Άρθρο προέδρου ΕΒΕΠ, Βασίλη Κορκίδη
Ο κατώτατος μισθός είναι το καλύτερο εργαλείο για την προσαρμογή της αγοράς εργασίας σε καλές και κακές περιόδους της οικονομίας. Το Ε.Β.Ε.Π. χαιρετίζει τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών, καθώς μέσω των επιχειρήσεων, επιχειρείται να δοθεί νέα ώθηση στο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων και ιδιαίτερα των χαμηλόμισθων. Ο στόχος της νέας αύξησης είναι αφενός να οδηγήσει σε άλλη μια σημαντική τόνωση του κατώτατου μισθού, αντίστοιχης με αυτήν που έλαβαν οι συνταξιούχοι και αφετέρου να λάβει υπόψη τις ανάγκες ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον που βελτιώνεται διαρκώς στη χώρα μας, οι ισορροπημένες αυξήσεις εργοδοσίας και μισθοδοσίας θα συνεχίσουν να προσφέρουν περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας στη χώρα μας. Άλλωστε οι μικρομεσαίοι εργοδότες δεν αντιμετωπίσαμε ποτέ τις αυξήσεις μισθών φοβικά, αλλά πάντα ανταποδοτικά.
Η πρόταση της ΕΕ για σύσταση Συμβουλίου ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου επιβεβαιώνει ότι οι κοινωνικοί εταίροι σε όλα τα επίπεδα βρίσκονται στην καλύτερη θέση για να εκσυγχρονίσουν τις αγορές εργασίας και να τις καταστήσουν πιο ανθεκτικές για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας. Ίσως μάλιστα να εγκαινιάζει μια νέα αρχή με πλήρη σεβασμό στην αυτονομία των κοινωνικών εταίρων, σε μια εποχή που χαρακτηρίζεται από ένα νέο προκλητικό γεωπολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο. Σημαντικές είναι επίσης οι διάφορες δράσεις που προτείνονται, όπως η δημιουργία ενός ερευνητικού δικτύου για την ανάλυση και την προώθηση του κοινωνικού διαλόγου και η διοργάνωση ενημερωτικής συνόδου εργασίας. Η εφαρμογή εργαλειοθήκης για τη βελτίωση της νομοθεσίας στις συμφωνίες των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων είναι ιδιαίτερα χρήσιμες, ενώ απαιτείται ανανέωση της υποστήριξης μέτρων ανάπτυξης ικανοτήτων, ιδίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Η μεγαλύτερη συμμετοχή των διακλαδικών κοινωνικών εταίρων, ιδίως των εκπροσώπων των ΜμΕ σε όλα τα επίπεδα της ευρωπαϊκής διαδικασίας για την εφαρμογή των Εθνικών Σχεδίων Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας παραμένει προτεραιότητα. Στη πρόταση σύστασης Συμβουλίου, η αρχή της προώθησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να συμβαδίζει με τον πλήρη σεβασμό της ποικιλομορφίας των συστημάτων εργασιακών σχέσεων και των διαφόρων επιπέδων κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων στα κράτη μέλη. Οι κοινωνικοί εταίροι, σε εθνικό, περιφερειακό ή τομεακό επίπεδο θα πρέπει να συμμετέχουν με αυτόνομο τρόπο σε συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Σύμφωνα με ευρωπαϊκές έρευνες, η Ελλάδα δεν είναι η ακριβότερη μεταξύ των 27 χωρών, ανεξάρτητα από τις σημαντικές αυξήσεις τιμών με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωποι οι εγχώριοι καταναλωτές. Αυτό όμως δεν αρκεί για να μπορούν οι Έλληνες μισθωτοί να αντεπεξέλθουν στην προσπάθειά να καλύψουν βασικές τους ανάγκες. Με μια απλή σύγκριση μπορεί κανείς να πει ότι σε άλλες χώρες οι καταναλωτές μπορεί να πληρώνουν περισσότερα χρήματα για να αγοράσουν τα ίδια ακριβώς προϊόντα και υπηρεσίες, ωστόσο δαπανούν σημαντικά χαμηλότερο μέρος του εισοδήματός τους. Η σύγκριση που το κάνει κατανοητό είναι ότι ανάμεσα στα κύματα των ανατιμήσεων εκείνο που πλήττει περισσότερο τα ελληνικά νοικοκυριά είναι η σχέση των τιμών με τους χαμηλούς μισθούς στην Ελλάδα. Αν κάποιος εξετάσει την αναλογία κόστους αγοράς των αγαθών με τα εισοδήματα θα δει ότι οι Ελληνες καλούνται να δαπανήσουν μεγαλύτερο ποσοστό των εισοδημάτων τους σε σύγκριση ακόμα και με χώρες με αρκετά υψηλότερες τιμές. Συγκεκριμένα ένας Έλληνας με μέσο εισόδημα 813 ευρώ για να αγοράσει απαραίτητα προϊόντα και υπηρεσίες καλείται να πληρώσει 397 ευρώ τον μήνα, δηλαδή το 49% του μηναίου εισοδήματος. Αντίστοιχα, ένας Κύπριος το 32%, ένας Πορτογάλος το 31% από τα 985 ευρώ και ένας Ιταλός το 27%. Ένας Ισπανός δαπανά για τις ίδιες αγορές το 21% από τα 1.688 ευρώ που είναι το μέσο εισόδημα του. Ο Γερμανός και ο Γάλλος το 19% από τα 2.277 ευρώ και 2.730 ευρώ αντίστοιχα και ένας Ρουμάνος το 36% από τα 717 ευρώ του μέσου μισθού του. Τα στοιχεία αυτά κάνουν ορατή τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά εξαιτίας του συνδυασμού υψηλών τιμών και χαμηλών εισοδημάτων καθώς και την αναγκαιότητα αύξησης του μέχρι τώρα κατώτατου μισθού των 713 ευρώ για 650.000 εργαζόμενους.
Τέλος, πιστεύω πως τα διοικητικά συμβούλια των 59 τοπικών και 13 περιφερειακών Επιμελητηρίων θα πρέπει να σκεφτούν και να αποφασίσουν, εάν η ΚΕΕΕ ως κεντρικό τριτοβάθμιο επιμελητηριακό όργανο θα συνεχίσει να δεσμεύεται σ´ένα ουδέτερο ρόλο, ή εάν θα επιλέξει να έχει ένα συμβουλευτικό ρόλο στον εθνικό κοινωνικό διάλογο, όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, αφενός, στηρίζοντας τους κοινωνικούς εταίρους και αφετέρου διασφαλίζοντας ότι το αποτέλεσμά θα είναι σύμφωνο με τις δυνατότητες του συνόλου των εγχώριων επιχειρήσεων κάθε μεγέθους. Σε μια εποχή προεκλογικής πλειοδοσίας και λαϊκισμού, απαιτείται εκ μέρους όλων των εργοδοτών και εργαζομένων να επιδείξουν συνέπεια, ώστε να μπορεί η παρούσα αύξηση του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου να πετύχει τα επιθυμητά αποτελέσματα για εργοδότες και εργαζομένους, που είναι περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας στη χώρα μας.