Τα επόμενα χρόνια αναμένεται να εκδηλωθούν δασικές πυρκαγιές με αυξανόμενο μέγεθος και ένταση, με αρνητικές επιπτώσεις σε πολλούς τομείς της οικονομίας και στη ζωή των πολιτών ενώ θα επηρεαστούν πολυάριθμες οικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, γεωργικές εκμεταλλεύσεις και βιομηχανικές υποδομές ιδιαίτερα στη ζώνη διεπαφής του οικιστικού ιστού – φυσικού περιβάλλοντος.
Αυτές οι προειδοποιήσεις διατυπώνονται στην Έκθεση με θέμα: «Η Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή», της Επιτροπής για την Ανθεκτικότητα των Ελληνικών Δασικών Οικοσυστημάτων στην Κλιματική Αλλαγή-ΕΑΔΟ, τονίζεται σε ρεπορτάζ του ecopress.gr.
Η Έκθεση αποτελεί μία ολοκληρωμένη μελέτη για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της κλιματικής αλλαγής και τη σχέση της με τα δασικά οικοσυστήματα και τις δασικές πυρκαγιές στην Ελλάδα. Στην Έκθεση γίνεται εκτίμηση των μελλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην ανθεκτικότητα των δασών της Ελλάδας και παρατίθενται στόχοι και μέτρα για την άμβλυνση των επιπτώσεων αυτών.
Παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση, που διοργάνωσε η Ακαδημία Αθηνών, σε συνεργασία με το Μαριολοπούλειο – Καναγκίνειο Ίδρυμα Επιστημών Περιβάλλοντος στο Μέγαρο της Ακαδημίας Αθηνών. Απηύθυνε χαιρετισμό ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας κ. Χρήστος Στυλιανίδης. Εισαγωγική ομιλία έγινε από τον Γενικό Γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών και Εθνικό Εκπρόσωπο για την Κλιματική Αλλαγή κ. Χρήστο Ζερεφό.
Δασικές πυρκαγιές με αυξανόμενο μέγεθος και ένταση
-«Οι μελλοντικές κλιματικές συνθήκες αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στην έναρξη και στην εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών, οι οποίες εξαρτώνται, εκτός από τις μετεωρολογικές συνθήκες τόσο από τα βιοφυσικά χαρακτηριστικά της βλάστησης, όσο και από τη θέση, την τοπογραφία και την ιστορικότητα της περιοχής στην εμφάνιση δασικών πυρκαγιών. Η στατιστική ανάλυση δείχνει ότι η ετήσια καμένη έκταση στην Ελλάδα παρουσιάζει διαχρονικά ελαφρώς αυξητική τάση, ενώ χωρικά οι περιοχές της χώρας που πλήττονται περισσότερο από δασικές πυρκαγιές είναι η Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος» τονίζεται στην έκθεση και επισημαίνεται ότι:
-«Κατά τις ερχόμενες δεκαετίες αναμένεται να εκδηλωθούν δασικές πυρκαγιές με αυξανόμενο μέγεθος και ένταση, λόγω της σημαντικής αύξησης του αριθμού των ημερών με καιρικές συνθήκες που ευνοούν την έναρξη και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών. Μεγαλύτερο θα είναι το πρόβλημα στις περιοχές με πευκοδάση, όπου οι μεγάλες πυρκαγιές θα είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθούν από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, όχι μόνο σε περιοχές με πολύπλοκο ανάγλυφο αλλά και σε εκτάσεις με θαμνώδη βλάστηση».
Επισημαίνεται ότι αρνητικές επιπτώσεις αναμένονται σε πολλούς τομείς της οικονομίας και στη ζωή των πολιτών και ειδικότερα αναφέρεται ότι: «Πολυάριθμες οικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, γεωργικές εκμεταλλεύσεις και βιομηχανικές υποδομές θα επηρεαστούν, ιδιαίτερα στη ζώνη διεπαφής του οικιστικού ιστού – φυσικού περιβάλλοντος όπου και τα προληπτικά μέτρα προστασίας από τις πυρκαγιές κρίνονται επιτακτικά αναγκαία. Αναμένεται ότι φυσικές περιοχές που αποτελούν ενδιαιτήματα της άγριας ζωής, χλωρίδας και πανίδας θα αντιμετωπίσουν επίσης έντονες και μεγάλες πυρκαγιές. Ιδιαίτερη έμφαση προληπτικής διαχείρισης θα πρέπει να δοθεί στις προστατευόμενες περιοχές, αλλά και εκείνες που φιλοξενούν ιστορικά και πολιτισμικά στοιχεία της χώρας».
H αξία διατήρησης των δασών
Στην έκθεση της ΕΑΔΟ γίνονται αναφορές στις οικονομικές επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών συνδυαστικά με την αξία διατήρησης των δασών. Συγκεκριμένα επισημαίνεται ότι: «Οι εκτιμήσεις της ετήσιας αξίας των οικοσυστημικών υπηρεσιών των δασών κυμαίνονται από περίπου 30€ ανά στρέμμα έως 126.2 € ανά στρέμμα ανάλογα με την εκτίμηση. Επομένως, μία πυρκαγιά, η οποία θα κάψει 1.000 στρέμματα δασικής έκτασης θα δημιουργήσει ετήσιες ζημίες που ανάλογα με την προσέγγιση θα κυμαίνονται μεταξύ 30.000€ και 126.200€. Οι ζημίες αυτές αναφέρονται μόνο σε απώλειες οικοσυστημικών υπηρεσιών και δεν περιλαμβάνουν κόστη, τα οποία σχετίζονται με καταστροφές σε υποδομές ή ακίνητη περιουσία, καθώς και σε τραυματισμούς ή απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Συνεπώς, τα έργα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, τα οποία θα μειώσουν τον αριθμό των αναμενόμενων πυρκαγιών, θα οδηγήσουν σε σημαντικά οφέλη στις οικοσυστημικές υπηρεσίες. Τα παραγωγικά ελληνικά δάση, τα οποία καλύπτουν συνολική έκταση 39 εκατ. στρεμμάτων δημιουργούν σε ετήσια βάση οικοσυστημικές υπηρεσίες των οποίων η συνολική αξία ξεπερνά τα 2,83 δις. €/έτος με βαθμό βεβαιότητας 90%. Για μία εικόνα της συνολικής αξίας των Ελληνικών παραγωγικών δασών, αξίζει να σημειωθεί ότι η κεφαλαιοποιημένη αξία διατήρησης των δασών για τα επόμενα 100 χρόνια, με τον ίδιο βαθμό βεβαιότητας και με κοινωνικό επιτόκιο προεξόφλησης 1% είναι πάνω από 176 δις. €., ενώ ή αειφορική αξία διατήρησης των δασών για ένα πολύ μεγαλύτερο χρονικό ορίζοντα ξεπερνά από 283 δις. €».
Προληπτική ολιστική διαχείριση
«Η προληπτική ολιστική διαχείριση του τοπίου και της οικιστικής κοινότητας/ ανάπτυξης και η προσαρμοστική δασική διαχείριση για μεγαλύτερη ανθεκτικότητα των ελληνικών δασικών οικοσυστημάτων στην κλιματική αλλαγή, είναι φυσικά μια αδήριτη ανάγκη» τονίζεται στην έκθεση και σημειώνεται ότι:
-«Η διαιώνιση της ύπαρξης και λειτουργίας των δασικών οικοσυστημάτων εδράζεται στην προστασία και διατήρηση όλων των επιπέδων της βιοποικιλότητας που διαθέτουν. Για τον λόγο αυτό χρειάζονται μέτρα δασικής πολιτικής και διαχείρισης που μεγιστοποιούν την προσαρμογή του δάσους στην κλιματική αλλαγή, ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο των πυρκαγιών, ενώ παράλληλα βελτιώνουν τις οικοσυστημικές υπηρεσίες όπως π.χ. τη διατήρηση των υδατικών πόρων, την παραγωγή δασικών προϊόντων, την παραγωγή οξυγόνου. Ταυτόχρονα δεν θα παραβλέπουν και τις συνθήκες ενθάρρυνσης και ανάπτυξης του καίριου συντελεστή παραγωγής που ονομάζεται δασική εργασία του αγροτικού πληθυσμού της χώρας».
Νομοθετικά και τεχνολογικά μέτρα
Σχετικά με τα νομοθετικά και τεχνολογικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν αναφέρεται στην έκθεση ότι:
«Η Ελληνική Πολιτεία πρέπει να προωθήσει τις κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις με στόχο όχι μόνο να δημιουργηθούν διαχειριστικά σχέδια για την προσαρμογή των ήδη διαχειριζόμενων δασών στην κλιματική αλλαγή (παραγωγικά δάση), αλλά και για την εκπόνηση, για πρώτη φορά, σχεδίων διαχείρισης για δασικές εκτάσεις που δεν διαθέτουν προηγούμενα σχέδια διαχείρισης (π.χ. θερμόβια δάση κωνοφόρων ή θαμνώδεις εκτάσεις), τα οποία θα περιλαμβάνουν αναλύσεις που εξετάζουν τις βιοφυσικές, επιχειρησιακές, οικονομικές και υλικοτεχνικές πτυχές της εφαρμογής διαφορετικών σεναρίων δασικής διαχείρισης.
Εξόχως σημαντικές είναι οι τεχνολογικές υπηρεσίες που λειτουργούν επιχειρησιακά και υποστηρίζουν την έγκαιρη προειδοποίηση, εξέλιξη και αποτίμηση του καταστροφικού φαινομένου των δασικών πυρκαγιών (π.χ. υπηρεσίες ημερήσιας πρόβλεψης κινδύνου πυρκαγιάς, ανίχνευσης και παρακολούθησης ενεργών εστιών σε πραγματικό χρόνο, ανίχνευσης ενεργών εστιών σε σχεδόν πραγματικό χρόνο, χαρτογράφησης καμένων εκτάσεων σε σχεδόν πραγματικό χρόνο, μοντελοποίησης και πρόγνωσης της διασποράς του καπνού). Ωστόσο, προκειμένου να υπάρξει πρόληψη, αλλά και υποστήριξη στη λήψη αποφάσεων πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά το γεγονός, οι υπηρεσίες αυτές προτείνεται να αξιοποιηθούν άμεσα από την Πυροσβεστική Υπηρεσία και άλλους αρμόδιους φορείς, καθώς η συμβολή τους είναι καθοριστική στη διαχείριση των κρίσεων».
Οι απειλές
-«Οι κύριες απειλές για τα δάση και τα δασικά οικοσυστήματα της χώρας μας είναι οι δασικές πυρκαγιές, η αέρια ρύπανση, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι προσβολές εντόμων και μυκήτων και τα εισβάλοντα ξενικά είδη.
Υπό την επίδραση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής και ιδιαίτερα μετά το 2050 αναμένεται ότι όλες αυτές οι απειλές θα ενταθούν και ενδεχομένως θα πολλαπλασιαστούν με τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος για την Ελλάδα» τονίζεται στην έκθεση και υπογραμμίζεται ότι:
«Η Ελλάδα διαθέτει υψηλή ποικιλότητα δασικών τύπων βλάστησης και παρουσιάζει τον μεγαλύτερο αριθμό δασικών τύπων οικοτόπων ανά στρέμμα στην Ευρώπη. Η ζωική ποικιλότητα της Ελλάδας είναι από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη. Η Ελλάδα αποτελεί επίσης ένα από τα σημαντικότερα κέντρα ενδημισμού της Ευρώπης και της Μεσογείου. Οι πληθυσμοί των δασικών δένδρων στην Ελλάδα διαθέτουν σημαντική γενετική ποικιλότητα και παρουσιάζουν υψηλή γενετική διαφοροποίηση».
Αύξηση της ανθεκτικότητας των δασικών οικοσυστημάτων
Σύμφωνα με την έκθεση οι κύριοι στόχοι για την προσαρμοστική διαχείριση δασών πρέπει να στοχεύουν στην αύξηση της ανθεκτικότητας των δασικών οικοσυστημάτων στην Ελλάδα, μέσα από το πλαίσιο το οποίο έχει ήδη έχει τεθεί στην Εθνική Στρατηγική για τα Δάση. Το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει:
α) τη διασφάλιση της βιοποικιλότητας των δασών που περιλαμβάνει τη γενετική ποικιλότητα, την ποικιλότητα ειδών και την ποικιλότητα οικοσυστημάτων,
β) τη βελτίωση της δομής και της λειτουργίας των δασικών οικοσυστημάτων,
γ) την αποταμίευση και διαχείριση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων,
δ) τη μείωση του κατακερματισμού των φυσικών ενδιαιτημάτων των ειδών,
ε) την ελαχιστοποίηση του οικολογικού – περιβαλλοντικού αποτυπώματος διαχείρισης και δασικών εργασιών,
στ) την αύξηση, μέσω της προσαρμοστικής διαχείρισης, της ανθεκτικότητας (επανισσορόπηση) και της δυνατότητας προσαρμογής των δασικών οικοσυστημάτων στην κλιματική αλλαγή και
ζ) την ανάδειξη της συμβολής των δασικών οικοσυστημάτων στο ΑΕΠ της χώρας και στην ποιότητα ζωής των πολιτών.
Τα κύρια μέτρα
Για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων τα κύρια μέτρα προσαρμοστικής διαχείρισης δασών προϋποθέτουν τα εξής:
α) την εκτίμηση της φυσικής και κοινωνικοοικονομικής τρωτότητας στην κλιματική αλλαγή των δασικών οικοσυστημάτων,
β) την προσαρμοστική διαχείριση των δασικών πόρων στο σύνολο τους για την ανάσχεση της προοπτικής απώλειας δασικών ειδών ιδίως στη νότια και στην ορεινή Ελλάδα,
γ) την αντιμετώπιση και τον μετριασμό των επιπτώσεων ακραίων φαινομένων με έμφαση στη διαχείριση της καύσιμης ύλης,
δ) την αποτίμηση της συνολικής οικονομικής αξίας των δασικών οικοσυστημάτων,
ε) την εφαρμογή σύγχρονων προσεγγίσεων απογραφής και παρακολούθησης των δασών και των πυρκαγιών και την εδαφική αποκατάσταση,
στ) την εισαγωγή μέτρων οικονομικής πολιτικής, όπως πληρωμών για δασικές οικοσυστημικές υπηρεσίες και
ζ) τη θεσμική θωράκιση των δασικών οικοσυστημάτων.
Μέλη της ΕΑΔΟ
Στην εκδήλωση παρουσιάσεις έγιναν από τα Μέλη της ΕΑΔΟ:
Φίλιππος Αραβανόπουλος, Καθηγητής, Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τακτικό Μέλος της Ελληνικής Γεωργικής Ακαδημίας
Μαργαρίτα Αριανούτσου, Ομότιμη Καθηγήτρια, Τμήμα Βιολογίας, Σχολή Θετικών Επιστημών, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τ. Πρόεδρος της Ελληνικής Οικολογικής Εταιρείας
Κώστας Καλαμποκίδης, Καθηγητής, Τμήμα Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Ανδρέας Καραμάνος, Ακαδημαϊκός, Ομότιμος Καθηγητής και πρώην Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Χάρης Κοντοές, Διευθυντής Ερευνών, Επιστημονικός Υπεύθυνος της Επιχειρησιακής Μονάδας “Κέντρο Ερευνών Παρατήρησης της Γης και Δορυφορικής Τηλεπισκόπησης BEYOND”, Ινστιτούτο Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών
Αναστάσιος Ξεπαπαδέας, Ομότιμος Καθηγητής, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Καθηγητής, Department of Economics, University of Bologna.