Ένα μοναδικό τοπόσημο για την πόλη της Θεσσαλονίκης διαμορφώνεται στην περιοχή της Αγίας Σοφίας, όπου από χθες τα ξημερώματα ξεκίνησαν εργασίες επαναφοράς στον αρχαιολογικό χώρο του κρηναίου οικοδομήματος, που είχε αποσπασθεί το 2017, προκειμένου να προχωρήσει η κατασκευή του μετρό. Το σύνθετο τεχνικά και ευαίσθητο εγχείρημα της μεταφοράς και επανατοποθέτησης ξεκίνησε τα ξημερώματα από την περιοχή του Καλοχωρίου, από τις αποθήκες όπου φυλάσσονταν τα προσωρινά αποσπασθέντα αρχαιολογικά ευρήματα, μέχρι το απόγευμα ήταν προγραμματισμένη η ολοκλήρωση της δεύτερης φάσης της επανατοποθέτησης, ενώ η τρίτη θα ακολουθήσει σε μία εβδομάδα.
Οι αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών κατασκευής του Μετρό στον σταθμό «Αγία Σοφία» χαρακτηρίστηκαν ισάξιας, αν όχι μεγαλύτερης, επιστημονικής σημασίας απ’ ότι οι αρχαιότητες του σταθμού «Βενιζέλου» και ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα, σε εφαρμογή ομόφωνης απόφασης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), ξεκίνησε η επαναφορά του κρηναίου οικοδομήματος στη βόρεια είσοδο του σταθμού «Αγία Σοφία», ενώ νωρίτερα είχε ολοκληρωθεί η επαναφορά της μαρμαρόστρωτης πλατείας, του στυλοβάτη και των κιόνων.
«Ο αρχαιολογικός χώρος της Πλατείας Μακεδονομάχων μπροστά από την Αχειροποίητο, συστεγαζόμενος με την είσοδο του Σταθμού Αγίας Σοφίας θα αναδειχθεί στο πιο κεντρικό τοπόσημο», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό, Νίκος Ταχιάος, για τις εργασίες επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων.
«Η επιστροφή του Κρηναίου στον αρχαιολογικό χώρο του Σταθμού Αγίας Σοφίας αποτελεί δείγμα γραφής της δέσμευσης της οποίας την υλοποίηση συντονίζουν προσωπικά οι δύο υπουργοί, ο κ. Καραμανλής και η κ. Μενδώνη. Η μακρόχρονη περιπέτεια της Θεσσαλονίκης θα λάβει τέλος στην εκπνοή του 2023 με Μετρό και Αρχαία», επισήμανε ο κ. Ταχιάος, προσθέτοντας ότι θα ακολουθήσει η αντίστοιχη διαδικασία στον σταθμό της Βενιζέλου.
«Τον Απρίλιο του 2023 ξεκινά και το μεγάλο έργο της επιστροφής των ευρημάτων του Σταθμού Βενιζέλου στο πρώτο υπόγειο επίπεδό του, το οποίο κατά παρέκκλιση της αρχικής μελέτης θα κατασκευασθεί στην στάθμη στην οποία αυτά είχαν βρεθεί. Ο σταθμός θα λειτουργήσει από την πρώτη στιγμή ως ένα ζωντανό μουσείο», εξήγησε ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό, εκφράζοντας ευχαριστίες προς «όλα τα στελέχη της Εφορίας Αρχαιοτήτων Πόλεως Θεσσαλονίκης και των κεντρικών υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού για την καθημερινή και άψογη συνεργασία με την Αττικό Μετρό, καθώς και όλους όσοι με ταχύτητα, αφοσίωση και μοναδική επιμέλεια εργάσθηκαν και θα εργασθούν για να πετύχουμε τον κοινό σκοπό, την πραγμάτωση του οποίου χρωστάμε και στο παρελθόν και στο μέλλον της πόλης».
Η επιβλητική βυζαντινή Θεσσαλονίκη
Το μνημειακό σύνολο στον σταθμό «Αγία Σοφία» αποτελεί το πλέον επιβλητικό και πολυτελές αρχιτεκτόνημα του είδους, που έχει αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα στην Θεσσαλονίκη, όχι μόνον ως προς τις διαστάσεις του αλλά και ως προς την κατάσταση διατήρησής του.
Η ανοικοδόμηση του κρηναίου τοποθετείται στα χρόνια των διαδόχων του Κωνσταντίνου Α’, στο ίδιο πολεοδομικό πρόγραμμα, με τον μαρμαρόστρωτο δρόμο. Το πιόσχημο νυμφαίο ανήκει στον τύπο με θεατρική πρόσοψη (scaenae frons) και ανοικοδομήθηκε σε επαφή με τη βόρεια οικοδομική γραμμή του decumanus maximus καταργώντας τμήμα του πεζοδρομίου και της βόρειας στοάς του δρόμου. Στην αρχική του μορφή ήταν ευθύγραμμο. Αργότερα προστέθηκαν τα πλαϊνά σκέλη. Τη λειτουργία του νυμφαίου εξυπηρετούσαν υδρευτικές υποδομές, δεξαμενή τροφοδοσίας καθώς και ένα πολύπλοκο και πυκνό δίκτυο αγωγών, υδροδοτικών και αποχετευτικών, που κατασκευάστηκαν πάνω στα ερείπια αστικών επαύλεων του 3ου-4ου αιώνα. Το μνημείο εμφανίζει συνεχείς μετασκευές, καθ’ όλη τη διάρκεια του 5ου και του 6ου αιώνα.
Στην οικοδομική φάση, που προστέθηκαν τα κάθετα πλευρικά σκέλη, διαμορφώθηκε, στην κύρια όψη του, μία ορθογώνια ανοικτή δεξαμενή, στο επίπεδο του δρόμου. Σε επόμενη φάση, διαμορφώθηκε πιόσχημος αναβαθμός, με χαμηλή ανοιχτή δεξαμενή και μαρμάρινες λεκανίδες, οι οποίες στηρίζονται σε ολόγλυφες λεοντοκεφαλές. Οι κάθετες επιφάνειες καλύπτονται είτε με ανάγλυφες μαρμάρινες πλάκες, είτε με ακόσμητες πλάκες μαρμάρου. Η κρήνη συνέχισε να λειτουργεί μέχρι τους σεισμούς του 7ου αιώνα, οπότε και ανακατασκευάζεται ως μικρή δεξαμενή, πάνω στο δυτικό σκέλος του αρχικού κτίσματος, με την επαναχρησιμοποίηση παλαιότερων μαρμάρινων μελών από το ίδιο το μνημείο.