Ιδιαίτερες αντοχές εξακολουθεί να δείχνει η ελληνική αγορά εξοχικής κατοικίας, με την τοποθέτηση κεφαλαίων να συνεχίζεται αμείωτη και το α’ τρίμηνο του 2023. Σύμφωνα με τις κύριες τάσεις στην κτηματαγορά, η αξία των κατοικιών που πωλήθηκαν φέτος αυξήθηκε κατά 4%, ο αριθμός των συναλλαγών σημείωσε ετήσια άνοδο κατά 10%, όμως, η μέση τιμή πώλησης ανά ακίνητο υποχώρησε κατά 12%. Σημαντική είναι η απήχηση της επιλογής αγοράς εξοχικών κατοικιών από τα σχέδια (off-plan) μεταξύ των ξένων επενδυτών στην Ελλάδα. Μάλιστα, οι περισσότερες πωλήσεις του φετινού πρώτου τριμήνου αφορούσαν σε κατασκευές που δεν έχουν ακόμα ξεκινήσει να υλοποιούνται, δηλαδή από τα σχέδια.
Αυτά αναφέρονται, μεταξύ άλλων, σε σχετική ανάλυση τριμήνου (Α’ Τρίμηνο 2023 έναντι Α’ Τρίμηνο 2022) της εταιρείας Elxis, η οποία ειδικεύεται στην παροχή κτηματομεσιτικών και νομικών υπηρεσιών στην ελληνική αγορά εξοχικής κατοικίας, με πάνω από 30 χρόνια εμπειρίας στη διαχείριση αγοραπωλησιών κατοικιών. Η ελληνική εταιρεία με έδρα την Ολλανδία και παρουσία σε Θεσσαλονίκη και Κρήτη, καταγράφει τη μεγάλη αύξηση της ζήτησης για εξοχικές κατοικίες από ξένους και για το 2023. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Elxis, το 17,4% των πελατών της αγόρασε ακίνητα προκειμένου να εξασφαλίσει τη «Χρυσή Βίζα» και αυτοί προέρχονταν κυρίως από τη Μεγάλη Βρετανία. Η δε δημοφιλέστερη περιοχή ήταν η Κρήτη ενώ ακολούθησε το Ιόνιο.
Ανοδικά οι συναλλαγές, μειώθηκε η μέση αξία
Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Γαβριηλίδη, ιδρυτή και διευθύνων σύμβουλο της Elxis, τόσο ο αριθμός των συναλλαγών, όσο και το συνολικό ύψος της επένδυσης, κινήθηκαν ανοδικά. Την ίδια στιγμή όμως, η μέση αξία ανά ακίνητο που μεταβιβάστηκε υποχώρησε φέτος, παρότι ο συνολικός όγκος ήταν υψηλότερος. Κατά τον ίδιο, αυτό οφείλεται στο ότι φέτος, έχει μειωθεί το διαθέσιμο budget για αγορά κατοικίας. «Καταρχάς, τα υψηλότερα επιτόκια, σημαίνει ότι οι πελάτες μας έχουν μειωμένη αγοραστική δύναμη σε σχέση με πέρσι. Τα προηγούμενα χρόνια, οι περισσότερες συναλλαγές χρηματοδοτούνταν κυρίως μέσω τραπεζικού δανεισμού, καθώς το κόστος χρήματος βρισκόταν σε ιστορικά χαμηλό σημείο. Τώρα, οι πιο πολλοί πελάτες μας χρησιμοποιούν ίδια κεφάλαια, χωρίς τραπεζικό δανεισμό, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί και το διαθέσιμο budget, κάτι που εξηγεί και το ότι η μέση αξία ανά συναλλαγή φέτος, έχει μειωθεί κατά 12%», υπογραμμίζει ο κ. Γαβριηλίδης.
Η «Χρυσή Βίζα»
Βασική διαφοροποίηση σε σχέση με τις αγοραστικές συνήθειες, ιδίως των Βρετανών επενδυτών, είναι φέτος το πρόγραμμα χορήγησης επενδυτικής άδειας παραμονής. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Elxis, το 2022 ένα τυπικό ζευγάρι αγοραστών από τη Μεγάλη Βρετανία, που είχε αποταμιεύσει 500.000 ευρώ, θα χρησιμοποιούσε το 50% των χρημάτων αυτών και θα δανειοδοτούνταν για το υπόλοιπο 50%, προκειμένου να αποκτήσει το σπίτι των ονείρων του, αντί ενός συνολικού ποσού της τάξεως των 500.000 – 600.000 ευρώ. Φέτος όμως, το ίδιο ζευγάρι θα χρησιμοποιήσει μόνο τα διαθέσιμα 250.000 ευρώ, που είναι και το ελάχιστο όριο επένδυσης, προκειμένου να εξασφαλίσει την άδεια παραμονής, μέσω του προγράμματος «Χρυσή Βίζα».
Στροφή σε νεόδμητες κατασκευές
Μια ακόμα σημαντική τάση που καταγράφει φέτος η Elxis αφορά την στροφή σε νεόδμητες κατασκευές. Πολλές εξ αυτών προσφέρονται σε συνδυασμό με υπηρεσίες διαχείρισης κι εκμετάλλευσης, δηλαδή ως ένα ολοκληρωμένο επενδυτικό προϊόν. Αυτό έχει μεγάλη απήχηση μεταξύ πολλών ενδιαφερόμενων, που αναζητούν μια καλή απόδοση της επένδυσής τους στην αγορά ακινήτων, καθώς υπολογίζεται ότι κατά μέσο όρο, το κόστος αγοράς ενός ακινήτου από τα σχέδια είναι 20% χαμηλότερο, σε σχέση με την αγορά ενός ετοιμοπαράδοτου ακινήτου. Επιπλέον, τα νεόδμητα σπίτια προσφέρουν και σημαντικά υψηλότερη απόδοση βραχυπρόθεσμα, καθώς μπορούν να εκμισθωθούν έναντι ενός υψηλότερου ενοικίου, σε σχέση με ένα υφιστάμενο ακίνητο μεγαλύτερης ηλικίας.
Έτσι εξηγείται και η προτίμηση πολλών επενδυτών για την αγορά εξοχικής κατοικίας της Κρήτης. «Κατά την διάρκεια των τελευταίων έξι μηνών, λανσάραμε επιτυχώς αρκετά νέα έργα στην Κρήτη, με ανεξάρτητες βίλες με πισίνα και κόστος αγοράς της τάξεως των 250.000 ευρώ, ενώ τα διαμερίσματα που βρίσκονται “πάνω στο κύμα”, εκκινούν από τα 300.000 ευρώ», καταλήγει ο κ. Γαβριηλίδης.