Μια νέα μελέτη για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα επιβατικά οχήματα δείχνει ότι τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα είναι λιγότερα ρυπογόνα από τα συμβατικά που φέρουν κινητήρες εσωτερικής καύσης. Ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο μεσαίου μεγέθους έχει 60%-68% χαμηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σε σχέση με ένα αυτοκίνητο με κινητήρα εσωτερικής καύσης, σύμφωνα με τη δημοσιευμένη μελέτη του Διεθνούς Συμβουλίου για τις μεταφορές.
Η ολοκληρωμένη μελέτη συγκρίνει τις εκπομπές άνθρακα καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας όλων των τύπων αυτοκινήτων στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ινδία. Βάση αυτής, στην Ευρώπη οι εκπομπές ρύπων είναι 66%-69% χαμηλότερες από ένα παρόμοιο βενζινοκίνητο αυτοκίνητο. Στις ΗΠΑ, αυτό το εύρος είναι 60%-68%, στην Κίνα είναι 37%-45% και στην Ινδία είναι 19%-34%. Αν υποθέσουμε ότι αυτές οι περιοχές θα εφαρμόσουν προγράμματα μείωσης των ρύπων, τότε το 2030 αναμένεται να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο η διαφορά των εκπομπών ρύπων μεταξύ ηλεκτρικών και συμβατικών αυτοκινήτων.
Επιπλέον, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια θα παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τότε αυτή η διαφορά θα μεγαλώνει περισσότερο υπέρ των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Το ίδιο συμβαίνει και με τα αυτοκίνητα με κυψέλες υδρογόνου, όπου σήμερα οι εκπομπές ρύπων είναι μειωμένοι κατά 26%-40% σε σχέση με ένα αντίστοιχο αυτοκίνητο εσωτερικής καύσης. Αν το υδρογόνο επίσης παραχθεί από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τότε η διαφορά αναμένεται να φθάσει στο 76%-80%.
Η συγκεκριμένη ανάλυση τονίζει ότι δεν υπάρχει μέλλον για τα οχήματα με κινητήρα εσωτερικής καύσης, εάν θέλουμε πραγματικά να απαλλαγούμε από τον άνθρακα. Ακόμη και αν χρησιμοποιηθούν βιοκαύσιμα, τα οχήματα με κινητήρα εσωτερικής καύσης θα συνεχίσουν να είναι πιο ρυπογόνα από ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, ενώ επισημαίνεται ότι οι κινητήρες εσωτερικής καύσης θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά στο χρονικό διάστημα 2030-2035.
Τα λεπτομερή ευρήματα της μελέτης αναφέρουν ότι μόνο με τα ηλεκτρικά οχήματα και τα οχήματα κυψελών καυσίμου που θα τροφοδοτούνται από ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να επιτευχθεί μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, πιάνοντας τον στόχο της Συμφωνίας των Παρισίων.