Ενέργεια, οικονομία και επιχειρηματικότητα βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, στο επίκεντρο συζήτησης του Ορέστη Ομράν δικηγόρου, επικεφαλής EU-Greek Practice της DLA Piper και του Παύλου Ευθυμίου, γενικού διευθυντή της Ένωσης Ελλήνων Επιχειρηματιών που πραγματοποιήθηκε από το Fortune Greece.
Εστιάζοντας στο ενεργειακό κόστος ο κ. Ομράν αναφέρθηκε στους λόγους που παρατηρούνται αυξημένες μέσες τιμές από τον περασμένο Μάρτιο στην Ελλάδα τονίζοντας ότι μπορούν να αποδοθούν σε μια σειρά λόγους όπως η υπερεξάρτηση από τις εισαγωγές, ο μεγάλος διεθνής ανταγωνισμός για την εξασφάλιση φορτίων από εναλλακτικούς παρόχους, οι υψηλοί φόροι και τα τέλη που προστίθενται στα τιμολόγια των καταναλωτών κ.ά. Σημείωσε ωστόσο ότι ενώ το κόστος της ενέργειας μειώνεται, λόγω των μέτρων που λαμβάνονται όπως οι επιδοτήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, το κόστος των τροφίμων παραμένει υψηλό. «Έχουμε μια αύξηση της τάξεως του 16% μεσοσταθμικά των βασικών καταναλωτικών προϊόντων που χρειάζεται μια οικογένεια ενώ την ίδια στιγμή το κόστος της ενέργειας παραμένει σχετικώς χαμηλό. Αυτό πρέπει να διορθωθεί γιατί καταλήγουμε σε αδικίες και κοινωνικές εντάσεις» υπογράμμισε.
Τόνισε επίσης, ότι είναι απαραίτητες πολιτικές που θα προστατεύουν τους ευάλωτους καταναλωτές, θα προβλέπουν ενεργειακή ευελιξία για τις επιχειρήσεις, θα εξασφαλίζουν τη συνδεσιμότητα με το σύστημα των μεγάλων έργων ΑΠΕ και θα ενισχύουν τον διεθνή ρόλο της χώρας στη μεταφορά ενέργειας προς όφελος των πολιτών. Αναφερόμενος στην επόμενη μέρα της ενέργειας στη χώρα σημείωσε ότι η γρήγορη διείσδυση των ΑΠΕ στο μείγμα του ενεργειακού εφοδιασμού θα φέρει σημαντικά οφέλη. Ωστόσο, αναγκαία προϋπόθεση είναι να ξεκαθαρίσει το ρυθμιστικό τοπίο και να διευκολυνθεί η σύνδεση στο σύστημα των έργων ΑΠΕ.
Σε ό,τι αφορά στην οικονομία, ο κ. Ευθυμίου, επεσήμανε ότι επιβαρύνεται από το κόστος της ενέργειας και «τρέχει» με υψηλό πληθωρισμό, τα επιτόκια ανεβαίνουν και οι ειδικοί προβλέπουν ότι τα επόμενα δύο χρόνια δεν θα είναι εύκολα. Από την πλευρά, του ο κ. Ομράν συμφώνησε ότι ο πληθωρισμός είναι υψηλός ωστόσο εκτίμησε ότι το 2023 θα υπάρξουν πιέσεις προς τα κάτω. Στο δύσκολο αυτό περιβάλλον οι επιχειρήσεις, σύμφωνα με τους ομιλητές, βρίσκονται μπροστά σε αυξημένα κόστη και καλούνται να αντιμετωπίσουν νέες προκλήσεις όπως η εύρεση εργατικού δυναμικού με εξειδικευμένες δεξιότητες. Παράλληλα, καλούνται να ενισχύσουν περαιτέρω την εξωστρέφειά τους. «Η ελληνική οικονομία πρέπει να διεθνοποιηθεί και αυτό θα ξεκινήσει από τις επιχειρήσεις» υπογράμμισε ο κ. Ομράν.
Αξιοσημείωτη είναι η δυναμική που επιδεικνύει το οικοσύστημα των νεοφυών (startups) επιχειρήσεων στην Ελλάδα, όπως ανέφερε ο κ. Ευθυμίου με εγχώριους και διεθνείς επενδυτές να δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης. Συγκεκριμένα, όπως είπε, «μέσα σε δώδεκα χρόνια έχει κάνει ένα μικρό θαύμα στην Ελλάδα. Το 2010 υπήρχαν ελάχιστες startup στη χώρα και σήμερα ξεπερνούν τις 2.500». Πρόσθεσε μάλιστα ότι οι ελληνικές startups το 2021 έσπασαν ρεκόρ αντλώντας 4,5 δισ. δολ.