Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Ricky Burdett, διευθυντής του ερευνητικού κέντρου LSE Cities του London School of Economics and Political Science, και η εξειδικευμένη ομάδα του, μετά από πρόσκληση του Δήμου Αθηναίων, ερευνούν και μελετούν την Αθήνα σε βάθος, μεταξύ άλλων, συγκρίνοντάς την με άλλες 15 μητροπόλεις από την Ευρώπη και τον κόσμο πάνω στη βάση 25 παραμέτρων. «Ενδιαφερόμαστε για την διεπιστημονική έρευνα. Δεν είμαστε μόνο αρχιτέκτονες και συγκοινωνιολόγοι» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διεθνώς καταξιωμένος καθηγητής αστικών επιστημών. «Οι πόλεις έχουν σύνθετο μεταβολισμό, είναι σύνθετοι μηχανισμοί, των οποίων χρειάζεται να νιώσεις τον παλμό. Και ο παλμός τους είναι σε ένα επίπεδο δημογραφικός και κοινωνικός, επίσης, οικονομικός, υπάρχουν ακόμα για παράδειγμα στοιχεία σχετικά με τη δημόσια Υγεία. Βασικά, αναλύουμε δείκτες που κατηγοριοποιούνται σε περιβαλλοντικούς, δημογραφικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς και σχετικούς με την μετακίνηση. Και το κάνουμε αυτό εδώ και πολλά χρόνια» αναφέρει ο ίδιος.
Πράγματι, το ερευνητικό πρόγραμμα Urban Age ξεκίνησε στο LSE σε συνεργασία με το ίδρυμα Alfred Herrhausen Gesellschaft από το 2004 και έκτοτε έχει ταξιδέψει σε πολλές μητροπόλεις της υφηλίου προσφέροντας την βαθύτερη κατανόηση κάθε μίας, με στόχο την εξεύρεση λύσεων που βελτιώνουν την καθημερινότητα των κατοίκων και την εμπειρία των επισκεπτών, με όρους βιωσιμότητας. Στην Αθήνα ο Ricky Burdett και οι συνεργάτες του έφτασαν στο πλαίσιο μιας ειδικής ομάδας που συστάθηκε ώστε έως το 2030 η πόλη να βρίσκεται σε ένα πιο βιώσιμο σημείο ως προς πέντε άξονες, όπως τέθηκαν από τον δήμαρχο Αθηναίων, Κ. Μπακογιάννη: «ποιότητα ζωής, στέγαση, δημόσιος χώρος, πράσινο και μεταφορές».
Τα σημαντικότερα ευρήματα για την Αθήνα
«Κατ’ αρχάς είναι προφανές αλλά αξίζει να επαναληφθεί ότι η Αθήνα έχει εξαιρετική πυκνότητα. Είναι, μαζί με τμήματα του εσωτερικού του Παρισιού και της Βαρκελώνης, η πιο πυκνή πόλη της Ευρώπης με μεγάλη διαφορά, το οποίο είναι ταυτόχρονα πρόβλημα αλλά, επίσης, προσόν» σχολιάζει ο κ. Burdett. Όπως εξηγεί ο ίδιος, με ζητούμενο την βιωσιμότητα, η πυκνότητα μια πόλης «είναι πλεονέκτημα υπό την προϋπόθεση της μείωσης της εξάρτησης από το αυτοκίνητο».
Το άλλο εύρημα που αξίζει να σημειωθεί είναι η ανισότητα. «Φυσικά κάθε πόλη έχει γειτονιές οι οποίες υφίστανται ελλείψεις -η Αθήνα δεν είναι σε ιδιαίτερα κακό σημείο, αντιθέτως- αλλά υπάρχει μια πολύ καθαρή κοινωνική γεωγραφία των ανισοτήτων βορειοδυτικά. Αυτή η ανισότητα συνδέεται με ακόμα υψηλότερη πυκνότητα και έλλειψη δημόσιου χώρου, ειδικά πράσινου» σημειώνει ο καθηγητής, προσθέτοντας ότι «εάν αντιληφθεί κάποιος την πραγματικότητα της πόλης με αυτό τον τρόπο, δημιουργείται μια ενδιαφέρουσα προοπτική για την πολιτική ηγεσία, ώστε να οριοθετήσει ποιες περιοχές πρέπει τρόπον τινά να αναβαθμιστούν και να εκμεταλλευτεί τις βιώσιμες πολιτικές του 21ου αιώνα για να τις βελτιώσει». Παραθέτοντας το παράδειγμα του Λονδίνου, ο κ. Burdett εξηγεί ότι, μετά από σχετική μελέτη, διαπιστώθηκε ότι οι πιο φτωχές και υποβαθμισμένες περιοχές ήταν στα ανατολικά. «Τα τελευταία 20 χρόνια επενδύουμε πολύ έντονα ακριβώς εκεί, και κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, και πραγματικά υπάρχει διαφορά ως προς την πρόσβαση σε δημόσιες συγκοινωνίες, δημόσιους χώρους, πάρκα, σχολεία, στέγαση. Εάν δεν υπήρχε αυτή η συνειδητοποίηση, δεν θα είχε γίνει αυτή η συνεπής και σταθερή επιλογή» επισημαίνει ο καθηγητής, τονίζοντας «οι ανισότητες υπάρχουν παντού. Μόλις τις καταλάβεις, πρέπει να δουλέψεις».
Όπως προέκυψε από τη σύγκριση με τις υπόλοιπες 15 μητροπόλεις, οι Αθηναίοι έχουν με διαφορά την υψηλότερη ιδιοκτησία αυτοκινήτων αφού 799 στους 1.000 κατοίκους διαθέτουν δικό τους αυτοκίνητο και πραγματοποιούν 32% των μετακινήσεων τους με αυτό. Έπεται το Μιλάνο όπου 570 στους 1.000 κατοίκους έχουν Ι.Χ. και 39,3% των μετακινήσεων πραγματοποιούνται με αυτό. «Η εξάρτηση από το αυτοκίνητο συγκριτικά προς άλλες ευρωπαϊκές πόλεις είναι πραγματικά υψηλή και ένας από τους λόγους είναι ότι οι δημόσιες συγκοινωνίες δεν είναι αρκετά καλές ως εναλλακτική» υπογραμμίζει ο κ. Burdett. «Το ζήτημα της εξάρτησης από το αυτοκίνητο είναι σοβαρό, όλοι το αναγνωρίζουν. Αλλά υπάρχει, επίσης, ένα σημαντικό μάθημα από άλλες πόλεις που είναι ότι δεν μπορείς απλά να κλείσεις την κάνουλα της κίνησης εκτός και εάν έχεις επενδύσει σε καλύτερες μορφές δημόσιων συγκοινωνιών» λέει ο καθηγητής, υπενθυμίζοντας το παράδειγμα του Παρισιού που υιοθέτησε τα ηλεκτρικά ποδήλατα, πλέον διαθέτει ένα δίκτυο ποδηλατοδρόμων 730 χλμ. (το αντίστοιχο δίκτυο της Αθήνας είναι 2,6 χλμ.) και κατάφερε να αποφορτίσει τους δρόμους του σε κάποιο βαθμό και χάρη σε αυτό το μέτρο. «Ξανά, από την ανάλυση που κάναμε, οι δυνατότητες για πιο προοδευτικές επενδύσεις και πολιτικές είναι μεγάλες» αναφέρει ο κ. Burdett.
Πώς εξελίσσονται οι πόλεις διεθνώς
«Χρησιμοποιούμε όλοι συχνά τη λέξη “πόλεις” σαν να είναι ένα διεθνές φαινόμενο ή το ίδιο φαινόμενο. Απλά σκεφτείτε πόσες πόλεις υπάρχουν μέσα στην Αθήνα. Και εάν κοιτάξετε τον παγκόσμιο χάρτη, θα δείτε ότι οι πόλεις συμπεριφέρονται ή αποδίδουν με εντελώς διαφορετικούς τρόπους σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη» υπογραμμίζει ο κ. Burdett, προσθέτοντας ότι «απλοποιώντας υπερβολικά, θα λέγαμε ότι στο μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής και σε μέρη της Ασίας, οι πόλεις μεγαλώνουν πολύ γρήγορα με συγκεκριμένους τρόπους. Στην Ευρώπη και σε κάποιο μέρος του διεθνούς βορρά, η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί και σε κάποια σημεία, όπως η Ιαπωνία και μεγάλο μέρος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι πόλεις συρρικνώνονται».
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο καθηγητής, «κάθε 1,5 λεπτό ένας άνθρωπος μπαίνει ή γεννιέται στο Λάγος της Νιγηρίας. Τι σημαίνει αυτό ως προς το νερό, τα νοσοκομεία, τον πλούτο;». Αντίστοιχα, «κατά πάσα πιθανότητα θα διαπιστώσουμε ότι μια πόλη στην Ευρώπη έχει στάσιμη ανάπτυξη και έναν πληθυσμό που γερνάει με δύο-τρεις εξαιρέσεις. Στην Αθήνα, σύμφωνα με τους δείκτες του ΟΗΕ, προβλέπεται ότι δεν θα αλλάξει τίποτα, το οποίο είναι καλά νέα γιατί τις τελευταίες δύο δεκαετίες υπήρχε αρνητική ανάπτυξη. Οι μόνες εξαιρέσεις είναι το Λονδίνο, το Παρίσι και η Ιστανμπούλ, εάν την κατατάσσει κανείς στην Ευρώπη, η οποία αναπτύσσεται πολύ γρήγορα» επισημαίνει ο ίδιος. «Και φυσικά, η Αθήνα, όπως και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, γερνάει και ένα από τα θέματα που έχει τεθεί και για το οποίο ενδιαφέρεται πολύ ο δήμαρχος Κ. Μπακογιάννης είναι πώς φέρνεις πίσω τους νέους.
Δεν είναι ότι αναγκαστικά φεύγουν από την Αθήνα για να δουλέψουν στο Λονδίνο. Απλώς πηγαίνουν σε φθηνότερα μέρη στα άκρα της πόλης και αυτό συμβαίνει εδώ και μια δεκαετία περίπου» εξηγεί ο κ. Burdett.
Η εικόνα στη Λατινική Αμερική, ακόμα και στην πόλη του Μεξικού, είναι η «επιβράδυνση» της ανάπτυξης. «Αυτό είναι σημαντικό γεωγραφικά. Χωροταξικά όμως, αυτό που βλέπουμε είναι πόλεις, και πάλι ανάλογα με το πού βρίσκεσαι, οι οποίες δυστυχώς μεγαλώνουν με έναν μη βιώσιμο τρόπο ως προς την περιβαλλοντική σκοπιά. Με άλλα λόγια, εξαπλώνονται. Για παράδειγμα, οι κλασικές εικόνες των παραγκουπόλεων στα όρια της πόλης του Μεξικού οι οποίες εκτείνονται αχανώς» τονίζει ο καθηγητής. Μια από τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν επιτυχώς στο Λονδίνο μετά από μελέτη δική του και της ομάδας του ήταν «η αύξηση της πυκνότητας γύρω από βιομηχανικές περιοχές» ενώ ο ίδιος θεωρεί ότι ο Ελαιώνας θα μπορούσε να είναι ένα σημείο πιθανής ανάπτυξης. Αν έπρεπε να επιλέξει μια απαράβατη αρχή, αυτή θα ήταν «η πρόσβαση σε καλές δημόσιες συγκοινωνίες είναι η θέση που μας αντιπροσωπεύει ως σχεδιαστές αστικού περιβάλλοντος» υπογραμμίζει ο κ. Burdett. Στο πλαίσιο της διετούς έρευνας αλλά και της διοργάνωσης του φόρουμ στο οποίο παρουσιάστηκαν τα σχετικά συμπεράσματα, πρώην αντιδήμαρχοι και νυν στελέχη από το Μιλάνο, το Παρίσι, το Λονδίνο, τη Βιέννη και την Βαρκελώνη συζήτησαν και αντάλλαξαν καλές πρακτικές ώστε η Αθήνα, αλλά όχι μόνο, να εφαρμόσει τις βέλτιστες πολιτικές που θα την κάνουν μια πόλη πιο φιλική στους πολίτες, την οικογένεια και τα παιδιά, αφού, όπως προέκυψε, έτσι αντανακλάται η ποιότητα ζωής του πληθυσμού.