«Η Αθήνα και η Αττική έχουν τεράστιες δυνατότητες βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης. Η διασύνδεση με τον πολιτισμό, με τα μουσεία μας, αλλά κυρίως οι επενδύσεις που γίνονται σε ξενοδοχειακές μονάδες, που από 3άστερες ή 4άστερες γίνονται 5άστερες, 6άστερες και 7άστερες, η επένδυση του Ελληνικού, η επένδυση στα Αστέρια Γλυφάδας, όλες οι επενδύσεις που γίνονται και οι αναβαθμίσεις των μονάδων μας, δείχνουν ότι το ενδιαφέρον είναι τεράστιο».
Aυτό επεσήμανε μεταξύ άλλων σε παρέμβαση του ο υπουργός Τουρισμού Βασίλης Κικίλιας στο «Evening Report» του Action 24 και πρόσθεσε: «Οι μεγάλοι tour operators παγκοσμίως και στην Ευρώπη στοχεύουν στην Αθήνα και στην Αττική. Ο μέσος όρος παραμονής σε ένα ξενοδοχείο της Αθήνας από 1,2 μέρες έχει φτάσει στις 2,6 μέρες και γι’ αυτό και ο ΕΟΤ, το υπουργείο Τουρισμού και η ελληνική κυβέρνηση στοχεύουν στο city break, κάνοντας καμπάνια αποκλειστικά γι’ αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και δίνοντας τη δυνατότητα σε περισσότερους ταξιδιώτες να έρθουν εδώ και off season, όχι μόνο τους μήνες αιχμής».
Αναφερόμενος στο 2022 ο κ. Κικίλιας δήλωσε ότι η Ελλάδα παίρνει το credit της μεγάλης προσπάθειας που έκανε τα προηγούμενα χρόνια αναφέροντας τα εξής: «Η έξωθεν καλή μαρτυρία από τον τρόπο που χειριστήκαμε την πανδημία ειδικά στο πρώτο διάστημα, έχτισε και το credit του rebranding της χώρας στο εξωτερικό, έφερε σε δύσκολες χρονιές υψηλά ποσοστά τουριστών, ταξιδιωτών, επισκεπτών και δυνάμωσε την ενίσχυση του ΑΕΠ μας και άρα το εισόδημα της μέσης ελληνικής οικογένειας. Αποδείξαμε ότι μπορούμε και στα δύσκολα. Θυμίζω ότι ανοίξαμε το 2020 χωρίς να υπάρχουν ακόμα εμβόλια και αποδείξαμε ότι αντέχουμε και μπορούμε έναντι όλων των άλλων μεσογειακών χωρών. Και πέρυσι, σε πείσμα πολλών οι οποίοι έλεγαν ότι δε θα αντέξει και θα καταρρεύσει το σύστημα, δε θα έρθουν τελικά τουρίστες ή επισκέπτες, βλέπετε ότι μέχρι το τέλος Νοεμβρίου, αρχές Δεκεμβρίου και ακόμα τώρα υπάρχουν τουρίστες στη χώρα και ήρθε να προστεθεί ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό στην ελληνική οικονομία, στη μέση ελληνική οικογένεια, στον μικρό και μεσαίο επιχειρηματία, τον άνθρωπο που έχει ένα κατάλυμα, έχει δύο ενοικιαζόμενα, έχει ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα, έχει ένα κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος ή ένα εμπορικό κατάστημα».
Εστιάζοντας στο μέτωπο του χειμερινού τουρισμού ο υπουργός τόνισε ότι «οι επιδόσεις του χειμερινού τουρισμού ήταν εξαιρετικές, μιλάμε για πληρότητες 80% και 90% και 100% ειδικά στους τουριστικούς προορισμούς». «Στηρίζουμε τον χειμερινό τουρισμό και τα ταξίδια στην Ελλάδα και τον εσωτερικό τουρισμό. Τρέχει μέχρι το Μάρτιο στο εξωτερικό καμπάνια για τον χειμερινό τουρισμό. Θα τρέξει καμπάνια και για τον εσωτερικό τουρισμό, αλλά και για το city break. Καταλαβαίνω ότι οι πόλεις μας έχουν χτυπηθεί ως προς τα ξενοδοχεία τους, τα μεγάλα αστικά κέντρα σε σχέση με τον προγραμματισμό και τις κρατήσεις», πρόσθεσε.
Στο σημείο αυτό ο κ. Κικίλιας επεσήμανε ότι οι προσδοκίες για το 2022 είναι μεγάλες υπογραμμίζοντας τα εξής:
«Η Norwegian Cruise Line αντί για μέσα Απριλίου ξεκινά φέτος την κρουαζιέρα στις 2 Μαρτίου και θέλει να φτάσει μέχρι το τέλος του έτους. Ενισχύονται προορισμοί όπως η Βόρεια Ελλάδα και η Θεσσαλονίκη, η επανενεργοποίηση του λιμανιού του Πειραιά και άρα η δυνατότητα που έχει όλη η Αττική και η Αθηναϊκή Ριβιέρα να δεχθεί πιο πολύ κόσμο, η δυνατότητα που έχουμε να διευρύνουμε τη χρονική περίοδο της κρουαζιέρας και σε μήνες πέραν του Ιουλίου και του Αυγούστου. Δεν είναι μόνο αυτό. Ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες παγκοσμίως, η γερμανική Der Touristik προγραμματίζει από τώρα για τον Οκτώβριο, Νοέμβριο και Δεκέμβριο του 2022, επεκτείνοντας de facto τις πτήσεις και τα ταξίδια στους ελληνικούς προορισμούς. Το ίδιο έκαναν και οι Άγγλοι και οι Γάλλοι και οι Τούρκοι. Είναι λοιπόν προφανές ότι οι προσδοκίες μας για το 2022 είναι μεγάλες. Βεβαίως θα θέλαμε να βοηθήσει και η πανδημία σε αυτό».
Για τον κ. Κικίλια το RRF είναι μια μεγάλη ευκαιρία για ισχυρές και σύγχρονες υποδομές. «Όσο δυναμώνει το τουριστικό προϊόν και γίνεται πιο έντονη η επιθυμία των ταξιδιωτών να έρθουν στη χώρα μας, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχουμε για πιο ισχυρές και πιο σύγχρονες υποδομές, για καλύτερα δίκτυα, για καλύτερη χρήση των δομών, διαχείριση στερεών αποβλήτων και υδάτινων πόρων, για το πάρκινγκ, για τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η κρουαζιέρα. Το υπουργείο Τουρισμού έχει αμιγώς 320 εκατομμύρια ευρώ στο RRF για μαρίνες, λιμάνια, χιονοδρομικά κέντρα, θεματικό τουρισμό και εκπαίδευση, ψηφιοποίηση, προσβασιμότητα για ΑμεΑ στις παραλίες μας. Όμως άμεσα ή έμμεσα βλέπετε ότι το μεγαλύτερο κομμάτι του RRF σε ό,τι έχει να κάνει με τις υποδομές της χώρας είναι σε άμεση συνάρτηση με τουριστικές επενδύσεις, δρόμους, υποδομές ή επέκταση δομών τέτοιων που θα βοηθήσουν να ενισχύσουμε τη δυνατότητα να δεχτούμε όχι μόνον μεγαλύτερη ποσότητα δηλαδή πιο πολλούς τουρίστες, αλλά να επεκτείνουμε την τουριστική περίοδο και να δεχτούμε και πιο ποιοτικούς επισκέπτες. Και τα αεροδρόμιά μας και ο τρόπος με τον οποίο υποδεχόμαστε αυτούς τους επισκέπτες παίζουν ρόλο και είναι μια κοινή συνισταμένη μιας πολύ μεγάλης ευκαιρίας. Δε νομίζω ότι έχουν επενδυθεί τόσο μεγάλα κεφάλαια, όπως αυτά του RRF στη χώρα. Είναι μία ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει χαμένη», ανάφερε ο υπουργός.
Σε ό,τι αφορά το τουριστικό μοντέλο που θα ακολουθήσει η χώρα ο κ. Κικίλιας τόνισε: «Η φέρουσα ικανότητα των νησιών και των δημοφιλών προορισμών μας πρέπει να ενισχυθεί. Γι’ αυτό επεξεργαζόμαστε ένα πλάνο σε συνεργασία με την Προεδρία της Κυβέρνησης, στο οποίο ένα κομμάτι έχει να κάνει με τον τρόπο που θα διαχειριστούμε την κρουαζιέρα παγκοσμίως σε ό,τι έχει να κάνει με τα νησιά μας και θα ακολουθήσουν και άλλα ώστε να γίνουμε leaders, οι κορυφαίοι πρωταθλητές στον βιώσιμο τουρισμό».
Ο υπουργός Τουρισμού έκλεισε την παρέμβασή του, λέγοντας ότι η κυβέρνηση κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για τη στήριξη των συμπολιτών μας. Συγκεκριμένα είπε: «Από τον πρωθυπουργό της χώρας που έχει πρώτος από όλους την ευθύνη κι είναι πάντα hands on και κοντά στον πυρήνα των αποφάσεων, μέχρι τον υπουργό Υγείας και τον οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό, κυρίως τους γιατρούς μας, τους νοσηλευτές και τους ανθρώπους που μάχονται δύο χρόνια, ποτέ δεν απεμπολήσαμε στην καρδιά της πολιτικής μας και πρώτα απ’ όλα τον άνθρωπο, την υγεία και την αξία της ανθρώπινης ζωής. Γι’ αυτό το λόγο προτάχθηκε ο άνθρωπος και η στήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας, των στρατιωτικών Νοσοκομείων, του ιδιωτικού τομέα – όλοι μπήκαν στη μάχη – έναντι του οτιδήποτε άλλου. Από εκεί και πέρα είναι προφανές ότι καμία κοινωνία δεν αντέχει και δε θα μπορούσε να αντέξει κλειδαμπαρωμένη μέσα στο σπίτι της για πάντα. Και επίσης καμία οικονομία δεν αντέχει. Αλλά βλέπω ότι ακόμα και τώρα, δύο χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας, η κεντρική μας προσπάθεια, η καρδιά της προσπάθειάς μας έχει να κάνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο που θα βρούμε να στηρίξουμε τους συνανθρώπους μας, ειδικά αυτούς που δεν έχουν ή δεν μπορούν, αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη εν μέσω της πανδημίας. Υπάρχουν συμπολίτες μας που δυσκολεύονται. Τους στήριξε οριζοντίως η ελληνική κυβέρνηση και προσπαθεί να κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό και εν μέσω μιας παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης που προκύπτει, να βοηθήσει και να στηρίξει αυτούς που δεν μπορούν, τους αναξιοπαθούντες και αυτούς που είναι λιγότερο δυνατοί. Αυτή είναι η φύση της πολιτικής μας, η πολιτική για τους πολλούς και όχι για τους λίγους».