Μια πρωτοφανής νομοθετική επίθεση στο περιβαλλοντικό δίκαιο εξελίσσεται αυτές τις μέρες στη Βουλή. Συγκεκριμένα, σε νομοσχέδιο του Υπουργείου Εσωτερικών, με κύριο αντικείμενο διατάξεις για την πάταξη της διαφθοράς, ψηφίστηκαν χθες πελατειακού χαρακτήρα ρυθμίσεις που πλήττουν σοβαρά το δασικό δίκαιο και τη νομοθεσία για τις οριοθετήσεις οικισμών, ακόμα και εντός προστατευόμενων περιοχών. Σημειωτέον ότι οι προβληματικές αυτές διατάξεις ουδέποτε τέθηκαν σε δημόσια διαβούλευση.
Σε έκτακτη παρέμβαση που έστειλε στις 18 Μαρτίου 2022 το WWF Ελλάς στους βουλευτές, τονίζεται πως τα άρθρα 72 και 80 επιτρέπουν τις άναρχες επεκτάσεις οικισμών και τις δασικές καταπατήσεις, ακόμα και εντός προστατευόμενων περιοχών.
Συγκεκριμένα, και σύμφωνα με την αρχική διατύπωση των επίμαχων ρυθμίσεων:
Το άρθρο 72 αφήνει ανοιχτή την ανά πάσα στιγμή και χωρίς σχεδιασμό δυνατότητα επέκτασης όλων των οικισμών, ακόμα και των παραδοσιακών και εκείνων που βρίσκονται μέσα σε εθνικά πάρκα, παραβλέποντας τις ρυθμίσεις που ισχύουν από τη νομοθεσία προστασίας των περιοχών αυτών, αλλά και των ίδιων των οικισμών. Ορισμένα μόνο παραδείγματα προστατευόμενων περιοχών εντός των οποίων βρίσκονται οικισμοί που επηρεάζονται από την απαράδεκτη αυτή ρύθμιση είναι το Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου, το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και το Εθνικό Πάρκο Πρεσπών.
Το άρθρο 80 προκαλεί πρωτοφανές πλήγμα στο δασικό δίκαιο, με προσχηματική επίκληση της προΰπαρξης αγροτικής χρήσης (δασωθέντες αγροί). Η ρύθμιση ανοίγει πλέον διάπλατα τα περιθώρια για εκχέρσωση δασών και καταπατήσεις δασικής γης από επίδοξους διεκδικητές ακόμα και με ένορκες βεβαιώσεις ιδιοκτησίας. Σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται το Υπουργείο, τα εργαλεία κατά των καταπατητών, όπως το βάρος απόδειξης υπέρ του δημοσίου και η αλληλουχία των τίτλων, αποδυναμώνονται, με αποτέλεσμα την ενθάρρυνση καταχρηστικών διεκδικήσεων και την αδυναμία λήψης προστατευτικών μέτρων εναντίον τους. Το WWF Ελλάς υπενθυμίζει ότι όσες εκτάσεις θεωρηθούν δασωθέντες αγροί, με τις παραπάνω διάτρητες προϋποθέσεις, δεν κηρύσσονται αναδασωτέες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις πρόσφατες – αλλά και τις μελλοντικές – δασικές πυρκαγιές, είτε από πρόθεση, είτε από αμέλεια.
Οι εκτάσεις που θίγει το άρθρο 80 είναι μεγάλης οικολογικής αξίας. Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2013 από το WWF Ελλάς σε συνεργασία με το Εργαστήριο Δασικής Διαχειριστικής και Τηλεπισκόπησης του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, επιβεβαιώνεται ότι οι περιοχές χαμηλής βλάστησης είναι ο τύπος φυσικής κάλυψης που έχει πληγεί περισσότερο από τις αλλαγές χρήσεων γης. Ενδεικτικά σημειώνεται πως μόνο κατά το διάστημα 1987-2007, οι θαμνώδεις εκτάσεις μειώθηκαν κατά περίπου 8% και οι εκτάσεις χαμηλής βλάστησης (ποολίβαδα) έως >12%. Οι εκτάσεις αυτές προσφέρουν πολύ σημαντικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, φιλοξενούν σημαντικά είδη πανίδας και χλωρίδας, την πλειοψηφία των επικονιαστικών εντόμων, αλλά και αποτελούν μια σημαντική ασπίδα κατά της κλιματικής κρίσης. Αυτές οι εκτάσεις λοιπόν, δυστυχώς θυσιάζονται τον βωμό της επέκτασης γεωργικών και οικιστικών χρήσεων.
«Ιδιαίτερα προκλητική θεωρούμε τη δήλωση του αρμόδιου για τα δάση Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Αμυρά από το βήμα της Βουλής στις 15 Μαρτίου, ότι αποφεύγει να χρησιμοποιεί τον όρο “δασώθηκαν για να μην ξυπνούν λανθασμένες αντιδράσεις – λόγγιασαν αυτά τα χωράφια”. Κάλεσε μάλιστα “τους νέους να αξιοποιήσουν την ευκαιρία αυτή” και να καλλιεργήσουν αυτές τις δασικές εκτάσεις. Παραγνωρίζεται έτσι τόσο η σε πολλές περιπτώσεις μεγάλη οικολογική αξία τέτοιων περιοχών (ιδίως μέσα σε περιοχές Natura, όπου το δίκαιο της ΕΕ κανονικά επιβάλλει τουλάχιστον δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων), αλλά και το γεγονός ότι η εγκατάλειψη της γεωργίας στην Ελλάδα οφείλεται σε σοβαρούς κοινωνικούς-οικονομικούς λόγους που δεν έχουν καμία σχέση με την ύπαρξη ή μη δασικής γης», σημειώνει η Θεοδότα Νάντσου, επικεφαλής πολιτικής του WWF Ελλάς. «Οι απαράδεκτες διατάξεις που ψηφίστηκαν ανοίγουν ουσιαστικά τον δρόμο σε νέες καταπατήσεις και σε ενέργειες αποχαρακτηρισμού και εν τέλει δόμησης επί της δασικής γης».
Σε εποχή κλιματικής κρίσης, η προστασία της φύσης είναι απαραίτητο να αντιμετωπιστεί ως ζήτημα επιβίωσης για τις κοινωνίες, αλλά και ως ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για την πολιτική ηγεσία της χώρας. Όπως με σαφήνεια έχει επανειλημμένα επισημάνει στις επιστημονικές εκθέσεις της η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), η διατήρηση των φυσικών οικοσυστημάτων παρέχει την καλύτερη ασπίδα προστασίας από κλιματικές καταστροφές, τονίζοντας παράλληλα, τη σημασία της αποφυγής της εκτός σχεδίου οικιστικής ανάπτυξης, καθώς αυξάνονται οι κίνδυνοι κλιματικών καταστροφών με οδυνηρές επιπτώσεις σε ανθρώπινες ζωές, περιουσίες και υποδομές, ενώ χάνονται σημαντικά φυσικά συστήματα αναχαίτισης των επιπτώσεων από τέτοιες καταστροφές.