Σημαντικό ενδιαφέρον προκάλεσε το πρώτο μέρος της συνέντευξης που έδωσε στο economix.gr και την euractiv.gr και τον αρχισυντάκτη τους Θοδωρή Καραουλάνη, ο κ. Σπύρος Μαρίνης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της GGC – GLocal Group of Companies.
Το δείχνει και η ανάδειξή του στις πιο δημοφιλείς αναρτήσεις του site την τρέχουσα εβδομάδα και προφανώς οφείλεται στα θέματα που αναδεικνύονται: αφενός την ανάγκη και τη σημασία της διαχείρισης και της αναδιάρθρωσης του ιδιωτικού χρέους με βέλτιστο τρόπο και αφετέρου την ανάγκη να αλλάξει ο τρόπος που οι επιχειρήσεις αξιολογούν την πορεία τους και χαράζουν νέους δρόμους.
Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος όπου ο κ. Μαρίνης αναφέρεται στην επιχειρησιακή ευφυία και την αμφιδέξια ηγεσία.
Ακολουθεί το δεύτερο μέρος της συζήτησης που κάναμε με τον κ. Μαρίνη, το οποίο αφορά μεν πιο γενικά θέματα της ελληνικής οικονομίας, εξίσου ενδιαφέροντα, αλλά αναδεικνύει και κάτι ακόμη:
- την ανάγκη από τη μία πλευρά οι επιχειρήσεις κάθε είδους και μεγέθους να αποκτήσουν ένα σχέδιο επιχειρησιακής αναστροφής και λειτουργίας μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για να αντιμετωπίζουν πιθανές κρίσεις
- από την άλλη, την ανάγκη το χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι τράπεζες να αποκτήσουν εργαλεία που θα μπορούν να αξιολογούν την χρεοϊκανότητα των επιχειρήσεων, δηλαδή την απόδοσή τους στο μέλλον – και όχι μόνο να αξιολογούν την τρέχουσα αξία ή την περιουσία τους για τις πιθανές χρηματοδοτήσεις.
Ας δούμε πως ακριβώς περιγράφει αυτές τις θεματικές στη συνέντευξή του ο κ. Μαρίνης της GLocal Finance.
– Μιας και έχετε και διεθνή παρουσία, θα θέλαμε να μας πείτε τί προοπτικές βλέπετε στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, αλλά και στην εμπλοκή ξένων χρηματοδοτικών φορέων στις επενδύσεις, από Έλληνες ή ξένους, στη χώρα μας. Τί εμπειρίες είχατε τα χρόνια της κρίσης και πως βλέπετε αυτά να εξελίσσονται τα επόμενα χρόνια;
Η οικονομική προοπτική της χώρας προεξοφλείται από την βαθμολόγηση των διεθνών οίκων αξιολόγησης και τους διεθνείς οργανισμούς (EKT, ESM, κα). Τούτο αντανακλάται από την ελκυστικότητα (υπερκάλυψη) και το χαμηλό κόστος άντλησης βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων χρηματοδοτήσεων μέσω των εκδόσεων τίτλων χρέους της Κεντρικής Κυβέρνησης. Το γεγονός αυτό συντελεί στην συνεχή αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους τόσο ως προς την μετατόπιση της ληκτότητάς του στο μέλλον όσο και στην συνεχή μείωση του χρηματοοικονομικού του κόστους που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
Συνεπώς, η αποτελεσματικότητα της Ηγεσίας της χώρας και η σταθερότητα που διασφαλίζει σε όλες τις διαστάσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην Πατρίδα μας. Πολλά έχουν γίνει στην μείωση της γραφειοκρατείας αλλά η μάχη με αυτή πρέπει να συνεχιστεί ώστε να έχουμε ένα ευέλικτο μηχανισμό φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Άλλωστε η καινοτόμος επιχειρηματικότητα είναι εκείνη που θα μας οδηγήσει στο μέλλον.
Ως γενική παρατήρηση, εκτιμώ ότι από τις εμπειρίες των προηγούμενων ετών της οικονομικής κρίσης αλλά και της σημερινής εμπειρίας που έχουμε (covid19), πρέπει να κεφαλαιοποιήσουμε τα θετικά επαναπροσδιορίζοντας και αναγεννώντας την επιχειρηματική μας σκέψη, εστιάζοντας στην καινοτομία και την ανάπτυξη.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι στην ακαδημαϊκή κοινότητα διεθνώς και ιδιαίτερα στα Business Schools των Πανεπιστημίων αναθεωρούνται και επανεξετάζονται τα πάντα αναφορικά με την Ηγεσία και την Επιχειρηματικότητα. Πιστεύω ότι έχουμε πολλά να διδαχθούμε από εκεί και να υλοποιήσουμε και στην πατρίδα μας ξεκινώντας από τις πρώτες βαθμίδες της εκπαίδευσης κτίζοντας στα παιδιά μας νοοτροπία επιχειρηματικής και όχι υπαλληλικής σκέψης, επαναπροσδιορίζοντας τις παρωχημένες αντιλήψεις που έχουμε ως γονείς για πολλά «κακώς κείμενα» της ζωής στον τόπο μας.
– Η χώρα μας εκτιμά ότι με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το νέο ΕΣΠΑ και ιδιωτικούς πόρους, θα κινητοποιήσει τα επόμενα 7-8 χρόνια περίπου 77 δις ευρώ σε επενδύσεις. Το ποσό είναι τεράστιο και κοντά να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό της ελληνικής οικονομίας που είναι αναγκαίο για την ανάπτυξη, σύμφωνα με τις μελέτες ΣΕΒ, ΙΟΒΕ και άλλων φορέων. Εσείς αισιοδοξείτε; Τί πιστεύετε ότι πρέπει να προσέξει η χώρα και που να δώσουν βάρος οι ελληνικές επιχειρήσεις;
Η εξασφάλιση αυτού του ύψος επενδύσεων στην επιχειρηματικότητα της Ελληνικής Οικονομίας είναι σημαντική. Όμως ιδιαιτέρως πιο σημαντικά είναι τα θετικά αποτελέσματα που θα πρέπει να προκύψουν από τις επενδύσεις και την μόχλευση αυτών των πόρων. Όμως, οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες αξιολόγησης, κατανομής των πόρων και παρακολούθησης της αξιοποίησής τους είναι ανεπαρκείς. Η προσοχή δίδεται κυρίως στην απορρόφηση των επενδύσεων από τις οικονομικές μονάδες ενώ η αποδοτικότητα και βέλτιστη αξιοποίηση αυτών των επιχειρηματικών επενδύσεων στο μέλλον είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Την ανεπάρκεια του μηχανισμού την αποδίδω στον οπισθοβαρή χαρακτήρα της αξιολόγησης των επιχειρηματικών μονάδων, δηλαδή το παρελθόν. Η βαρύτητα της επιχειρηματικής συμπεριφοράς κατά το παρελθόν είναι σημαντική αλλά πρέπει να είναι περιορισμένη.
Το εξωτερικό περιβάλλον αλλάζει και τις περισσότερες φορές απρόβλεπτα. Στις αλλαγές αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει να έχουν την ικανότητα να προσαρμοσθούν για να επιβιώσουν. Ισως όμως και η υλοποίηση αυτής της προσαρμογής να μην είναι ικανή να διασφαλίσει την λειτουργική συνέχεια του οργανισμού. Πρέπει λοιπόν να συντρέχει η έννοια της πρόδρασης. Αν έχω κτυπήσει στον ύφαλο το πλοίο μάλλον θα βυθιστεί. Πρέπει επομένως ήδη να έχω έναν μηχανισμό που έχει διαπιστώσει την ύπαρξη υφάλου και μπορεί να αποτρέψει έγκαιρα την πρόσκρουση σε αυτόν. Μετά θα είναι αργά. Συνεπώς δεν επαρκεί η αξιολόγηση ότι το πλοίο (δηλαδή η επιχείρηση) είναι αξιόπλοο. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η πορεία του προς τον στόχο είναι επίσης αξιόπιστη και σύμφωνα με την πορεία που έχει χαρτογραφηθεί (επιχειρηματικός σχεδιασμός).
Συνεπώς, οι μηχανισμοί αξιολόγησης και παρακολούθησης της διοχέτευσης των χρηματοδοτικών πόρων, πρέπει να έχουν έναν εμπροσθοβαρή χαρακτήρα αξιολόγησης και παρακολούθησης της επιχειρηματικής λειτουργίας και των αποτελεσμάτων αυτής, ξεκινώντας από τις ίδιες τις επιχειρηματικές οντότητες και φθάνοντας μέχρι και τους μηχανισμούς και τα συστήματα πιστοληπτικής αξιολόγησης που εφαρμόζουν τα τραπεζικά ιδρύματα στην χώρα μας.
– Μέσα στην υπερδεκαετή κρίση, οι περισσότεροι ιδιώτες και κυρίως οι ελληνικές επιχειρήσεις αντιμετώπισαν ένα αυξανόμενο φορτίο χρέους που πολλές οδήγησε σε χρεοκοπία αλλά και όσες επέζησαν είναι φορτωμένες με πολλές υποχρεώσεις σε μεγάλο βαθμό. Είναι βιώσιμος ο ιδιωτικός τομέας με μεγάλα ποσοστά χρέους; Και τί μπορούν να κάνουν όσοι θέλουν να βελτιώσουν την έκθεσή τους σε χρέος, πέρα από το να περιμένουν μια κρατική βοήθεια;
Το ερώτημα αυτό αναδεικνύει την σημερινή πραγματικότητα στο μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων. Ενώ η λειτουργική τους εκμετάλλευση επιτυγχάνει κέρδη (EBITDA), οι ελεύθερες ταμειακές ροές δεν επαρκούν για την ομαλή εξυπηρέτηση του συνόλου των ξένων κεφαλαίων που έχουν συσσωρευθεί στο παθητικό τους.
Αντίστοιχα οι αποδοτικότητα των επενδύσεων σε στοιχεία του πάγιου ενεργητικού τους είναι σημαντικά χαμηλή πλέον. Οι επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν αυτά τα δύο προβλήματα τα οποία συνδέονται μεταξύ τους, δηλαδή, ένα απαξιωμένο πάγιο ενεργητικό χαμηλής αποδοτικότητας που απορροφά όμως λειτουργικά έσοδα για την συντήρησή του και από την άλλη τα ξένα κεφάλαια (δάνεια και υποχρεώσει) που άντλησε κάθε επιχείρηση προκειμένου να επενδύσει (αγοράσει/κατασκευάσει) στο πάγιο ενεργητικό της για τα οποία επιβαρύνεται με χρηματοοικονομικό κόστος και λοιπά έξοδα.
Η εμπειρία μας έχει δείξει ότι για την επίλυση αυτού του προβλήματος θα πρέπει να επικρατήσει ο ορθολογισμός και ο συγκερασμός των συμφερόντων δανειστών, δανειζομένων και δημόσιου. Δεν πρέπει να πτωχεύσουν οι επιχειρήσεις που άντεξαν να λειτουργούν μέχρι και σήμερα. Προσπάθησαν και επέτυχαν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας των εργαζομένων τους καταβάλλοντας μισθούς, φόρους, ασφαλιστικές εισφορές, υποχρεώσεις σε προμηθευτές, γεγονότα που αποτελούν από μόνα τους σημαντική προσφορά στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης τους. Αυτές οι επιχειρησεις πρέπει να βοηθηθούν.
Αυτές οι επιχειρήσεις πρέπει πρώτα οι ίδιες να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Δηλαδή πρέπει να εκπονήσουν ένα σχέδιο επιχειρησιακής αναστροφής και λειτουργίας μακροπρόθεσμου χαρακτήρα.
Να παρακολουθούν καθημερινά την υλοποίησή του και της ενδεχόμενες αποκλίσεις από τους επιχειρησιακούς προϋπολογισμούς γενικής και ταμειακής λειτουργίας. Οι διοικητικές λειτουργίες και το μοντέλο ηγεσίας πρέπει να έχει αμφιδέξια εστίαση στο σήμερα και στο μέλλον. Εφόσον σταθεροποιηθεί η επιχειρησιακή τους λειτουργία και το αποτέλεσμα είναι θετικό, να προσδιορίσουν την ταμειακή τους χρεοϊκανότητα η οποία θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ίση με την αξία άμεσης ρευστοποίησης των στοιχείων του παγίου και κυκλοφορούντος ενεργητικού. Να ενισχύσουν την διοικητική τους ομάδα με εξειδικευμένο εμπειρογνώμονα στην λειτουργική αναδιάρθρωση επιχειρήσεων. Να συνεργασθούν με τους πιστωτές τους παρουσιάζοντας ένα βιώσιμο σχέδιο αναδιάρθρωσης και αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους. Να παρακολουθούν καθημερινά τυχόν αποκλίσεις στον επιχειρησιακό τους σχεδιασμό και να αναλαμβάνουν διορθωτικές ενέργειες.
Οι επιχειρήσεις αυτές έχουν παρόν και ακόμη καλύτερο μέλλον.
– Μπορεί ο τραπεζικός τομέας σήμερα να αποτιμήσει αποτελεσματικά, άρα και να εκτιμήσει επενδυτικά, τις προοπτικές μιας ιδιωτικής επιχείρησης για το μέλλον; Έχουν οι τράπεζες τα κατάλληλα εργαλεία; Εκτιμάτε ότι θέλουν και μπορούν; Ή πρέπει οι επιχειρήσεις που έχουν μελλοντική αναπτυξιακή δυναμική αλλά όχι ακόμη δυνατά οικονομικά στοιχεία να αποταθούν υποχρεωτικά σε άλλες μορφές χρηματοδότησης; Και ποιες πιστεύετε ότι είναι αυτές;
Η απάντηση στο ερώτημά σας είναι όχι, δεν μπορεί να εκτιμήσει τις μελλοντικές προοπτικές μιας ιδιωτικής επιχείρησης την οποία έχει χρηματοδοτήσει. Η διαχείριση των κινδύνων και ειδικότερα του επενδυτικού χαρτοφυλακίου των τραπεζών γίνεται με μία στατική και παρωχημένη μεθοδολογία με βάση μοντέλα βαθμολόγησης στατικού χαρακτήρα. Ο προσδιορισμός της ασφάλειας των επενδυτικού χαρτοφυλακίου των τραπεζών γίνεται με κριτήριο την αξία άμεσης ρευστοποίησης των υπέγγυων περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης και όχι με κριτήριο την χρεοϊκανότητα κάθε επιχείρησης, δηλαδή το ύψος δανεισμού που μπορεί να εξυπηρετήσει.
Η απουσία αυτοματοποιημένων μηχανισμών αξιολόγησης και παρακολούθησης των επιχειρήσεων με τις οποίες κάθε πιστωτικό ίδρυμα έχει συνάψει πιστοδοτικές σχέσεις αυξάνει σημαντικά τους κινδύνους που αναλαμβάνουν. Με άλλα λόγια, αν θέσουμε το ερώτημα σε εκπρόσωπο μιας τράπεζας πια θα είναι η χρεοϊκανότητα του συνόλου των επιχειρήσεων που έχει χρηματοδοτήσει σε τρία χρόνια στην περιφέρεια Κρήτης, η απάντηση θα είναι ότι δεν γνωρίζει. Θέλει να γνωρίζει αλλά δεν έχει στην διάθεσή του τα κατάλληλα εργαλεία επιχειρησιακής ευφυϊας για την διαχείριση του χαρτοφυλακείου επενδύσεων του τραπεζικού ιδρύματος. Για το θέμα αυτό θα μπορούσαμε να επεκταθούμε περαιτέρω και αναλυτικά αλλά πιστεύω ότι εκφεύγει από το πλαίσιο της συζήτησής μας.
Αναφορικά με το τελευταίο σκέλος του ερωτήματός σας θα πρέπει να αναζητήσουμε την σχετική απάντηση σε άλλα ενδιαφέροντα ερωτήματα που τέθηκαν ωστόσο ένα βέλτιστο μείγμα χρηματοδότησης κάθε επιχείρησης μπορεί και επιβάλλεται να περιλαμβάνει, έναν μείγμα κεφαλαίων που να περιλαμβάνουν επιδοτήσεις, τραπεζικό δανεισμό, και ίδια συμμετοχή μετόχων.
– Να κλείσουμε με μια πιο γενική παρατήρηση. Μπορεί η Ελλάδα να ελπίζει ότι με προσπάθεια 10 ετών, με νέες επενδύσεις, μπορεί να επανέλθει και πάλι σε ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο και να κατακτήσει ανταγωνιστική θέση στη διεθνή αγορά; Και θα αφορούν τα οφέλη μια τέτοιας πορείας όλους τους πολίτες και όλες τις επιχειρήσεις;
Όπως στις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς, έτσι και στην διοίκηση Κρατών, ο παράγοντας Ηγεσία έχει κρίσιμη σημασία για την οικονομία κάθε χώρας. Η ηγεσία στην χώρα μας έχει δώσει δείγματα γραφής, επιτυγχάνοντας σημαντικά αποτελέσματα, εργαζόμενη ταυτόχρονα για το σήμερα αλλά και για το αύριο. Η στήριξη της επιχειρηματικότητας και καινοτομίας ως μοχλού ανάπτυξης της χώρας σε συνδυασμό με την συνολική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, του περιορισμού της γραφειοκρατίας, και την χρήση των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου, θα βελτιώσει σημαντικά την ελκυστικότητα της χώρας για άμεσες ξένες επενδύσεις σε όλους του τομείς και κλάδους της οικονομίας της και την εξαγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων και οργανισμών.
Σε ένα περιβάλλον που εξελίσσεται, πρέπει να εξελιχθούμε και εμείς.