«Βελτιωμένες προοπτικές, παρά τις επίμονες προκλήσεις», βλέπει για το σύνολο της ευρωπαϊκής οικονομίας η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις εαρινές οικονομικές προβλέψεις που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.

«Η ευρωπαϊκή οικονομία εξακολουθεί να επιδεικνύει ανθεκτικότητα σε ένα δύσκολο παγκόσμιο πλαίσιο. Οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας, η μείωση των περιορισμών στον εφοδιασμό και η ισχυρή αγορά εργασίας στήριξαν έναν μέτριο ρυθμό ανάπτυξης το πρώτο τρίμηνο του 2023, εξαλείφοντας τους φόβους για ύφεση», τονίζει η Επιτροπή.

 

Αυτή η καλύτερη από την αναμενόμενη έναρξη του έτους ανεβάζει τις προοπτικές ανάπτυξης για την οικονομία της ΕΕ σε 1% το 2023 (0,8% στις χειμερινές ενδιάμεσες προβλέψεις του Φεβρουαρίου) και σε 1,7% το 2024 (1,6% το Φεβρουάριο). Οι αναθεωρημένες προς τα πάνω προβλέψεις για τη ζώνη του ευρώ είναι παρόμοιου μεγέθους, με την αύξηση του ΑΕΠ να αναμένεται τώρα σε 1,1% και 1,6% το 2023 και το 2024 αντίστοιχα.

 

Σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,3% στην ΕΕ και κατά 0,1% στη ζώνη του ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2023. Οι προπορευόμενοι δείκτες υποδηλώνουν συνέχιση της ανάπτυξης το β΄ τρίμηνο.

«Η ευρωπαϊκή οικονομία κατάφερε να περιορίσει τις δυσμενείς επιπτώσεις του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, αντιμετωπίζοντας την ενεργειακή κρίση χάρη στην ταχεία διαφοροποίηση του εφοδιασμού και τη μεγάλη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου. Οι σημαντικά χαμηλότερες τιμές της ενέργειας λειτουργούν ευεργετικά μέσω της οικονομίας, μειώνοντας το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων. Οι καταναλωτές βλέπουν επίσης τους λογαριασμούς ενέργειας να μειώνονται, αν και η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να παραμείνει υποτονική, καθώς η αύξηση των μισθών υπολείπεται του πληθωρισμού», αναφέρει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της.

 

Καθώς ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός, οι όροι χρηματοδότησης αναμένεται να καταστούν ακόμη πιο αυστηροί. «Αν και η ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες της ΕΕ αναμένεται να πλησιάσουν στο τέλος του κύκλου αύξησης των επιτοκίων, η πρόσφατη αναταραχή στον χρηματοπιστωτικό τομέα είναι πιθανό να αυξήσει την πίεση στο κόστος και στην ευκολία πρόσβασης σε πιστώσεις, επιβραδύνοντας την αύξηση των επενδύσεων και πλήττοντας ιδίως τις επενδύσεις σε κατοικίες», εκτιμά η Επιτροπή.

 

Σε ετήσια βάση, ο δομικός πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ το 2023 αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 6,1%, προτού υποχωρήσει σε 3,2% το 2024, παραμένοντας πάνω από τον ονομαστικό πληθωρισμό και τα δύο έτη της πρόβλεψης.

Μετά την κορύφωσή του το 2022, ο ονομαστικός πληθωρισμός συνέχισε να μειώνεται το α’ τρίμηνο του 2023 εν μέσω απότομης επιβράδυνσης των τιμών της ενέργειας. Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός (ονομαστικός πληθωρισμός εκτός ενέργειας και μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής) αποδεικνύεται πιο επίμονος. Το Μάρτιο έφθασε σε ιστορικά υψηλό επίπεδο 7,6 %, αλλά αναμένεται να μειωθεί σταδιακά κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων, καθώς τα περιθώρια κέρδους απορροφούν υψηλότερες μισθολογικές πιέσεις και οι συνθήκες χρηματοδότησης γίνονται αυστηρότερες. Από την προκαταρκτική εκτίμηση του Απριλίου του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή για τη ζώνη του ευρώ,προκύπτει οριακή μείωση του ποσοστού του δομικού πληθωρισμού, γεγονός που υποδηλώνει ότι ενδέχεται να έχει κορυφωθεί το α ΄ τρίμηνο, όπως προβλεπόταν.

 

Για την αγορά εργασίας, η Επιτροπή προβλέπει ότι θα παραμείνει «ανθεκτική», έναντι της οικονομικής επιβράδυνσης. Το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ σημείωσε νέο χαμηλό επίπεδο ρεκόρ 6 % τον Μάρτιο του 2023, ενώ τα ποσοστά συμμετοχής και απασχόλησης βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα ρεκόρ. Η αγορά εργασίας της ΕΕ αναμένεται να αντιδράσει ήπια μόνο στον βραδύτερο ρυθμό οικονομικής επέκτασης. Η αύξηση της απασχόλησης προβλέπεται να ανέλθει σε 0,5 % φέτος, προτού μειωθεί στο 0,4 % το 2024. Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να παραμείνει μόλις πάνω από το 6 %. Η αύξηση των μισθών ανέκαμψε από τις αρχές του 2022, αλλά μέχρι στιγμής έχει παραμείνει αρκετά κάτω από τον πληθωρισμό. Αναμένονται πιο σταθερές αυξήσεις των μισθών λόγω της επίμονης ακαμψίας των αγορών εργασίας, των ισχυρών αυξήσεων των κατώτατων μισθών σε αρκετές χώρες και, γενικότερα, της πίεσης από τους εργαζομένους να ανακτήσουν την απώλεια της αγοραστικής δύναμης.

 

Τα δημόσια ελλείμματα αναμένεται να μειωθούν ιδίως το 2024, προβλέπει η Επιτροπή. Παρά τη θέσπιση μέτρων στήριξης για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας, η ισχυρή ονομαστική ανάπτυξη και η ανάκληση των υπολειπόμενων μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση του συνολικού δημοσίου ελλείμματος της ΕΕ το 2022, στο 3,4 % του ΑΕΠ. Το 2023 και πιο πολύ το 2024, η πτώση των τιμών της ενέργειας αναμένεται να επιτρέψει στις κυβερνήσεις να καταργήσουν σταδιακά τα ενεργειακά μέτρα στήριξης, οδηγώντας σε περαιτέρω μειώσεις του ελλείμματος σε 3,1% και 2,4 % του ΑΕΠ αντίστοιχα.

 

Ο συνολικός δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ της ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί σταθερά σε επίπεδο κάτω του 83 % το 2024 (90 % στη ζώνη του ευρώ), ποσοστό που εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από τα προ της πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο, η Επιτροπή τονίζει ότι «υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια στη δημοσιονομική πορεία των κρατών μελών». Ενώ ο πληθωρισμός μπορεί να στηρίξει τη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών βραχυπρόθεσμα, το αποτέλεσμα αυτό αναμένεται να εξανεμιστεί με την πάροδο του χρόνου, καθώς το κόστος αποπληρωμής του χρέους αυξάνεται και οι δημόσιες δαπάνες προσαρμόζονται σταδιακά στο υψηλότερο επίπεδο τιμών.

 

Οι καθοδικοί κίνδυνοι για τις οικονομικές προοπτικές έχουν αυξηθεί, επισημαίνει η Επιτροπή. Ο πιο επίμονος δομικός πληθωρισμός θα μπορούσε να συνεχίσει να περιορίζει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και να επιβάλει ισχυρότερη αντίδραση νομισματικής πολιτικής, με ευρείες μακροοικονομικές προεκτάσεις. Επιπλέον, νέα επεισόδια οικονομικών πιέσεων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εντονότερη αυστηροποίηση των όρων δανειοδότησης σε σχέση με την παρούσα πρόβλεψη. Ένας επεκτατικός προσανατολισμός της δημοσιονομικής πολιτικής θα τροφοδοτούσε περαιτέρω τον πληθωρισμό, γεγονός που θα αντέβαινε στη δράση της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, ενδέχεται να προκύψουν νέες προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία μετά την αναταραχή στον τραπεζικό τομέα ή σε σχέση με ευρύτερες γεωπολιτικές εντάσεις. Στη θετική πλευρά, οι πιο ευνοϊκές εξελίξεις των τιμών της ενέργειας θα οδηγήσουν σε ταχύτερη μείωση του ονομαστικού πληθωρισμού, με θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις στην εγχώρια ζήτηση. Τέλος, υπάρχει επίμονη αβεβαιότητα που απορρέει από τη συνεχιζόμενη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.