Πολύ ισχυρή ανάπτυξη καταγράφηκε και το β’ τρίμηνο εφέτος στην ελληνική οικονομία, μεσούντος του πολέμου στην Ουκρανία, με την άνοδο του ΑΕΠ κατά 7,7% να βασίζεται κυρίως στην αύξηση της κατανάλωσης, των επενδύσεων και των εξαγωγών. Παράλληλα, η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε επί τα βελτίω την ανάπτυξη του α’ τριμήνου σε 8% από 7% της πρώτης εκτίμησης.
Σε μηνιαία σύγκριση (β’ τρίμηνο προς α’ τρίμηνο), το ΑΕΠ αυξήθηκε 1,2%. Σύμφωνα επίσης με την ΕΛΣΤΑΤ, τα στοιχεία για το β’ τρίμηνο αντανακλούν την επίπτωση στο ΑΕΠ τής σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων που είχαν τεθεί για τον περιορισμό της πανδημίας.
Η άνοδος του ΑΕΠ κατά 7,7% σε ετήσια βάση προήλθε από τις μεταβολές των εξής μεγεθών:
-Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση κατά 8,1% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 11% και εκείνη της Γενικής Κυβέρνησης 0,8%).
-Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) αυξήθηκαν κατά 8,7%.
-Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 20,8% (οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 3,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 47,4%).
-Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 15,5% (οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 17,5% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 9,3%).
Μεταξύ β’ και α’ τριμήνου εφέτος καταγράφηκαν οι εξής μεταβολές:
-Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 1,2% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 1,2% και αυτή της Γενικής Κυβέρνησης αυξήθηκε 1,4%).
-Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν κατά 1%).
-Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 2,5% (οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 2,4%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 7,2%).
-Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 5,8% (οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 5,6%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 7,6%).