Οι επικεφαλής του G7, στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής στην Κορνουάλη, μεταξύ άλλων, συμφώνησαν να εντείνουν τη δράση τους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ανανεώνοντας τη δέσμευσή τους για χρηματοδότηση ύψους 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως προς τις φτωχότερες χώρες, προκειμένου αυτές να βοηθηθούν στην προσπάθειά τους για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Στην ίδια Σύνοδο, οι εκπρόσωποι των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη, συμφώνησαν για άμεση και αποτελεσματική δράση τόσο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όσο και για την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Οι υποσχέσεις που δόθηκαν, πέρα από το ισχυρό πολιτικό μήνυμα και τον έντονο συμβολικό τους χαρακτήρα, πρέπει να γίνουν συγκεκριμένες και να μετατραπούν σε στρατηγικές και δράσεις.
Για τις φτωχότερες χώρες, το πρωταρχικό ζητούμενο παράλληλα με τον ενεργειακό μετασχηματισμό τους, είναι η προσαρμογή τους και η ενίσχυση της ανθεκτικότητάς τους στις συνέπειες της κλιματικής και περιβαλλοντικής κρίσης, που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Είναι ζητούμενα που απαιτούν άμεσες απαντήσεις από τους ισχυρούς του κόσμου.
Άλλωστε, οι επτά πλέον αναπτυγμένες χώρες είχαν συμφωνήσει ήδη από το 2009 από κοινού με τη Ρωσία –όταν η ομάδα των ισχυρών ακόμα λεγόταν G8- να συνεισφέρουν 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για τη χρηματοδότηση προς τις φτωχότερες χώρες έως το 2020. Ένας στόχος ωστόσο που σε μεγάλο βαθμό δεν επετεύχθη.
Το γεγονός ότι η κλιματική αλλαγή υπήρξε ένα από τα βασικά θέματα στη Σύνοδο Κορυφής στο Carbis Bay της Κορνουάλης είναι σίγουρα ενθαρρυντικό για τη χάραξη μίας βιώσιμης διεθνούς πολιτικής.
Όμως, οι δεσμεύσεις των κρατών του G7 που αφορούν – το Ηνωμένο Βασίλειο, τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Ιαπωνία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία – πρέπει να γίνουν συγκεκριμένες και μετρήσιμες.
Κυρίως, πρέπει να ενταχθούν στο πλαίσιο προσαρμογής και προστασίας των πλέον ευάλωτων κοινοτήτων του κόσμου από τις συνέπειες μίας πολυπεπίπεδης κρίσης, που έρχεται να προστεθεί σε μία σκληρή περίοδο πανδημίας.
Οι απαντήσεις στις ακραίες καιρικές και κοινωνικές συνθήκες και καταστροφές σε χώρες που φέρουν το μεγαλύτερο βάρος των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής πρέπει να είναι άμεσες. Η κλιματική και περιβαλλοντική κρίση έχει τον χαρακτήρα του επείγοντος. Οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνέπειες, σε περίπτωση ολιγωρίας ή μη ανάληψης των ευθυνών που αναλογούν στον κάθε έναν, ανάλογα με το μέγεθος και την ισχύ του, δε θα αφήσουν κανέναν ανεπηρέαστο όσο ισχυρός και αν είναι.
[Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στα Ελληνικά στην EURACTIV.gr και αναδημοσιεύεται στο economix.gr στο πλαίσιο της συνεργασίας περιεχομένου των δύο ΜΜΕ]