Ο εξηλεκτρισμός των στόλων οχημάτων επαγγελματικής χρήσης, θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα ενώ εκτιμάται ότι θα έχει τη μεγαλύτερη και ταχύτερη συμβολή στην απεξάρτηση των οδικών μεταφορών από τον άνθρακα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας μελέτης από την EY και την Eurelectric, με τίτλο, Accelerating fleet electrification in Europe: When does reinventing the wheel make perfect sense?
Η μελέτη περιλαμβάνει ανάλυση με βάση συζητήσεις με ηγέτες από τους κλάδους της αυτοκινητοβιομηχανίας, των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, της κατασκευής μπαταριών οχημάτων, της διαχείρισης στόλου, της μίσθωσης οχημάτων (leasing) και των επιχειρήσεων υποδομών φόρτισης. Συγκεντρώνει ιδέες και απόψεις, προσδιορίζοντας βασικές πηγές δημιουργίας αξίας, καθώς και ενέργειες για την επιτάχυνση και την ανάπτυξη λύσεων ηλεκτρικής κινητικότητας σε μεγάλη κλίμακα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ
Οι ρυθμιστικές πιέσεις για τα οδικά οχήματα έχουν αυξηθεί, με νέα πρότυπα εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) για τις αυτοκινητοβιομηχανίες, να τίθενται σε ισχύ σε ολόκληρη την Ευρώπη. Την ίδια ώρα, τα πακέτα οικονομικής ανάκαμψης από τον COVID-19, επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό σε λύσεις μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα και ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, οι οποίες, από κοινού, έχουν ευνοήσει τη μετάβαση στην ηλεκτρική κινητικότητα.
Σύμφωνα με τη μελέτη, στους 11 πρώτους μήνες του 2020, οι πωλήσεις καθαρά ηλεκτρικών ή υβριδικών αυτοκινήτων στην Ευρώπη ξεπέρασαν το ορόσημο του ενός εκατ. οχημάτων, αντιπροσωπεύοντας το ένα στα δέκα επιβατικά αυτοκίνητα που πωλήθηκαν. Πρόκειται για ένα σημαντικό σημείο καμπής για την επίτευξη του στόχου της συμμετοχής ηλεκτρικών οχημάτων (EV) κατά 30%-40% στις συνολικές πωλήσεις έως το 2030, καθιστώντας, επίσης, εφικτή την επίτευξη των στόχων για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα στην Ευρώπη.
Η ταχύτητα απεξάρτησης των χωρών από τον άνθρακα θα καθορίσει τα αποτελέσματα για το κλίμα, την υγεία και το περιβάλλον τις επόμενες δεκαετίες. Σύμφωνα με τη μελέτη, οι εκπομπές άνθρακα από τις μεταφορές αυξάνονται συνεχώς τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ θα απαιτηθεί μείωση κατά 65%, ή μέση ετήσια εξοικονόμηση της τάξης του 10%, για την επίτευξη του ευρωπαϊκού στόχου για μείωση των εκπομπών κατά 55% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990.
Η μελέτη σημειώνει ότι για να επιτευχθεί αυτή η φιλοδοξία, είναι απαραίτητη η επιτάχυνση του εξηλεκτρισμού των στόλων οχημάτων επαγγελματικής χρήσης. Για να γίνει αυτό, οι πολιτικοί στόχοι πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τις εμπορικές ευκαιρίες, γύρω από ένα συνεκτικό ρυθμιστικό πλαίσιο, ενώ θα χρειαστούν νέα σχήματα χρηματοδότησης για δημόσιες και ιδιωτικές υποδομές φόρτισης, μια νέα έμφαση για τις αλυσίδες εφοδιασμού, η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών μέσω της βελτίωσης των υποδομών και η απρόσκοπτη ψηφιακή σύνδεση οχημάτων και δικτύου ηλεκτροδότησης.
Ο ευρωπαϊκός στόλος οχημάτων επαγγελματικής χρήσης, αν και σχετικά μικρός, με 63 εκατομμύρια οχήματα (20% του συνόλου των οχημάτων της Ευρώπης), είναι δυσανάλογα επιβλαβής για το περιβάλλον, σύμφωνα με τη μελέτη. Αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% του συνόλου των χιλιομέτρων που διανύονται, ενώ παράγει, επίσης, τις μισές από το σύνολο των εκπομπών των οδικών μεταφορών στην Ευρώπη. Αποτελεί, συνεπώς, τη μεγαλύτερη και πιο σημαντική δοκιμή για τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση.
Η μελέτη επισημαίνει τέσσερις βασικές κινητήριες δυνάμεις που θα υποστηρίξουν τη μετάβαση αυτή:
– Οι στόλοι θα πρέπει να στραφούν, σταδιακά, σε εναλλακτικούς τύπους οχημάτων, καθώς τα πρότυπα εκπομπών CO2 περιορίζουν τις πωλήσεις μη-ηλεκτρικών οχημάτων (non-EV).
– Τα ρυπογόνα οχήματα των επαγγελματικών στόλων έχουν απαγορευτεί σε περισσότερες από 300 μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και κωμοπόλεις, που έχουν ορίσει ζώνες χαμηλών εκπομπών. Η μετάβαση σε ηλεκτρικά οχήματα (EV), αποτελεί την εναλλακτική λύση στην πληρωμή προστίμου.
– Τα οχήματα επαγγελματικής χρήσης τείνουν να κάνουν τακτικά δρομολόγια και να καλύπτουν μια συγκεκριμένη απόσταση καθημερινά. Έχουν σταθερούς προορισμούς και ενδιάμεσες στάσεις, οι οποίες μπορούν να συνδυαστούν με τη φόρτιση.
– Το συνολικό κόστος ιδιοκτησίας των ηλεκτρικών οχημάτων (EV) τείνει, με μεγάλη ταχύτητα, να εξισωθεί με εκείνο των οχημάτων που χρησιμοποιούν κινητήρες εσωτερικής καύσης. Τα κίνητρα και οι επιχορηγήσεις μπορούν να γεφυρώσουν περαιτέρω το κενό αυτό, ενώ το μειωμένο κόστος επισκευής και συντήρησης, καθώς και η σημαντική εξοικονόμηση καυσίμων, καθιστούν τον εξηλεκτρισμό του στόλου την πιο οικονομική επιλογή.
Όπως και με άλλους κλάδους που βρίσκονται σε διαδικασία μετασχηματισμού, ένα υποστηρικτικό οικοσύστημα έχει αρχίσει να αναπτύσσεται στον κλάδο των μεταφορών, για να επιταχύνει τη μετάβαση στην ηλεκτρική κινητικότητα. Μέσα σε αυτό, αναπτύσσονται καινοτόμες λύσεις για τους πελάτες και προτάσεις προστιθέμενης αξίας για την προώθηση της ηλεκτρικής κινητικότητας, με στόχο την αποδοχή της από το ευρύ κοινό. Για παράδειγμα, οι πάροχοι ενέργειας ήδη συνάπτουν συνεργασίες με φορείς εκμετάλλευσης σημείων φόρτισης και επιχειρήσεις μίσθωσης οχημάτων, ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες συνεργάζονται με επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας.
Η μελέτη εντοπίζει, επίσης, ευκαιρίες εντός του οικοσυστήματος ηλεκτρικής κινητικότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης δικτύου, των λύσεων τροφοδότησης και φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων, της διαχείρισης επαγγελματικών στόλων, της διαχείρισης οχημάτων και μπαταριών, των λύσεων για το τέλος του κύκλου ζωής των μπαταριών, της χρηματοδότησης και της διαχείρισης δεδομένων.