«Κρατηθήκαμε όρθιοι στις θύελλες της τελευταίας περιόδου και κρατήσαμε και το τιμόνι της χώρας με σταθερότητα και κρατήσαμε και την οικονομία και την κοινωνία όρθια, με πολύ μεγάλες δαπάνες που σχεδιάστηκαν με τρόπο που φέρνουν αποτέλεσμα», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή, για να υπογραμμίσει ότι με το τέλος της πανδημίας, μια καλύτερη περίοδος αρχίζει για την Ελλάδα και η κυβέρνηση εγγυάται ότι θα βάλει τη χώρα σε μια καλύτερη εποχή.
Ο κ. Σκυλακάκης, που εξήγησε γιατί η κυβέρνηση χαρακτηρίζει τον προϋπολογισμό του 2022 προϋπολογισμό ανάπτυξης, σχολίασε και όσα ανέφερε η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ για τον κατώτατο μισθό.
«Έχουμε έναν προϋπολογισμό που μας περνά από την ανάκαμψη στην ανάπτυξη», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, προσθέτοντας ότι το 2021 έχουμε ανάκαμψη, το 2022 θα έχουμε ανάπτυξη. «Μέχρι να έχουμε ανάπτυξη, προφανώς δεν μπορούμε να θεωρούμε ότι έχουμε ανάπτυξη. Όταν είχες μια χρονιά ύφεση 9% και δεν μείωσες τον κατώτατο μισθό -και καλά έκανες και δεν τον μείωσες, διότι είναι ένα προσωρινό φαινόμενο- προφανώς όταν επανέρχεται η κατάσταση, δεν έχεις ανάπτυξη. Έχεις ανάκαμψη. Το 2022, που θα έχουμε ανάπτυξη, περιμένετε να δείτε τι θα συμβεί με τον κατώτατο μισθό. Θα τα δούμε αυτά με ακρίβεια».
Στοιχεία του προϋπολογισμού του 2022, είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, είναι και «το πέρασμα από τις έκτακτες συνθήκες στις κανονικές» και το «πέρασμα από την ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, στις επενδύσεις». Μια οικονομία μπορεί να στηριχθεί για μια χρονιά στην κατανάλωση αλλά αυτό μακροχρόνια δεν μπορεί να θεωρείται βιώσιμο, είπε ο κ. Σκυλακάκης και τόνισε ότι μια οικονομία πρέπει να στηρίζεται στις επενδύσεις και στην εξωστρέφεια για να μπορεί να έχει μακροχρόνια ανάπτυξη.
Αναφερόμενος στο περιβάλλον μέσα στο οποίο σχεδιάστηκε ο προϋπολογισμός, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών είπε ότι «ο προϋπολογισμός του 2022 στηρίζεται στην υπόθεση ότι θα επανέλθουμε, από υγειονομικής πλευράς, σε μια οικονομική κανονικότητα, έστω και αν ακόμα έχουμε κάποιες υγειονομικές επιβαρύνσεις. Τι ακριβώς θα συμβεί, δεν μπορώ να σας το πω με απόλυτη ακρίβεια, αλλά αυτό προβλέπουν και οι διεθνείς φορείς και οι διεθνείς οργανισμοί», είπε ο κ. Σκυλακάκης και πρόσθεσε ότι αυτό εξαρτάται από συνδυασμό παραγόντων, όπως είναι η ταχύτητα των εμβολιασμών, σε ό,τι αφορά και την πρώτη και την τρίτη δόση, η ταχύτητα των μεταλλάξεων. «Έχουμε μια δαιμονισμένη μετάλλαξη, την μετάλλαξη “Δέλτα”, με πολύ μεγάλη δυνατότητα διάχυσης στους ανεμβολίαστους και αυτό δεν ξέρουμε πώς τελικά θα εξελιχθεί, πόσο θα διαρκέσει αυτό το κύμα, και πόσο επώδυνο θα είναι», ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός που επισήμανε ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο της Ελλάδας. «Εμείς πάντως σχεδιάσαμε φέτος τον προϋπολογισμό, με την υπόθεση ότι η πανδημία, ως οικονομική μεταβλητή, θα φύγει σταδιακά από τις αρχές του 2022. Αν η αντιπολίτευση έχει άλλη υπόθεση και επιστημονικά δεδομένα για να την στηρίξει, μπορεί να την θέσει. Θα είναι μια δύσκολη υπόθεση πάντως, αν δεν συμβεί αυτό, ο επόμενος προϋπολογισμός», είπε ο Θεόδωρος Σκυλακάκης και τόνισε ότι «η δημοσιονομική ελευθερία που έδωσε η πανδημία, τελειώνει το 2022, τελειώνει σε αυτόν τον προϋπολογισμό» και «από το 2023 επανερχόμαστε σε έναν προϋπολογισμό με στόχους και το αν θα είναι πιο ήπιοι οι στόχοι αυτοί, από πλευράς θεσμών, είναι πράγματι πιθανότατο και ευκταίο, αλλά οι στόχοι σε κάθε περίπτωση θα έχουν πρωτογενή πλεονάσματα» και «εμείς θα πρέπει να έχουμε δημοσιονομική τάξη την οποία θα διατηρούμε για πολύ μακρύ χρόνο». Συνεπώς, τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός, «οι δαπάνες που μπορούμε να κάνουμε δεν είναι απεριόριστες», γιατί «κανένας δεν μας έχει δώσει λευκό τσεκ επιταγών για να γράφουμε, αλλά είναι δαπάνες με δεδομένους τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, εντός των οποίων κινούμεθα».
Ιδίως για τις δαπάνες του υπουργείου Υγείας, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο της κριτικής της αντιπολίτευσης, ο Θεόδωρος Σκυλακάκης είπε ότι «το 2018, στον προϋπολογισμό του ΣΥΡΙΖΑ, αυτές είχαν προβλεφθεί 3,760 δισ. ευρώ, το 2019 προβλέφθηκαν 3,884 δισ. ευρώ, το 2020 (σσ προϋπολογισμός της ΝΔ) προβλέφθηκαν 3,859 δισ. Το 2021, χωρίς τις δαπάνες covid, προβλέφθηκαν δαπάνες 4,126 δισ. Το 2022 η πρόβλεψη χωρίς τις δαπάνες covid, που έχουν διαχωριστεί, ανέρχονται 4,521 δισ. ευρώ».
«Τα ψυχρά νούμερα λένε ότι εμείς, χωρίς τις δαπάνες covid, προσδιορίζουμε τις δαπάνες σε 600 εκατ. ευρώ παραπάνω σε σχέση με αυτά που είχε προβλέψει ο ΣΥΡΙΖΑ», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών. Παράλληλα, αναφέρθηκε και στις δαπάνες για τα νοσοκομεία. «Το 2018 είχαν προβλεφθεί 2,5 δισ. ευρώ, το 2019 είχαν προϋπολογιστεί δαπάνες 3,1 δισ. Για το 2022 η πρόβλεψη δαπανών για τα νοσοκομεία είναι 3,4 δισ. ευρώ» είπε και επισήμανε πως οι συνολικές δαπάνες του κράτους για την υγεία ανέρχονται σε 11,7 δισ. ευρώ, δηλαδή 6,2% του ΑΕΠ.
Αναφερόμενος στην ακρίβεια, ο κ. Σκυλακάκης είπε ότι η κυβέρνηση έχει πάρει μέτρα που ξεπερνούν το 1 δισ. ευρώ και επισήμανε ότι «μόλις προχθές, ανακοινώθηκαν πρόσθετα μέτρα ύψους 388 εκατ. ευρώ, που, κατά κύριο λόγο, ήταν μέτρα για να καλύψουν τις απώλειες εισοδήματος». Επισήμανε εξάλλου τις παρεμβάσεις για την ενέργεια, οι οποίες και αυτές απαιτούν δημοσιονομικό χώρο, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που είναι διπλάσιο τον Δεκέμβριο και την επιστροφή του ΕΦΚ στο πετρέλαιο κίνησης στους αγρότες.
Καθώς στη συζήτηση που εξελίσσεται για τον προϋπολογισμό, τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούν την κυβέρνηση ότι οξύνει τις κοινωνικές ανισότητες, με την πολιτική της, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών επισήμανε ότι, με βάση τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα είναι πολύ κοντά στο μέσο όρο, ενώ οι υπολογισμοί του ΣΟΕ δείχνουν μείωση των ανισοτήτων σε σχέση με το 2018, και το 2019 και το 2020 και «αυτή η μείωση θα είναι μεγαλύτερη, μετά τα μέτρα για τους χαμηλοσυνταξιούχους». Έσπευσε δε να υπογραμμίσει, ότι «η μείωση των ανισοτήτων εν μέσω πανδημίας και στην έξοδο από την πανδημική κρίση», οφείλεται στη μείωση της ανεργίας αλλά και στην αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Ενδεικτικά ανέφερε ότι οι δαπάνες του ΟΠΕΚΑ που έχει την αρμοδιότητα όλων των επιδομάτων, θα έχουν σοβαρή πραγματική αύξηση, σε σχέση με την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ και προβλέπονται ότι το 2022 θα είναι 3,7 δισ. ευρώ.
Καθώς τις κοινωνικές ανισότητες ενισχύουν η φοροδιαφυγή και η εισφοροδιαφυγή, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών είπε ότι αποτελεί βασική πολιτική της κυβέρνησης να μειώσει και αυτή την αιτία της ανισότητας. Η πολιτική αυτή υλοποιείται, όπως εξήγησε, και μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και με άλλες κυβερνητικές πολιτικές, σε μεγάλη έκταση. Ήδη έχουν αυξηθεί, όπως σημείωσε, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές και θεσμοθετούνται και κίνητρα, ενώ κίνητρα δίνονται και με μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και κίνητρα για συνέργειες. «Συνεπώς, η κυβέρνηση ακολουθεί μια πολιτική η οποία έχει κατεξοχήν στόχο τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την κοινωνική δικαιοσύνη», είπε ο κ. Σκυλακάκης.
Σε σχέση με τις επενδύσεις, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, αφού επισήμανε ότι η Ελλάδα μεταξύ του 2010-2019 ήταν κάτω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, είπε ότι η άνοδος των επενδύσεων είναι όρος επιβίωσης της ελληνικής οικονομίας και είναι όρος καθοριστικός για να λάβει τέλος η φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού. Την περίοδο 2020-2021, είδαμε μια πραγματική ανατροπή στο χώρο των επενδύσεων, είπε ο υπουργός και πρόσθεσε ότι και στα επόμενα χρόνια θα υπάρξει πολύ μεγάλη αύξηση των επενδύσεων. Επισήμανε δε, ότι το 2022 προβλέπεται να δαπανηθούν μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, μαζί με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, 11 δισ. ευρώ. «Επενδύσεις δημόσιες τέτοιες δεν είχαν περάσει ποτέ την τελευταία δεκαετία.
Είναι μια τεράστια επενδυτική δαπάνη και αυτή εξηγεί γιατί η οικονομία θα πάει καλύτερο το 2022», είπε ο κ. Σκυλακάκης, σημειώνοντας ότι μέχρι σήμερα έχουν ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης έργα 3,6 δισ. και χαρακτήρισε εφικτό τον στόχο, μέχρι το τέλος του χρόνου, να κλείσει το θέμα των συμβάσεων με τις τράπεζες και να εκταμιευθεί το πρώτο 1,5 δισ. για να ξεκινήσουν να επενδύουν από τα δάνεια. Με το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε ένα πραγματικό άλμα προς μια οικονομία πιο εξωστρεφή, ανταγωνιστική, πιο πράσινη, πιο ψηφιακή. Να χτυπήσουμε την παραοικονομία και την ανισότητα που αυτή παράγει και την αντιαναπτυξιακή πτυχή και να δημιουργήσουμε πάνω από 200.000 θέσεις εργασίας, στη χώρα, όταν τελειώσει αυτό το σχέδιο», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.