Σημαντική αύξηση στις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης (R&D) σημειώθηκε το 2019, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης.
Πιο συγκεκριμένα, στο 1,27% επι του ΑΕΠ διαμορφώθηκε το 2019 το ποσοστό των δαπανών Έρευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α), σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ), ως η αρμόδια Εθνική Αρχή του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος.
Τo 2019 πραγματοποιήθηκαν δαπάνες για δραστηριότητες Ε&Α ύψους 2.336,58 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 157,27 εκατ. ευρώ, ποσοστό αύξησης 7,2% σε σχέση με το 2018.
Ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Χρίστος Δήμας, δήλωσε:
« Η αύξηση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης αποτελεί στρατηγική μας προτεραιότητα, καθώς ανοίγει το δρόμο για την δημιουργία νέων, ποιοτικών και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας για τους επιστήμονές μας, ενώ παράλληλα, συμβάλλει καθοριστικά στην αντιστροφή του brain drain. Τα στοιχεία φέτος παρουσιάζουν πράγματι σημαντική βελτίωση, σε σχέση με τα αντίστοιχα του 2018, όμως έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε για να πετύχουμε το στόχο του 3% του ΑΕΠ. Η γενική γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας πιστοποιεί πλέον με πολύ ταχύτερους ρυθμούς, απ’ ότι στο παρελθόν, τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης.
Πιστεύουμε πως το 2020, παρά την κρίση του Covid-19, θα είναι μια χρονιά ακόμα μεγαλύτερης αύξησης των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης στην Ελλάδα. Στόχος μας, σε συνεργασία με τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων ‘Αδωνι Γεωργιάδη και τον γενικό γραμματέα Έρευνας και Τεχνολογίας, Αθανάσιο Κυριαζή είναι να προωθήσουμε ουσιαστικά εργαλεία και πολιτικές ενίσχυσης του οικοσυστήματος Καινοτομίας. Με τον νόμο που ψηφήσαμε για τις υπερεκπτώσεις δαπανών, υπερ-τριπλασιάσαμε το ποσοστό υπερ-έκπτωσης, για τις επιχειρήσεις που επενδύουν σε R&D και από το 30% που ήταν πριν, το αυξήσαμε στο 100%. Η συγκεκριμένη ρύθμιση έχει ήδη τεθεί σε ισχύ από την 1η Σεπτεμβρίου και αναμένουμε να αυξήσει σημαντικά τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης στην Ελλάδα και να βελτιώσει αισθητά τις αποδόσεις μας σε σχέση με τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς δείκτες».