Η ακρίβεια και οι κυβερνητικές παρεμβάσεις, το διανεμόμενο μέρισμα, η κατάργηση του φόρου για γονικές παροχές και το στεγαστικό πρόγραμμα βρέθηκαν επί τάπητος στη συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη, στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ.
Για τις αυξήσεις στις τιμές ρεύματος, φυσικού αερίου κ.λπ., ο Γ. Γεραπετρίτης έκανε λόγο για «συζήτηση με παγκόσμιο χαρακτήρα και τούτο γιατί έχουν διπλασιασθεί οι χονδρεμπορικές τιμές στο φυσικό αέριο, το πετρέλαιο, γενικά υπάρχει μια μεγάλη αύξηση στο κόστος της ενέργειας. Από εκεί και πέρα γίνεται μια συζήτηση για το αν το φαινόμενο είναι μόνιμο ή παροδικό. Η απάντηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά και την Αμερικανική Ομοσπονδιακή Τράπεζα είναι ότι πρόκειται για παροδικό φαινόμενο και ως τέτοιο πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Για το λόγο αυτό οι παραδοχές μας κινούνται προς τα εκεί».
Επιπροσθέτως, «μια πίεση τιμών είναι αναμενόμενη σε οικονομίες οι οποίες εμφανίζουν πολύ έντονα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά. Όταν έχουμε αυξήσεις πραγματικών εισοδημάτων, όπως κατ’ εξοχήν συμβαίνει στην Ελλάδα όπου έχουμε σημαντική αύξηση λόγω των φοροελαφρύνσεων και των μειώσεων στις εισφορές και όλων των άλλων παρεμβάσεων που έχουν γίνει, μπορεί να υπάρξει πίεση στην αγορά για αύξηση τιμών.
Εμείς θα κάνουμε ό,τι πρέπει έτσι ώστε να μην υπάρξουν οι οποιεσδήποτε τάσεις στην αγορά να αυτονομηθεί προς την κατεύθυνση των μεγάλων ανατιμήσεων», διαβεβαίωσε και προσέθεσε: «Δεν είναι πάντοτε δυνατόν οι κυβερνήσεις να παρεμβαίνουν στην αγορά και να ρυθμίζουν τιμές». Σε κάθε περίπτωση με τις παρεμβάσεις της η κυβέρνηση διασφάλισε ότι οι αυξήσεις θα είναι μικρές, εάν υπάρξουν και «εάν χρειαστεί θα γίνουν και άλλες παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση αυτή. Με την παρέμβαση που αποφάσισε η ελληνική κυβέρνηση η αύξηση της τιμής της χονδρικής δεν θα αποτυπωθεί με κανένα τρόπο σε κανένα τιμολόγιο».
Στα αμιγώς οικονομικά ο υπουργός τόνισε πως «έχει παραχθεί νέος πλούτος στη χώρα, δεν είναι δανεικά οι ελαφρύνσεις προς τους Έλληνες. Νέος πλούτος που παράγεται και αποτυπώνεται σε όλους τους δείκτες ανάπτυξης και εργασίας. Αυτός ο νέος πλούτος δημιουργεί ένα πλεόνασμα, ένα επιπλέον μέρισμα το οποίο, απόφασή μας είναι, να διανεμηθεί με ένα τρόπο όσο πιο δίκαιο και ισορροπημένο γίνεται προς όλους έτσι ώστε και να καλυφθούν οι απώλειες εισοδημάτων τις οποίες είχαμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Εξάλλου, οι απώλειες ήταν κυρίως στα ιδιωτικά εισοδήματα […] στους δημόσιους υπαλλήλους το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, όπως και σε όλες τις κατηγορίες πολιτών, έχει αυξηθεί σημαντικά. Η αύξηση των εισοδημάτων εξαιτίας της μείωσης όλων των φορολογικών συντελεστών, άμεσων και έμμεσων, της μείωσης στις ασφαλιστικές εισφορές, οδηγεί σε αύξηση πραγματικού εισοδήματος περίπου 350 ως 1.650 ευρώ ετησίως. Ενώ υπάρχουν και ειδικές ρυθμίσεις για τους ευάλωτους συμπολίτες μας για παράδειγμα διπλάσιο επίδομα αλληλεγγύης τον Δεκέμβριο σε όλους τους δικαιούχους. Εφόσον έχουμε θετικά αποτελέσματα -και όλες οι ενδείξεις κατατείνουν ότι θα έχουμε καλά οικονομικά αποτελέσματα- προφανώς θα υπάρξει επαναξιολόγηση για το πώς θα κατανεμηθεί αυτό το επιπλέον μέρισμα».
Για το πρόγραμμα στέγης είπε πως είναι «ένα πρόγραμμα το οποίο σκεπτόμαστε, βρισκόμαστε σε πολύ πρώιμη φάση, είναι όμως στις σκέψεις μας ένα εθνικό σχέδιο το οποίο θα λαμβάνει υπόψη του και στοιχεία του δημογραφικού και την ενίσχυση της οικογένειας, των χαμηλότερων εισοδημάτων σε σχέση με τη στέγη».
Όμως «ήδη το πρώτο βήμα έγινε, η εξαγγελία του πρωθυπουργού για το μηδενισμό της φορολογίας στις γονικές παροχές είναι μια φορολογική επανάσταση για τις οικογένειες και τούτο γιατί πλέον καταργεί το φόρο εν ζωή για να μεταβιβάσουν οι γονείς και οι παππούδες στα παιδιά και τα εγγόνια τους. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται πάρα πολύ το οικογενειακό κόστος, η φορολογική επιβάρυνση, αλλά από την άλλη δημιουργούνται και συνθήκες έτσι ώστε τα νέα παιδιά να μπορούν να χρησιμοποιούν περιουσίες, όχι μόνο ακίνητες αλλά και κινητές, έτσι ώστε να μη λιμνάζει η περιουσία των γονιών».