H Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει δέσμη μέτρων για να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας όσων εργάζονται σε πλατφόρμες εργασίας και για να στηριχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη των ψηφιακών πλατφορμών εργασίας στην ΕΕ.
Οι νέοι κανόνες θα διασφαλίσουν ότι αυτοί που εργάζονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών μπορούν να απολαμβάνουν τα εργασιακά δικαιώματα και τις κοινωνικές παροχές που δικαιούνται. Επίσης, θα προστατεύονται επιπλέον όσον αφορά τη χρήση αλγοριθμικής διαχείρισης (δηλαδή αυτοματοποιημένων συστημάτων που υποστηρίζουν ή αντικαθιστούν διευθυντικές λειτουργίες στην εργασία). Ένα κοινό σύνολο ενωσιακών κανόνων θα παρέχει αυξημένη ασφάλεια δικαίου, γεγονός που θα επιτρέπει στις ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας να επωφελούνται πλήρως από τις οικονομικές δυνατότητες της ενιαίας αγοράς και από τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού.
Στο πλαίσιο της σημερινής δέσμης μέτρων, η Επιτροπή προτείνει τα εξής:
• Ανακοίνωση στην οποία παρουσιάζονται η προσέγγιση και τα μέτρα της ΕΕ σχετικά με την εργασία σε πλατφόρμες. Τα μέτρα αυτά συμπληρώνονται από δράσεις που θα πρέπει να αναλάβουν οι εθνικές αρχές, οι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι σχετικοί παράγοντες στο επίπεδό τους. Η ανακοίνωση φιλοδοξεί επίσης να θέσει τα θεμέλια για την ανάπτυξη των μελλοντικών παγκόσμιων προτύπων για υψηλής ποιότητας εργασία σε πλατφόρμες.
• Πρόταση οδηγίας σχετικά με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στην εργασία σε πλατφόρμα. Η πρόταση αυτή περιλαμβάνει μέτρα για τον ορθό καθορισμό του καθεστώτος απασχόλησης των ατόμων που εργάζονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών εργασίας και νέα δικαιώματα, τόσο για τους εργαζομένους όσο και για τους αυτοαπασχολουμένους, όσον αφορά την αλγοριθμική διαχείριση.
• Σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες θα διευκρινίζουν την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού στις συλλογικές συμβάσεις μεμονωμένων αυτοαπασχολουμένων οι οποίοι επιδιώκουν να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας τους. Αυτό περιλαμβάνει όσους εργάζονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών εργασίας.
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος για μια Ευρώπη Έτοιμη για την Ψηφιακή Εποχή, Μαργκρέτε Βεστάγκερ ανέφερε ότι «καθώς όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας δημιουργούνται από ψηφιακές πλατφόρμες, πρέπει να εξασφαλίσουμε αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας για όλα τα άτομα που αντλούν το εισόδημά τους από τέτοιου είδους εργασία. Η πρότασή μας για οδηγία θα βοηθήσει τους ψευδώς αυτοαπασχολουμένους οι οποίοι εργάζονται για πλατφόρμες να καθορίσουν σωστά το καθεστώς απασχόλησής τους και να απολαμβάνουν όλα τα κοινωνικά δικαιώματα που απορρέουν από το καθεστώς αυτό».
Οδηγία σχετικά με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στην εργασία σε πλατφόρμα
• Καθεστώς απασχόλησης
Σκοπός της προτεινόμενης οδηγίας είναι να εξασφαλίσει στα άτομα που εργάζονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών ότι τους παρέχεται το νομικό καθεστώς απασχόλησης που αντιστοιχεί στις πραγματικές εργασιακές ρυθμίσεις τους. Παρέχει κατάλογο κριτηρίων ελέγχου με τα οποία καθορίζεται αν μια πλατφόρμα είναι «εργοδότης». Εάν η πλατφόρμα πληροί τουλάχιστον δύο από τα κριτήρια αυτά, τότε τεκμαίρεται νομικά ότι είναι εργοδότης. Επομένως, τα άτομα που εργάζονται μέσω της εν λόγω πλατφόρμας θα πρέπει να απολαμβάνουν τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα που απορρέουν από το καθεστώς του «εργαζομένου». Για όσους επαναχαρακτηρίζονται ως εργαζόμενοι, αυτό συνεπάγεται το δικαίωμα σε κατώτατο μισθό (όπου υπάρχει), σε συλλογικές διαπραγματεύσεις, την προστασία του χρόνου εργασίας και της υγείας, το δικαίωμα σε άδεια μετ’ αποδοχών ή τη βελτιωμένη πρόσβαση σε προστασία από εργατικά ατυχήματα, παροχές ανεργίας και ασθενείας, καθώς και ανταποδοτικές συντάξεις γήρατος. Οι πλατφόρμες θα έχουν το δικαίωμα να αμφισβητήσουν ή να «προσβάλουν» αυτόν τον χαρακτηρισμό, φέροντας οι ίδιες το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπάρχει σχέση εργασίας. Τα σαφή κριτήρια που προτείνει η Επιτροπή θα προσδώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου στις πλατφόρμες, θα μειώσουν τα δικαστικά έξοδα και θα διευκολύνουν τον επιχειρηματικό σχεδιασμό.
• Αλγοριθμική διαχείριση
Η οδηγία αυξάνει τη διαφάνεια στη χρήση αλγορίθμων από τις ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας, εξασφαλίζει την παρακολούθηση από άνθρωπο όσον αφορά τον σεβασμό των συνθηκών εργασίας από τις πλατφόρμες εργασίας και παρέχει το δικαίωμα αμφισβήτησης των αυτοματοποιημένων αποφάσεων. Αυτά τα νέα δικαιώματα θα χορηγηθούν τόσο στους εργαζομένους όσο και στους πραγματικούς αυτοαπασχολουμένους.
• Επιβολή, διαφάνεια και ιχνηλασιμότητα
Οι εθνικές αρχές συχνά δυσκολεύονται να αποκτήσουν στοιχεία για τις πλατφόρμες και τα άτομα που εργάζονται μέσω αυτών. Αυτό είναι ακόμη πιο δύσκολο όταν οι πλατφόρμες λειτουργούν σε διάφορα κράτη μέλη, γεγονός που δημιουργεί ασάφεια για το πού εκτελείται η εργασία πλατφόρμας και από ποιον.
Η πρόταση της Επιτροπής θα αυξήσει τη διαφάνεια σχετικά με τις πλατφόρμες, διασαφηνίζοντας τις υπάρχουσες υποχρεώσεις δήλωσης εργασίας στις εθνικές αρχές και ζητώντας από τις πλατφόρμες να θέτουν στη διάθεση των εθνικών αρχών βασικές πληροφορίες σχετικά με τις δραστηριότητές τους και τα άτομα που εργάζονται μέσω αυτών.
Η Επιτροπή, στην «Ανακοίνωση σχετικά με τις καλύτερες συνθήκες εργασίας για μια ισχυρότερη κοινωνική Ευρώπη: αξιοποίηση όλων των οφελών της ψηφιοποίησης για το μέλλον της εργασίας», καλεί τα κράτη μέλη, τους κοινωνικούς εταίρους και όλους τους σχετικούς παράγοντες να προτείνουν συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας όσον αφορά την εργασία στις πλατφόρμες εργασίας. Στόχος της είναι να αξιοποιήσει τα οφέλη του ψηφιακού μετασχηματισμού και να προστατεύσει την ευρωπαϊκή κοινωνική οικονομία της αγοράς. Η ΕΕ επιθυμεί επίσης να δώσει το παράδειγμα και να συμβάλει στα μελλοντικά παγκόσμια πρότυπα για υψηλής ποιότητας εργασία σε πλατφόρμες. Οι πλατφόρμες λειτουργούν με διασυνοριακό τρόπο και απαιτούν διασυνοριακή ρυθμιστική προσέγγιση.
Σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού
Η Επιτροπή δρομολογεί επίσης δημόσια διαβούλευση σχετικά με κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου περί ανταγωνισμού στις συλλογικές συμβάσεις μεμονωμένων αυτοαπασχολουμένων, δηλ. των ατόμων που εργάζονται εξ ολοκλήρου μόνοι τους και δεν απασχολούν άλλους. Αυτό το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών έχει ως στόχο να προσδώσει ασφάλεια δικαίου και να διασφαλίσει ότι το ενωσιακό δίκαιο ανταγωνισμού της ΕΕ δεν εμποδίζει τις προσπάθειες ορισμένων μεμονωμένων αυτοαπασχολουμένων να βελτιώσουν συλλογικά τις συνθήκες εργασίας τους, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις αποδοχές τους, σε περιπτώσεις όπου βρίσκονται σε σχετικά αδύναμη θέση, όπως π.χ. όταν αντιμετωπίζουν σημαντική ανισορροπία στη διαπραγματευτική τους ισχύ. Το σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών καλύπτει περιπτώσεις τόσο εντός όσο και εκτός διαδικτύου.
Ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος για μια Οικονομία στην Υπηρεσία των Ανθρώπων, κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις, δήλωσε τα εξής: «Οι ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία μας, καθώς προσφέρουν καινοτομία, παρέχουν θέσεις εργασίας και συμβάλλουν στην κάλυψη της καταναλωτικής ζήτησης. Οι άνθρωποι βρίσκονται στο επίκεντρο αυτού του επιχειρηματικού μοντέλου και δικαιούνται αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και κοινωνική προστασία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο σήμερα προτείνουμε νέους κανόνες, με σκοπό, αφενός, να αυξηθεί η βεβαιότητα που θα επιτρέψει στις ψηφιακές πλατφόρμες εργασίας να αναπτυχθούν και, αφετέρου, να προστατευθούν τα δικαιώματα των ατόμων που εργάζονται στην οικονομία των πλατφορμών, ώστε όλοι να μπορούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο αυτή την ευκαιρία.»
Ο επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Δικαιωμάτων Νικολά Σμιτ σημείωσε ότι «πρέπει να αξιοποιήσουμε στο έπακρο το δυναμικό των ψηφιακών πλατφορμών για δημιουργία θέσεων εργασίας. Όμως θα πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι πρόκειται για ποιοτικές θέσεις εργασίας, οι οποίες δεν προωθούν την επισφάλεια, έτσι ώστε τα άτομα που εργάζονται μέσω των πλατφορμών αυτών να έχουν ασφάλεια και να μπορούν να προγραμματίζουν το μέλλον τους. Η πρόταση της Επιτροπής καθορίζει σαφή κριτήρια με τα οποία διαπιστώνεται αν μια πλατφόρμα είναι εργοδότης και, εάν αυτό ισχύει, οι εργαζόμενοι της πλατφόρμας αυτής δικαιούνται κοινωνική προστασία και εργασιακά δικαιώματα».
Η πρόταση της Επιτροπής για οδηγία σχετικά με τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στην εργασία σε πλατφόρμα θα συζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Αφού εκδοθεί η οδηγία, τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους δύο χρόνια για να μεταφέρουν τις διατάξεις της στο εθνικό τους δίκαιο.