Η αστάθεια και η μεταβλητότητα έχει επιστρέψει στις αγορές στις αρχές του 2022, επηρεαζόμενες από τις μακροοικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις. Oι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που μπορεί να εκτροχιάσουν την πορεία των αγορών το 2022, αποτελούν ο υψηλός πληθωρισμός, η προοπτική ενός «επιθετικού» κύκλου σύσφιξης από τη Fed και το το γεωπολιτικό ρίσκο όπως αυτό αποτυπώνεται αυτή τη στιγμή στην ρωσο-ουκρανική κρίση.
Οι αγορές δέχθηκαν ένα ισχυρό “χτύπημα” μετά τα στοιχεία για “έκρηξη” του πληθωρισμού στις ΗΠΑ, που πυροδότησε ανησυχίες ότι η Fed ενδεχομένως να αναγκαστεί να αυξήσει τα επιτόκιά της με πιο επιθετικό ρυθμό από ό,τι αναμενόταν τους προσεχείς μήνες.
Στη συνέχεια η ένταση μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης με αφορμή την Ουκρανία εκτόξευσε τις τιμές της ενέργειας πυροδοτώντας νέες πληθωριστικές πιέσεις.
Ποιος όμως θα μπορούσε να είναι ο αντίκτυπος στην πορεία των διεθνών χρηματιστηρίων εάν υπάρξει εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία;
Σύμφωνα με τον επικεφαλής στρατηγικής διεθνών αγορών της Goldman Sachs, Πίτερ Οπενχάιμερ, το πλήγμα για τις χρηματιστηριακές αγορές από μια ενδεχόμενη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα είναι μεγαλύτερο από τις επιπτώσεις που είχε η προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Στην κρίση της Κριμαίας το 2014, στις ρωσικές αγορές επικράτησε “ξεπούλημα” βραχυπρόθεσμα, αλλά η επίδραση στην ευρωζώνη ήταν ελάχιστη. Η σημερινή τεταμένη κατάσταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα μπορούσε να επηρεάσει την ευρωπαϊκή οικονομία.
Μία κλιμάκωση θα μπορούσε να επηρεάσει την ευρωπαϊκή οικονομία με τη μορφή χαμηλότερου εμπορίου με την περιοχή, αυστηρότερων χρηματοπιστωτικών συνθηκών και χαμηλότερης και ακριβότερης παροχής φυσικού αερίου με ότι αυτό συνεπάγεται για το ενεργειακό κόστος.
Πάντως η αμερικανική τράπεζα JP Morgan εκτιμά ότι οι μετοχές έχουν ήδη αποτιμήσει τους κινδύνους και θεωρεί μικρό τον αντίκτυπο από μία σύγκρουση στην Ουκρανία
Αν και ο κίνδυνος σύγκρουσης στην Ουκρανία είναι υψηλός, θα έχει περιορισμένο αντίκτυπο στις παγκόσμιες αγορές μετοχών και πιθανότατα θα προκαλούσε μια ήπια επαναξιολόγηση της κατάστασης από τις κεντρικές τράπεζες, όπως εκτιμά. Παράλληλα, όπως αναφέρει, σύμφωνα με δημοσκόπηση που έκανε στους πελάτες της, αν και το 83% πιστεύει ότι μια στρατιωτική σύγκρουση στην Ουκρανία θα προκαλούσε sell-off στις παγκόσμιες αγορές μετοχών, ωστόσο η πλειονότητα αναμένει ότι ο αντίκτυπος θα είναι μέτριος και θα ξεπεραστεί.
Πριν από την αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου λόγω της ρωσο-ουκρανικής κρίσης, μεγάλοι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι, όπως η Citigroup, JP Morgan και Goldman Sachs διέβλεπαν σημαντικές ευκαιρίες στην πτώση που κατέγραψαν οι τιμές των μετοχών στις αρχές του 2022.
Το sell-off που είδαμε ήταν υπερβολικό, τονίζει η JP Morgan, με τη χρηματιστηριακή αγορά πλέον όχι μόνο να βρίσκεται σε φάση διόρθωσης, αλλά να είναι ήδη σε bear market, χωρίς αυτό να δικαιολογείται από τα θεμελιώδη μεγέθη.
Η αγορά βιώνει μια διόρθωση εντός ενός συνεχιζόμενου ανοδικού κύκλου, σύμφωνα με την Goldman Sachs και εκτιμά ότι οποιαδήποτε σημαντική πτώση θα πρέπει να θεωρηθεί αγοραστική ευκαιρία.
Ιστορικά, ένας κύκλος σύσφιξης της Fed που συνοδεύεται από επιταχυνόμενη ανάπτυξη τείνει να σχετίζεται με ισχυρές αποδόσεις και σχετικά χαμηλή μεταβλητότητα. “Αγοράστε στη βουτιά” , ειδικά τις μετοχές εκτός ΗΠΑ, συστήνει τους επενδυτές η Citigroup. Ο δείκτης Bear Market Checklist της Citigroup υποδηλώνει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να αγοράσουν αυτήν την κατά τα άλλα υγιή πτώση των αγορών, επισημαίνει η Citi.