Τουριστική ανάπτυξη και στήριξη στις τοπικές επιχειρήσεις «φέρνουν» οι εκθέσεις της ΔΕΘ-Helexpo AE, ενώ παράλληλα στηρίζουν τη δικτύωση με μεγάλες εταιρείες του εξωτερικού και τονώνουν την εξαγωγική δραστηριότητα, σύμφωνα τουλάχιστον με τις εκτιμήσεις των πολιτών της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο έρευνας, που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό «International Journal of Event and Festival Management» και στηρίχθηκε σε δείγμα 1066 κατοίκων της πόλης.

Αναλυτικότερα, σε κλίμακα από το 1 (καθόλου σημαντική) ώς το 5 (πολύ σημαντική), οι ερωτηθέντες «δίνουν βαθμολογία» 3,97 στη δυνατότητα των εκθέσεων να ενισχύσουν την τουριστική ανάπτυξη, ενώ ακολουθούν η στήριξη των τοπικών επιχειρήσεων (3,79) και η επαφή τους με μεγάλες διεθνείς εταιρείες (3,74), η τόνωση της εξαγωγικής δραστηριότητας (3,70), η ανταλλαγή τεχνογνωσίας (3,67) και η ενίσχυση της απασχόλησης (3,67), η τόνωση του εισοδήματος του τοπικού πληθυσμού (3,59) και η προσέλκυση επενδύσεων (3,54).

Τα παραπάνω ευρήματα προέρχονται από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ από τον Δημήτριο Κουρκουρίδη, διδάσκοντα ΑΠΘ, υπό την επίβλεψη του Ιωάννη Φραγκόπουλου, αναπληρωτή καθηγητή ΑΠΘ και με τη συνεργασία του Νικόλαου Καπιτσίνη, επίκουρου καθηγητή του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης. Στην έρευνα συμμετείχαν ακόμα 50 εκθέτες και ισάριθμοι επισκέπτες εκθέσεων, καθώς και 15 εκπρόσωποι τοπικών φορέων.

Συνολικά, οι θετικές οικονομικές επιδράσεις των εκθέσεων βαθμολογούνται από τους πολίτες με 3,71 στα 5, έναντι 3,73 για τις κοινωνικο-πολιτιστικές και 3,28 για τις κοινωνικές, ενώ αντίθετα οι αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις αξιολογούνται ως λιγότερο σημαντικές με 2,35/5 και οι περιβαλλοντικές με 2,97. Ως προς τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, το κυκλοφοριακό συγκεντρώνει την υψηλότερη βαθμολογία (3,59) και ακολουθεί η ηχορύπανση (2,76).

«Κατά τα λοιπά, οι συμμετέχοντες στην έρευνα δεν θεωρούν σε μεγάλο βαθμό ότι η εκθεσιακή δραστηριότητα οδηγεί σε αύξηση των τιμών των ενοικίων και των κατοικιών, των βασικών αγαθών και της παραβατικότητας και εγκληματικότητας», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κουρκουρίδης, ενώ προσθέτει πως σε ό,τι αφορά τις επιμέρους δημογραφικές και κοινωνικοχωρικές υποομάδες του δείγματος, εμφανίζονται ορισμένες ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις.

«Αρχικά οι απαντήσεις για τις επιδράσεις τόσο των γυναικών, όσο και των αντρών εμφανίζουν ομοιογένεια αντιλήψεων για τις επιδράσεις, γεγονός που φανερώνει ότι δεν υπάρχουν έμφυλοι ιδεολογικο-πολιτισμικοί αποκλεισμοί. Αντίθετα, όταν το δείγμα προσεγγίζεται με βάση τις ηλικιακές ομάδες, το επίπεδο εκπαίδευσης και τις κοινωνικοεπαγγελματικές ιδιότητες, εμφανίζονται διαφοροποιήσεις, οι οποίες σχετίζονται με τις προσμονές και τις προσδοκίες των επιμέρους ομάδων από την εκθεσιακή δραστηριότητα. Ειδικότερα, οι δυο ακραίες ηλικιακές ομάδες (15-24 και 65+ ετών), οι ομάδες μέσου και χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου και η κοινωνικοεπαγγελματική ομάδα των ανέργων εμφανίζουν συνολικά πιο θετική στάση απέναντι στην επίδραση της εκθεσιακής δραστηριότητας» καταλήγει.