Εντός στόχων βρίσκεται το ποσοστό των ρευματοκλοπών όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΡΑΕ και του ΔΕΔΔΗΕ. Παραμένει ωστόσο σε υψηλά – σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές χώρες – επίπεδα επιβαρύνοντας έτσι το σύνολο των καταναλωτών με το κόστος της ενέργειας που κλέβουν οι επιτήδειοι.
Αποφασιστική μείωση των ρευματοκλοπών αναμένεται με την εγκατάσταση των «έξυπνων» μετρητών που αναμένεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια μετά και την είσοδο στρατηγικού επενδυτή στον ΔΕΔΔΗΕ.
Με απόφασή της η ΡΑΕ ενέκρινε το ποσοστό των απωλειών δικτύου, το κόστος των οποίων μετακυλίεται στους καταναλωτές για το δωδεκάμηνο Ιουλίου 2022 με Ιούνιο 2023.
Οι απώλειες προσδιορίζονται με βάση τα στοιχεία του 2020 σε 9,827% της συνολικής ποσότητας ενέργειας που εισέρχεται στο δίκτυο διανομής. Από το ποσοστό αυτό οι μη τεχνικές απώλειες, δηλαδή οι ρευματοκλοπές διαμορφώθηκαν σε 4,47% (δηλαδή περισσότερες από τις μισές).
Η ΡΑΕ έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους στον ΔΕΔΔΗΕ ως προς την μείωση των ρευματοκλοπών συνδέοντας μάλιστα την επίτευξη τους με το οικονομικό αντάλλαγμα που εισπράττει ο Διαχειριστής με τα τέλη χρήσης δικτύου. Οι στόχοι αυτοί είναι:
-Για τα έτη 2019, 2020 και 2021, ποσοστό 4,503 %
-Σταδιακή μείωση από το 2022 (4,46 %) και μετά, με στόχο το 2,6 % το 2027 και 0,2 % το 2031, οπότε προβλέπεται να επιστρέψουν στο επίπεδο του 2023.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία οι ρευματοκλοπές αυξήθηκαν από 0,2% (2003-2004) σε 1,1% (2011-2013), 3,9% (2015-2016) και 4,4% (2018-2019). Αντίθετα, στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών δικτύων διανομής (σε 19 από 23 χώρες) την 8ετία 2010-2018 το σύνολο των απωλειών μειώθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 3%.