Προβληματισμός και συγκρατημένη αισιοδοξία επικρατεί στις τάξεις των ξενοδόχων στην ευρύτερη περιοχή της Aνατολικής Μακεδονίας και Θράκης αναφορικά με την επανεκκίνηση του τουρισμού, μετά από δυο χρόνια όπου ο κλάδος είτε υπολειτουργούσε, είτε ήταν σε πλήρη στασιμότητα.

Η αναζήτηση εποχικού προσωπικού για τη στελέχωση των τουριστικών μονάδων εξακολουθεί να παραμένει ένα δύσκολο σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, μπροστά στο οποίο οι επιχειρηματίες του κλάδου αδυνατούν, όπως δηλώνουν, εκ των πραγμάτων να ανταποκριθούν.

«Η έλλειψη αυτού του εργατικού δυναμικού αποτελεί μια μεγάλη παράπλευρη απώλεια της υγειονομικής κρίσης που πέρασε η ελληνική κοινωνία», υποστηρίζει μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ το μέλος του δ.σ. του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος και πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Καβάλας Αντώνης Μιτζάλης.

Ο κ. Μιτζάλης υπογραμμίζει ότι φέτος «μετά από δυο χρόνια που οι τουριστικές επιχειρήσεις ήταν στην εντατική ή υπολειτουργούσαν, έχουμε μια επανεκκίνηση του τουρισμού. Σε αυτά τα δυο χρόνια είναι λογικό ότι το ανθρώπινο δυναμικό που απασχολούνταν στον τουρισμό έφυγε προς αναζήτηση άλλων θέσεων εργασίας για να μπορέσει αν επιβιώσει. Κάποιοι υπάλληλοι μπήκαν σε καθεστώς αναστολής, αλλά ένα 30% των εργαζομένων στον τουριστικό κλάδο δεν μπόρεσαν να απορροφηθούν. Ήταν λογικό λοιπόν να βγουν στην αγορά εργασίας για αναζήτηση δουλειάς. Κάποιοι κινήθηκαν προς τον κλάδο των τροφίμων, κάποιοι στο delivery, κάποιοι βρήκαν δουλειά σε άλλες επιχειρήσεις και κάποιοι έφυγαν στο εξωτερικό».

Στο ερώτημα πως θα επιστρέψουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι στις παλιές τους δουλειές ώστε να ενισχυθεί εκ νέου ο τουριστικός κλάδος, ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Καβάλας είναι κατηγορηματικός: «δεν γίνεται να επιστρέψουν. Δεν είναι δυνατόν με μια μαγική κίνηση να τους επαναφέρεις στις παλιές τους δουλειές. Ακόμα κι αν αμείβονται καλύτερα, δεν είναι δυνατόν να αφήσουν τις δουλειές που βρήκαν και να έρθουν να εργαστούν εποχιακά για μια καλοκαιρινή σεζόν».

Όσον αφορά τη μεγάλη συζήτηση που άνοιξε γύρω από τις αμοιβές που λαμβάνουν οι εποχιακά εργαζόμενοι και τις συνθήκες εργασίας ο κ. Μιτζάλης υπογραμμίζει με έμφαση πως «αποτελεί κοινή αλήθεια, γνωστή σε όλους, ότι ο εποχιακός εργαζόμενος αμείβεται πολύ καλύτερα. Οι εργαζόμενοι στον τουρισμό εργάζονται σκληρά και δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. ‘Αρα, το πρόβλημα δεν είναι ούτε τα χρήματα, ούτε οι συνθήκες εργασίας. Αυτά είναι απλά αφηγήματα. Εδώ βάζουμε μια αγγελία για προσωπικό και δεν ανταποκρίνεται κανείς. Και αν ανταποκριθεί ο εργαζόμενος θα κάνει τις διαπραγματεύσεις του, και πολύ καλά θα κάνει, ώστε να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές αποδοχές για τον ίδιο. Όσον αφορά τις συνθήκες εργασίες, αυτές δεν μπορεί να τις κρίνει ο άλλος από το τηλέφωνο. Πάντα υπήρχαν καλές και κακές συνθήκες εργασίες στον κλάδο μας».

Στην Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας το ποσοστό των κενών θέσεων εργασίας αγγίζει το 20 με 30%, ένα ποσοστό που όπως επισημαίνεται από τους ξενοδόχους είναι δύσκολο να καλυφθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες.

Το ερώτημα βέβαια που ανακύπτει είναι πως θα καλυφθούν οι κενές θέσεις ώστε να μπορέσει ο κλάδος να ανταπεξέλθει στη μεγάλη τουριστική ζήτηση που εκτιμάται ότι θα υπάρξει. Ο κ Μιτζάλης θεωρεί πως ένα ποσοστό θα καλυφθεί με όσους εποχικούς είναι διαθέσιμοι, ένα ποσοστό με περισσότερη δουλειά από τους υφιστάμενους εργαζόμενους και «ένα ποσοστό θα καλυφθεί από τη μείωση των παρεχόμενων υπηρεσιών των επιχειρήσεων προς τους πελάτες».

«Η κατάσταση αυτή θα ομαλοποιηθεί μέσα στα επόμενα δυο χρόνια. Ο τουρισμός δεν είναι μαγική εικόνα ώστε μετά από δυο χρόνια κρίσης και υπολειτουργίας ξαφνικά να ανοίξει και όλα να πηγαίνουν ρολόι, σα να μη συμβαίνει τίποτα» επισημαίνει ο ίδιος.

 

«Ελατήριο έτοιμο να εκτιναχθεί ο τουριστική σεζόν»

 

Σε μια προσπάθεια να παρουσιάσει τη δυσκολία της φετινής σεζόν ο κ. Μιτζάλης την παρομοιάζει με ένα ελατήριο έτοιμο να εκτιναχθεί: «φέτος, μετά από δυο χρόνια υγειονομικής κρίσης υπάρχει άρση όλων περιοριστικών μέτρων. Αυτό σημαίνει ότι όσοι δε ταξίδεψαν δυο χρόνια θα το κάνουν αυτό το καλοκαίρι. Η φετινή τουριστική σεζόν μοιάζει μ’ ένα ελατήριο που τόσο καιρό συσπειρωνόταν και τώρα ετοιμάζεται να κάνει μια εκτίναξη και συνήθως η εκτίναξη αυτή είναι βίαιη. Αυτό σημαίνει ότι φέτος θα δοκιμάσουμε τις αντοχές μας. Αν το καταφέρουμε θα φανεί στο τέλος της σεζόν, όταν θα κάνουμε το λογαριασμό και θα βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα».

Στο ίδιο μήκος κυμαίνονται οι δηλώσεις του μέλους του δ.σ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων και προέδρου του Συλλόγου Ξενοδόχων Δράμας Άγγελου Καλλία, ο οποίος μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ υπογραμμίζει «στη Δράμα, είναι αλήθεια, δεν αντιμετωπίζουμε τόσο μεγάλο πρόβλημα με την εξεύρεση προσωπικού γιατί τα ξενοδοχεία είναι 12μηνης λειτουργίας και επιπλέον ο τουρισμός στην πόλη είναι αυξημένος τους χειμερινούς κυρίως μήνες.

Όσον αφορά τους «εποχικά εργαζόμενους στον ξενοδοχειακό κλάδο», σημειώνει ότι «αμείβονται πολύ καλά και αυτό είναι το σωστό γιατί οι άνθρωποι κάθε καλοκαίρι κάνουν κατάθεση ψυχής και εργάζονται μέσα στη ζέστη. Ένας εποχιακός εργαζόμενος στον τουριστικό κλάδο παίρνει τα διπλάσια από ότι ένας που δουλεύει σε λατομείο με το βαθμό επικινδυνότητας που έχει η δουλειά του. Πάντα υπήρχαν καλοί και κακοί εργοδότες και πάντα ο εργαζόμενος μέσα από τις διαπραγματεύσεις που κάνει κλείνει την καλύτερη συμφωνία γι’ αυτόν.

Αυξημένο το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων

 

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται βέβαια στην εστίαση των ξενοδοχειακών μονάδων αλλά γενικά υπάρχει έλλειψη σε εξειδικευμένο προσωπικό» υπογραμμίζει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Συλλόγου Ξενοδόχων Θάσου Πάρης Παρασχούδης αναφερόμενος στο νησί της Θάσου, που αποτελεί τη ναυαρχίδα του τουρισμού για την περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. «Η αγορά της Θάσου δεν άνοιξε ακόμα-προσθέτει- αλλά νομίζω πως θα δυσκολευτούμε πολύ. Γιατί το λιγοστό εποχιακό προσωπικό θα κατευθυνθεί κυρίως σε μεγάλους, δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, οπότε νησιά σαν τη Θάσο αποτελούν δεύτερη και τρίτη επιλογή».

Για τον κ. Παρασχούδη η εύρεση εποχιακού προσωπικού γα εργασία δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν φέτος οι επιχειρήσεις του κλάδου. «Μεγάλο πρόβλημα», υπογραμμίζει αποτελούν τα υψηλά κόστη. Τα λειτουργικά μας έξοδα έχουν εκτιναχθεί. Οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να αυξήσουν τις τιμές τους γιατί δεσμεύονται από συμβόλαια και οι πελάτες μας είναι σίγουρο πως θα έχουν μικρότερο προϋπολογισμό για τις διακοπές τους σε σύγκριση με άλλες χρονιές. Οπότε παραμένουμε συγκρατημένοι αισιόδοξοι και ελπίζουμε για το καλύτερο».