Πηγή Εικόνας: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Με το ΑΕΠ να αυξάνεται εφέτος κατά 6,9% και κατά 4,5% το επόμενο έτος, το 2022 αναμένεται να είναι έτος επαναφοράς της ελληνικής οικονομίας σε συνθήκες κανονικότητας. Αυτό αναφέρεται στον προϋπολογισμό που κατατέθηκε στη Βουλή και επισημαίνεται, παράλληλα, ότι στο δ’ τρίμηνο του έτους αναμένεται να έχει ανακτηθεί το σύνολο των ετήσιων απωλειών ΑΕΠ του 2020, με το επίπεδο πραγματικού ΑΕΠ στο τέλος του 2022 να υπερβαίνει το αντίστοιχο επίπεδο του 2019 κατά 1,7%.

Σύμφωνα με το κείμενο του προϋπολογισμού, τα βασικά μεγέθη της οικονομίας έχουν ως εξής:

-Το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 6,9% εφέτος και κατά 4,5% το 2022, από πτώση κατά 9% το 2020.

-Η ανάπτυξη αυτή, βασίζεται κυρίως στην κατανάλωση, τις ιδιωτικές επενδύσεις και τις εξαγωγές. Ειδικότερα, η ιδιωτική κατανάλωση θα αυξηθεί εφέτος κατά 3,3% και κατά 3% το 2022, από μείωση 7,9% το 2020. Οι ιδιωτικές επενδύσεις θα κινηθούν ανοδικά κατά 11,7% εφέτος και κατά 21,9% το 2022 (λόγω και των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης), από πτώση 0,3% πέρυσι. Οι εξαγωγές θα αυξηθούν 14,1% εφέτος και 11,1% το επόμενο έτος, από πτώση 21,5% το 2020. Αυξητικά θα κινηθούν και οι εισαγωγές, αλλά με χαμηλότερο ρυθμό σε σχέση με τις εξαγωγές (+6,6% το 2021 και +8,9% το 2022, από -7,6% το 2020). Ενώ, η δημόσια κατανάλωση θα αυξηθεί εφέτος 4,1% από αύξηση 2,6% πέρυσι, για να μειωθεί κατά 2,8% το 2022 λόγω και της σταδιακής απόσυρσης των μέτρων στήριξης για την πανδημία.

-Η ανεργία προβλέπεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω στο 14,2% το 2022 από 15,9% εφέτος και 16,3% πέρυσι.

-Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 0,8% το 2022 από αύξηση 0,6% εφέτος και μείωση 1,3% το 2020.

Αναλυτικά, όπως αναφέρεται στο κείμενο, πρωτεύοντα παράγοντα για την ώθηση της οικονομικής δραστηριότητας το 2022 αποτελεί το ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, με τις πραγματοποιούμενες δαπάνες από τον προϋπολογισμό του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ως αποτέλεσμα, εντός του 2022 η υλοποίηση του σχεδίου αναμένεται να προσδώσει στην ελληνική οικονομία επιπλέον 2,9 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, χωρίς τη συμπερίληψη της μόχλευσης, συμβάλλοντας στη μείωση του μακροχρόνιου επενδυτικού κενού και θέτοντας τις βάσεις για τη διαμόρφωση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα, μέσω της συμβολής του σκέλους των μεταρρυθμίσεων.

‘Αλλος σημαντικός παράγοντας επιτάχυνσης της ανάπτυξης έναντι του 2021, είναι η σταδιακή επιστροφή σε συνθήκες κανονικότητας από υγειονομικής άποψης στη βάση του υλοποιούμενου προγράμματος εμβολιασμών, η οποία με τη σειρά της θα επιτρέψει την πλήρη ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς, αντλώντας επιπλέον οφέλη από τα «κέρδη» της περιόδου της πανδημίας σε όρους ψηφιοποίησης και εξωστρέφειας της οικονομίας. Η επιστροφή στην κανονικότητα αναμένεται να διευκολύνει την περαιτέρω ανάκαμψη του τουριστικού κλάδου, με τις εισπράξεις από το εξωτερικό να αυξάνονται έναντι του 2021 κατά 60%, υποστηρίζοντας παράλληλα την εξομάλυνση των δημοσιονομικών μεγεθών.

Μετά τη διαμόρφωση του ελλείμματος γενικής κυβέρνησης το 2021 κοντά στο ύψος του 2020, λόγω της ακόμα εφαρμοζόμενης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, η επιστροφή σε συνθήκες ανάπτυξης το 2022 αναμένεται να περιορίσει το έλλειμμα αισθητά κατά 5,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κατά ESA, με επαναφορά σε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023. Ανάλογη βελτίωση εκτιμάται και για το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ, με προσέγγιση του προ κρίσης επιπέδου του.

Ακόμα, ευνοϊκός παράγοντας για τη διαμόρφωση υψηλού ρυθμού ανάπτυξης το 2022 είναι η έναρξη υλοποίησης ορισμένων αναπτυξιακών μέτρων στη λογική της βελτίωσης του επενδυτικού περιβάλλοντος και της εισοδηματικής ενίσχυσης των νοικοκυριών, όπως είχε σχεδιαστεί πριν την επέλαση της πανδημίας. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται η μείωση του συντελεστή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων από το 24% στο 22%, η παροχή κινήτρων για συνενώσεις και συνεργασίες μεσαίων, μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, η θέσπιση φορολογικών κινήτρων για τη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών και δωρεών για παροχές και δωρεές έως 800.000 ευρώ και η αύξηση του κατώτατου μισθού.

Πέραν των ανωτέρω μέτρων, τον Σεπτέμβριο εφέτος μία ακόμη δέσμη μέτρων ενσωματώθηκε στον πολιτικό σχεδιασμό, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις των παροδικών πληθωριστικών πιέσεων που καταγράφονταν διεθνώς το τρέχον διάστημα, να αποσοβηθεί ο κίνδυνος υστερήσεων στην αγορά εργασίας κατά τη μεταβατική περίοδο μετά την πανδημία και να αποφευχθούν ανισότητες πρόσβασης στην ψηφιακή μετάβαση. Μεταξύ αυτών, συγκαταλέγονται, η προσαυξημένη έκπτωση για δαπάνες που αφορούν σε πράσινη οικονομία/ενέργεια/ψηφιοποίηση, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη νεολαία, με την παροχή κινήτρων για ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας (πρώτο ένσημο), η μείωση του τέλους συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας, η κατάργηση για τους νέους έως 29 ετών και η σύσταση του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης.

Η αύξηση της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης το 2022 αναμένεται να στηριχθεί, πέρα από τη χρήση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων, στην αύξηση της απασχόλησης κατά 2,6% (με το 83,3% των νέων θέσεων εργασίας να αφορά θέσεις μισθωτής απασχόλησης) αλλά και στην αύξηση του ονομαστικού μέσου μισθού κατά 1,1%. Από τις εκτιμήσεις αυτές προκύπτει ώθηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας κατά 4,1% πάνω από το επίπεδο του 2021. Ο ρυθμός πληθωρισμού αναμένεται μετριοπαθώς θετικός στο σύνολο του 2022 (0,8%), καθώς οι πληθωριστικές τάσεις του 2021 αναμένεται να αρχίσουν να υποχωρούν κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου του 2022, επιτρέποντας όφελος σε όρους πραγματικού μέσου μισθού κατά 0,2% έναντι του 2021 στο σύνολο του έτους.

Η επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης των πραγματικών επενδύσεων το 2022 στηρίζεται στην υλοποίηση των έργων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με άνω του 88% της συνολικής κατανομής επιχορηγήσεων και δανείων για το έτος να κατευθύνονται σε επενδύσεις, εκ των οποίων το 41,6% σε δημόσιες επενδύσεις με υψηλή πολλαπλασιαστική επίδραση. Από την άλλη πλευρά, ο όγκος δημόσιας κατανάλωσης αναμένεται το 2022 να προσαρμοστεί εγγύτερα στα προ πανδημίας επίπεδα, μειούμενος κατά 2,8% σε ετήσια βάση, ενώ το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου σε όρους όγκου αναμένεται να επιδεινωθεί κατά 1,8 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ, εν μέσω της αύξησης εισαγωγών εξοπλισμού στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0».

Οι αβεβαιότητες

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στο κείμενο, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας περιβάλλονται σήμερα από αυξημένους εξωτερικούς κινδύνους, δεδομένων των αβεβαιοτήτων που συναρτώνται, πρώτον με την εξέλιξη της πανδημίας (εμφάνιση μεταλλάξεων και συνθηκών υψηλότερης μετάδοσης του ιού, διατήρηση εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού), δεύτερον με τον τυχόν πιο μόνιμο χαρακτήρα των τρεχουσών πληθωριστικών πιέσεων διεθνώς και τρίτον με τις γεωπολιτικές εντάσεις και μεταναστευτικές ροές στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.

Επιπρόσθετοι εξωγενείς κίνδυνοι για την ελληνική ανάκαμψη διαμορφώνονται δυνητικά από τον κλιματικό παράγοντα. Η όλο και συχνότερη επέλαση φυσικών καταστροφών επιδρά αρνητικά στην ελληνική οικονομία τόσο βραχυπρόθεσμα (όπως το οικονομικό και δημοσιονομικό κόστος των πυρκαγιών του Αυγούστου 2021), όσο και μακροπρόθεσμα σε όρους διατηρησιμότητας των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και δυνατοτήτων ανάπτυξης του τουριστικού προϊόντος. Στο πλαίσιο αυτό, τον Σεπτέμβριο εφέτος συστάθηκε αυτόνομο υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, με αποστολή τη διαχείριση φυσικών καταστροφών και κρίσεων και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Από το 2022 έως το 2025, ο σχετικός πολιτικός σχεδιασμός προσανατολίζεται στη διαμόρφωση ενός δικτύου πρόληψης και άμεσης αντίδρασης σε φυσικές καταστροφές, με κάλυψη μέρους της χρηματοδότησης από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και το ΕΣΠΑ.

Από την άλλη πλευρά, ενδογενείς κίνδυνοι για την ευόδωση των οικονομικών προοπτικών του 2022 είναι τα τυχόν εμπόδια στην έγκαιρη υλοποίηση του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, καθώς και το ενδεχόμενο εμφάνισης υστερήσεων ή «μόνιμων ουλών» από την πανδημία στον παραγωγικό ιστό της οικονομίας και στην αγορά εργασίας, μετά τη λήξη των κυβερνητικών μέτρων οικονομικής ενίσχυσης.

Το σύνολο των ως άνω (κυρίως εξωγενών) κινδύνων, δημιουργεί ένα περιβάλλον έντονων επισφαλειών για τις μακροοικονομικές και τις δημοσιονομικές προβλέψεις, καθώς κάθε μεταβολή στις συγκεκριμένες εξωτερικές υποθέσεις έχει σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της προβλεπτικής διαδικασίας.

 

Σε 187,278 δισ. ευρώ προβλέπεται να αυξηθεί το ΑΕΠ το 2022, από 177,608 δισ. ευρώ εφέτος

Σε 187,278 δισ. ευρώ προβλέπεται να αυξηθεί το ΑΕΠ το 2022, από 177,608 δισ. ευρώ εφέτος και 165,326 δισ. ευρώ το 2020, με βάση τα στοιχεία του νέου προϋπολογισμού.

Προβλέπεται, παράλληλα, αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ, όπως και του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης με βάση το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας. Ειδικότερα, το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί σε 355 δισ. ευρώ (189,6% του ΑΕΠ), από 350 δισ. ευρώ (197,1% του ΑΕΠ) εφέτος και 341,086 δισ. ευρώ (206,3% του ΑΕΠ) το 2020. Ενώ το έλλειμμα θα διαμορφωθεί σε 2,296 δισ. ευρώ (1,2% του ΑΕΠ) το επόμενο έτος, από 12,882 δισ. ευρώ (7,3% του ΑΕΠ) το 2021 και 13,036 δισ. ευρώ (7,9% του ΑΕΠ) το 2020.

Ωστόσο, οι κίνδυνοι που υπάρχουν για τις δημοσιονομικές προβλέψεις (πανδημία, ενεργειακή κρίση κ.ά.), οδηγούν το υπουργείο Οικονομικών, όπως κάθε έτος, να συμπεριλάβει στον προϋπολογισμό ένα δυσμενές σενάριο.

Όπως αναφέρεται, υπό τις παρούσες συνθήκες οι σημαντικότεροι κίνδυνοι σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας, καθώς τυχόν διατήρηση των μολύνσεων σε υψηλά επίπεδα ή περαιτέρω αύξησή τους κατά τους επόμενους μήνες μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα, ιδίως μέσω επιπτώσεων σε κλάδους όπως ο τουρισμός.

Μία άλλη πιθανή πηγή κινδύνου για τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του προϋπολογισμού σχετίζεται με τη σταδιακή κατάργηση μίας σειράς έκτακτων μέτρων ενίσχυσης τα οποία υλοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών 2020- 2021, προκειμένου να προστατεύσουν την απασχόληση και το εισόδημα πολιτών και επιχειρήσεων από τις συνέπειες της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν. Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που ασκήθηκε μέσω αυτών των μέτρων ενίσχυσε σε σημαντικό βαθμό την οικονομία και αποτέλεσε μία από τις αιτίες της ταχύτατης ανάκαμψης που σημειώθηκε κατά το τρέχον έτος. Η παύση της ισχύος τους, αν και απαραίτητη καθώς τα μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας έχουν πλέον αρθεί, συνεπάγεται μία μείωση της στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας η οποία είναι πιθανό να έχει αρνητική επίπτωση βραχυπρόθεσμα. Αντιθέτως, σε περίπτωση ταχείας αύξησης του ποσοστού εμβολιασμού του πληθυσμού και υποχώρησης της πανδημίας, ο αντίκτυπος στην οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να είναι θετικός και η ταχύτερη οικονομική ανάκαμψη θα επιδράσει θετικά στα δημοσιονομικά μεγέθη.

Μια πρόσθετη πηγή κινδύνου είναι οι μακροοικονομικές επιπτώσεις από τις ανατιμήσεις της ενέργειας, των πρώτων υλών, των μεταφορών και κατ’ επέκταση της εφοδιαστικής αλυσίδας. Σε αυτή την περίπτωση αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά ο πραγματικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης. Ωστόσο η κατεύθυνση των επιδράσεων στον ονομαστικό ρυθμό μεγέθυνσης και κατ’ επέκταση στα δημοσιονομικά έσοδα δεν είναι σαφής και εξαρτάται από την έκταση και διάρκεια αυτών των μεταβολών, όπως και από την ελαστικότητα ζήτησης και προσφοράς των προϊόντων και υπηρεσιών που θα επηρεαστούν. Οι πιθανότητες να μην επηρεαστεί αρνητικά το ονομαστικό ΑΕΠ αυξάνονται όσο δεν αποσταθεροποιούνται οι μεσοπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες.

Έτσι, έχει εκτιμηθεί η επίδραση στο εκτιμώμενο δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2022 από μία μείωση του ρυθμού ονομαστικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο του προϋπολογισμού. Η επίπτωση αυτή έχει εκτιμηθεί μέσω των ελαστικοτήτων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας.

Η μείωση του ονομαστικού ρυθμού μεγέθυνσης κατά 1% σε σχέση με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο συνεπάγεται ότι το ΑΕΠ του 2022 (σε τρέχουσες τιμές) θα διαμορφωθεί σε 185,5 δισ. ευρώ από 177,6 δισ. ευρώ το 2021, έναντι ονομαστικού ΑΕΠ ύψους 187,3 δισ. ευρώ το 2022 σύμφωνα με το βασικό σενάριο. Μια τέτοια μεταβολή του επιπέδου του ονομαστικού ΑΕΠ θα οδηγούσε σε επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά 0,5% του ΑΕΠ σε σχέση με το σενάριο του προϋπολογισμού 2022.

Στην περίπτωση αυτή, το ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -4,5% του ΑΕΠ έναντι -4% του ΑΕΠ, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά ESA θα διαμορφωνόταν σε -1,9% του ΑΕΠ έναντι -1,4% του ΑΕΠ. Σε απόλυτους όρους, ο μειωμένος κατά 1% ονομαστικός ρυθμός μεγέθυνσης θα οδηγούσε σε επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση της τάξης των 0,85 δισ. ευρώ.

 

Tην Ελληνική παρουσία στις διεθνείς αγορές θα επιδιώξει και το 2022 το υπουργείο Οικονομικών

Τη συνεχή παρουσία του Δημοσίου στις διεθνείς αγορές θα επιδιώξουν και το 2022 το υπουργείο Οικονομικών και ο ΟΔΔΗΧ, παρά τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα. Παράλληλα, θα αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που παρέχονται από τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ. Ενώ, θα επιχειρηθεί η δημιουργία πλαισίου έκδοσης ελληνικών κρατικών χρεογράφων με προσανατολισμό των δανειακών τους προσόδων στην «πράσινη» και «βιώσιμη» ανάπτυξη («πράσινο» ομόλογο), με στόχο την επέκταση της επενδυτικής βάσης και τη βελτίωση της εικόνας της χώρας στις διεθνείς αγορές.

Για την επίτευξη των συγκεκριμένων στόχων, θα επιδιωχθεί, στο πλαίσιο λειτουργίας της πρωτογενούς αγοράς πλέον της εκδοτικής δραστηριότητας, να εφαρμοστεί πολιτική διαχείρισης χαρτοφυλακίου μέσω της οποίας θα διασφαλίζεται ο αναγκαίος χώρος για τη συνεχή παρουσία του Δημοσίου στις αγορές, η περαιτέρω μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, η παροχή της αναγκαίας ρευστότητας και η βελτίωση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς των ελληνικών ομολόγων, με ταυτόχρονη αξιοποίηση της εκάστοτε κλίσης της ελληνικής καμπύλης αποδόσεων για τη διασφάλιση βέλτιστου αποτελέσματος αναφορικά με το κόστος δανεισμού.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού, στις 30 Σεπτεμβρίου εφέτος το σύνολο των δανείων που έχουν χορηγηθεί από τον Μηχανισμό Στήριξης (ESM) ανήλθε σε 243.373,7 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα δάνεια από το ΔΝΤ διαμορφώθηκαν σε 1.837,3 εκατ. ευρώ. Ενώ, το ύψος των ομολόγων εσωτερικού του Δημοσίου περιορίστηκε στο 20,7% του χρέους Κεντρικής Διοίκησης (έναντι 91% το 2009) και αντικαταστάθηκε με δάνεια που ελήφθησαν από τον Μηχανισμό Στήριξης, τα οποία αποτελούν πλέον το 62,9% του χρέους Κεντρικής Διοίκησης.

Η υλοποίηση του προγράμματος αγοράς κρατικών χρεογράφων (PEPP) συνεχίστηκε από την ΕΚΤ κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους με τις μηνιαίες αγορές ευρωπαϊκών κρατικών τίτλων να διαμορφώνονται στα τρέχοντα επίπεδα των 20 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα αναμένεται να επιβραδυνθεί σταδιακά τους προσεχείς μήνες με προοπτική να ολοκληρωθεί τον Μάρτιο 2022, οπότε και οι συνολικές αγορές τίτλων μπορούν να ανέρθουν δυνητικά σε 1,85 τρισ. ευρώ, ενώ στη συνέχεια θα επαναξιολογηθεί η συνέχισή του με βάση τα τότε δεδομένα.

H συνολική συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ υπερβαίνει τα 29 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά αναγκαία τη συχνή έκδοση νέων τίτλων από το Δημόσιο προκειμένου να διασφαλίζεται η επάρκειά τους για διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά. Κατά τη διάρκεια του 2021, οι αποδόσεις των μεσοπρόθεσμων κρατικών τίτλων των περισσοτέρων χωρών της Ευρωζώνης διαπραγματεύονταν με αρνητικές αποδόσεις, ενώ οι μακροπρόθεσμοι τίτλοι διαπραγματεύονταν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

 

Στα 2,2 δισ. ευρώ αναμένεται να ανέλθουν τα έσοδα του ΤΑΙΠΕΔ από αποκρατικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας

Σε 2,2 δισ. ευρώ αναμένεται να ανέλθουν τα έσοδα του ΤΑΙΠΕΔ από αποκρατικοποιήσεις και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως αναφέρεται στο κείμενο του προϋπολογισμού.

Παράλληλα, για το τρέχον έτος:

-Εισπράχθηκαν 300 εκατ. ευρώ, ως η πρώτη δόση του τιμήματος των 915 εκατ. ευρώ για την πώληση του 100% των μετοχών της «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΕ».

-Ανακηρύχθηκε ο προτιμητέος επενδυτής (ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, EGIS), ο οποίος προσέφερε τίμημα ύψους 1,496 δισ. ευρώ για την Εγνατία Οδό.

-Ανακηρύχθηκε ο προτιμητέος επενδυτής (ITALGAS) για τη ΔΕΠΑ Υποδομών, ο οποίος προσέφερε τίμημα ύψους 476 εκατ. ευρώ.

-Ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός e-Auction IX όπου αναδείχθηκαν πλειοδότες για τέσσερα ακίνητα.

-Υπεγράφη η σύμβαση πώλησης για το Βόρειο Αφάντου Ρόδου έναντι τιμήματος 26,9 εκατ. ευρώ,

-Αποδόθηκε στο Ταμείο το εκπλειστηρίασμα που του αναλογούσε συνολικού ύψους 279,2 εκατ. ευρώ, από τη διαγωνιστική διαδικασία για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στις ζώνες MHz, 2GHz, 3400-3800 MHz και 26 GHz, για την ανάπτυξη δικτύων 5ης γενιάς.

Ενώ, σε εξέλιξη είναι οι εξής διαγωνισμοί: Γούρνες Ηρακλείου Κρήτης, Οργανισμός Λιμένος Αλεξανδρούπολης, Οργανισμός Λιμένος Καβάλας, Οργανισμός Λιμένος Ηγουμενίτσας, Οργανισμός Λιμένος Ηρακλείου, Μαρίνα Καλαμαριάς, Υπόγεια αποθήκη Φυσικού Αερίου Ν. Καβάλας, e-Auction IX, Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών (30% των μετοχών) και ΔΕΠΑ εμπορίας.

Τέλος, βρίσκεται σε προπαρασκευή και η ωρίμανση των εξής:

-Της Αττικής Οδού.

-Περιφερειακών λιμένων και μαρίνων (Ο.Λ. Βόλου, μαρίνα Πύλου, μαρίνα Λευκίμμης- Κέρκυρας, μαρίνα Megayatch- Κέρκυρας).

-Λοιπών ακινήτων που εμπεριέχονται στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, όπως είναι τα τουριστικά ακίνητα με ιαματικές πηγές: Λουτρόπολης Καμμένων Βούρλων, Camping Καμένων Βούρλων, Θερμοπύλες, η ακτή και Camping Αγίας Τριάδας, η ακτή και Camping Ποσειδίου Κασσάνδρας.

Όσον αφορά στο Υπερταμείο, μερικά από τα σημαντικά γεγονότα που αναμένεται να λάβουν χώρα εντός του 2022 περιλαμβάνουν:

-Την επιστροφή των ΕΛΤΑ σε κερδοφορία, ενώ παράλληλα είναι σε πλήρη εξέλιξη ο ψηφιακός μετασχηματισμός της εταιρείας, που θα επιτρέψει την αναβάθμιση της εμπειρίας καταναλωτή και την παροχή νέων υπηρεσιών.

-Την εκκίνηση του πλάνου αξιολόγησης των ακινήτων που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΤΑΔ, που θα πραγματοποιηθεί μέσα από συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα και εταιρείες real estate.

-Την εκκίνηση ενός ολοκληρωμένου Προγράμματος Προσβασιμότητας για ‘Ατομα με Αναπηρίες στις Συγκοινωνίες Αθηνών (Όμιλος ΟΑΣΑ). Στο πρόγραμμα προβλέπεται βιωματική εκπαίδευση για την εξυπηρέτηση ΑμΕΑ σε 400 εργαζόμενους του Ομίλου Αστικών Συγκοινωνιών. Παράλληλα, θα δημιουργηθεί νέα ψηφιακή εφαρμογή (online booking) για τη δωρεάν μετάβαση ανθρώπων με αμαξίδιο στον προορισμό τους με μίνι βαν, ενώ ο σταθμός στο Μοναστηράκι θα αναβαθμιστεί, ώστε να αποτελέσει «καλή πρακτική» σε ό,τι αφορά στις δυνατότητες πρόσβασης σε άτομα με αναπηρία. Παράλληλα, θα δρομολογηθεί το πλάνο του Ομίλου για τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.