερα από την άνοδο της θερμοκρασίας, ήθελαν ακόμη πιο φιλόδοξους στόχους και υποστηρίζονταν από τις ΗΠΑ και τον Καναδά: -96% μέχρι το 2040.

Αντιθέτως, αριθμός μεγάλων εξαγωγέων, όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Αργεντινή, μεταξύ άλλων, υποστήριξαν πως οι υπερβολικά αυστηροί στόχοι θα ωφελούσαν τις πλούσιες χώρες σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών.

Αντιτάχθηκαν κυρίως στο σχέδιο για ένα φόρο άνθρακα, που υποστηριζόταν από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και από επιχειρήσεις όπως ο γίγαντας των θαλάσσιων μεταφορών Maersk.

Το ενδεχόμενο να επιβληθεί ένας φόρος δεν περιλαμβάνεται πλέον στο σχέδιο συμφωνίας.

Τα 100.000 πλοία του τομέα μεταφέρουν το 90% των εμπορευμάτων στον κόσμο και ευθύνονται για σχεδόν το 3% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

«Το επίπεδο της φιλοδοξίας της συμφωνίας είναι πολύ κατώτερο αυτού που είναι απαραίτητο για να παραμείνει η άνοδος της θερμοκρασίας στον πλανήτη κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου και η διατύπωση του κειμένου είναι αόριστη και το κείμενο δεν έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα», υπογράμμισε η ΜΚΟ Clean Shipping Coalition.

Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – «Να αρχίσει η εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν»

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο πλαίσιο του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) για την αναθεώρηση της στρατηγικής του 2018 για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα πλοία. Όπως αναφέρει στην σχετική ανακοίνωση, η συμφωνία αποτελεί ορόσημο για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα των διεθνών θαλάσσιων μεταφορών και για τη διασφάλιση της δίκαιης συμβολής του ναυτιλιακού τομέα στην επίτευξη των στόχων της συμφωνίας του Παρισιού, ανάλογα με το μερίδιό του 3% στις παγκόσμιες εκπομπές. Τώρα που έχει επιτευχθεί η συμφωνία, είναι σημαντικό να αρχίσει η εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν.

Η αναθεωρημένη στρατηγική για το 2023 θέτει ως στόχο καθαρές μηδενικές εκπομπές από τα πλοία «έως ή γύρω από το 2050». Πρόκειται για σημαντική αύξηση του επιπέδου φιλοδοξίας σε σύγκριση με την υφιστάμενη στρατηγική για το 2018, η οποία αποσκοπούσε στη μείωση των εκπομπών από τα πλοία κατά μόλις 50 % στον ίδιο χρονικό ορίζοντα. Συμφωνήθηκε επίσης μια πορεία με ενδεικτικά σημεία ελέγχου που καθορίστηκαν για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τα πλοία κατά τουλάχιστον 20 % -επιδιώκοντας 30%- το 2030 και τουλάχιστον 70% -επιδιώκοντας 80%- το 2040, αμφότερα σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2008. Η Επιτροπή είναι έτοιμη να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη της ΕΕ και άλλα μέρη του ΔΝΟ για την εφαρμογή μιας πορείας που συνάδει με τον στόχο της συμφωνίας του Παρισιού για τη θερμοκρασία.

Η στρατηγική θέτει επίσης ως σημαντικό στόχο την υιοθέτηση τεχνολογιών, καυσίμων και/ή πηγών ενέργειας μηδενικών ή σχεδόν μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 σε ποσοστό τουλάχιστον 5 %, με στόχο την υιοθέτηση τεχνολογιών, καυσίμων και/ή πηγών ενέργειας με μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Ο στόχος αυτός θα θέσει σε κίνηση τη μετάβαση, στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα στους κλάδους της ναυτιλίας και των καυσίμων και παρέχοντας κίνητρα για τις απαιτούμενες επενδυτικές αποφάσεις και επιλογές καυσίμων.

Τέλος, σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος όσον αφορά τα μέτρα για την υλοποίηση των στόχων. Ο ΔΝΟ κατέληξε σε συναίνεση σχετικά με την ανάγκη θέσπισης τέτοιων μέτρων έως το 2025 και ότι θα πρέπει να περιλαμβάνουν ένα πρότυπο που θα ρυθμίζει τη σταδιακή μείωση της έντασης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου των καυσίμων πλοίων και έναν μηχανισμό τιμολόγησης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη ναυτιλία. Τα μέτρα θα αναπτυχθούν με βάση μια ολοκληρωμένη εκτίμηση επιπτώσεων που θα διασφαλίζει ότι μειώνουν αποτελεσματικά τις εκπομπές από τον τομέα, συμβάλλοντας παράλληλα σε ισότιμους όρους ανταγωνισμού και σε δίκαιη και ισότιμη μετάβαση που δεν θα αφήνει κανέναν στο περιθώριο.

Τα επίπεδα φιλοδοξίας και τα ενδεικτικά σημεία ελέγχου λαμβάνουν υπόψη τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής των καυσίμων πλοίων με στόχο τη μείωση των εκπομπών εντός των ορίων του ενεργειακού συστήματος της διεθνούς ναυτιλίας, αποτρέποντας έτσι τη μετατόπιση των εκπομπών σε άλλους τομείς. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την έγκριση των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την ένταση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής των καυσίμων πλοίων, οι οποίες παρέχουν στέρεα θεμέλια για τα επόμενα έτη και εγγυώνται τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Τα κράτη μέλη της ΕΕ και η Επιτροπή συνεργάστηκαν στενά και επέδειξαν ηγετικό ρόλο για τη διευκόλυνση της σύναψης συμφωνίας σήμερα. Η ΕΕ θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τα μέρη του ΔΝΟ για τη λήψη σαφών και φιλόδοξων μέτρων έως το 2025, καθώς και για τη συνέχιση της παροχής βοήθειας στις αναπτυσσόμενες και λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.