Την ικανοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εν μέσω της κρίσης του κορονοϊού αλλά και νουθεσίες προς την κυβέρνηση της ΝΔ για την πορεία του ΑΕΠ σημειώνει η Κομισιόν την Τετάρτη, στην 8η μεταμνημονιακή έκθεση της για την ελληνική οικονομία.
Στην έκθεση σημειώνεται πως παρά το γεγονός ότι η πανδημία κορονοϊού οδήγησε σε διακοπή, στο πρώτο εξάμηνο του έτους, ορισμένων μεταρρυθμίσεων ενόψει της ανάγκης αντιμετώπισης πιο άμεσων προτεραιοτήτων, οι ελληνικές αρχές κατάφεραν να ξαναρχίσουν τις εργασίες για τις δεσμεύσεις, τους τελευταίους μήνες και πραγματοποίησαν ορισμένες θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις.
Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα χαιρετίζουν τη στενή και εποικοδομητική δέσμευση σε όλους τους τομείς και ενθαρρύνουν τις αρχές να διατηρήσουν τη δυναμική και, όπου είναι απαραίτητο, να ενισχύσουν τις προσπάθειες και να ολοκληρώσουν γρήγορα την εφαρμογή της πρόσφατα εγκριθείσας πρωτογενούς νομοθεσίας.
Σημαντικό στοιχείο της 8ης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας για την Ελλάδα αποτελεί η υπόδειξη της Κομισιόν στο Eurogroup για την εκταμίευση του ποσού 767 εκατ. ευρω το Δεκέμβριο.
Η Κομισιόν, σήμερα, παρουσίασε την φθινοπωρινή δέσμη μέτρων οικονομικής πολιτικής της, συμπεριλαμβανομένων των γνωμοδοτήσεων για τα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων της Ευρωζώνης για το 2021 και τις συστάσεις πολιτικής για την Ευρωζώνη.
Οι γνωμοδοτήσεις σχετικά με τα δημοσιονομικά σχέδια λαμβάνουν υπόψη την τρέχουσα κρίση υγείας, το υψηλό επίπεδο αβεβαιότητας και τη σοβαρή οικονομική ύφεση που προκύπτει από το ξέσπασμα του COVID-19. Δεδομένης της ενεργοποίησης της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, οι δημοσιονομικές συστάσεις που εξέδωσε το Συμβούλιο τον Ιούλιο του 2020 είχαν ποιοτικό χαρακτήρα. Επομένως, οι σημερινές γνωμοδοτήσεις εξετάζουν ιδιαίτερα κατά πόσον τα προγραμματισμένα υποστηρικτικά δημοσιονομικά μέτρα για το 2021 είναι προσωρινά και, αν όχι, εάν έχουν προγραμματιστεί αντισταθμιστικά μέτρα.
Η Επιτροπή αξιολόγησε ότι όλα τα σχέδια δημοσιονομικών προγραμμάτων είναι σύμφωνα με τις συστάσεις του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 2020. Τα περισσότερα από τα μέτρα υποστηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα στο πλαίσιο σημαντικής αβεβαιότητας. Ορισμένα μέτρα που ορίζονται στα δημοσιονομικά σχέδια της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Λιθουανίας και της Σλοβακίας δεν φαίνεται να είναι προσωρινά ή καλύπτονται από αντισταθμιστικά μέτρα. Η Λιθουανία υπέβαλε το σχέδιο προϋπολογισμού της βάσει ενός σεναρίου χωρίς αλλαγή πολιτικής και καλείται να υποβάλει ένα ενημερωμένο σχέδιο προϋπολογισμού.
Για το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, δεδομένου του επιπέδου του δημόσιου χρέους τους και των υψηλών προκλήσεων βιωσιμότητας μεσοπρόθεσμα πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι, κατά τη λήψη δημοσιονομικών ενισχυτικών μέτρων, διατηρείται η δημοσιονομική βιωσιμότητα μεσοπρόθεσμα.
Η σύσταση για την οικονομική πολιτική της ευρωζώνης παρουσιάζει προσαρμοσμένες συμβουλές στα κράτη μέλη της ζώνης για θέματα που επηρεάζουν τη λειτουργία της στο σύνολό της. Φέτος παρέχει επίσης πολιτική καθοδήγηση σχετικά με τις προτεραιότητες που πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ στα σχέδια αποκατάστασης και ανθεκτικότητάς τους. Η σύσταση καλεί τα κράτη μέλη της ευρωζώνης να διασφαλίσουν ότι οι δημοσιονομικές τους πολιτικές θα παραμείνουν υποστηρικτικές το 2021. Καλεί επίσης τα κράτη μέλη να επαναπροσανατολίσουν τις δημοσιονομικές πολιτικές για την επίτευξη συνετών μεσοπρόθεσμων θέσεων όταν το επιτρέψουν οι επιδημιολογικές και οικονομικές συνθήκες. Ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τα εθνικά θεσμικά πλαίσια και να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις προτεραιότητας που μπορούν να κάνουν τη ζώνη του ευρώ και τα μέλη της πιο βιώσιμη και ανθεκτική. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις και επενδυτικά μέτρα πρέπει να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για την οικονομική ανάκαμψη σύμφωνα με τις πράσινες και ψηφιακές μεταβάσεις. Ζητεί επίσης την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ.
Η πρόταση για κοινή έκθεση για την απασχόληση αναλύει τον αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19 στην απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη. Η κρίση COVID-19 έχει σπάσει μια εξαετή θετική τάση στην αγορά εργασίας.
Ο συνολικός αριθμός των ατόμων που απασχολούνται και το ποσοστό απασχόλησης έχουν μειωθεί σημαντικά, αν και η αύξηση του ποσοστού ανεργίας ήταν μέτρια μέχρι τώρα χάρη στην ταχεία έγκριση των προγραμμάτων βραχείας απασχόλησης και παρόμοιων μέτρων. Τα κράτη μέλη που έχουν ήδη βιώσει σοβαρές κοινωνικοοικονομικές προκλήσεις πριν από την πανδημία εκτίθενται τώρα ακόμη περισσότερο σε ευπάθειες.
Το οικονομικό σοκ στην αγορά εργασίας αντιμετωπίζεται διαφορετικά σε διάφορους τομείς και κατηγορίες εργαζομένων. Η μείωση της απασχόλησης επηρέασε τους εργαζομένους σε μη τυπικές μορφές απασχόλησης σε μεγαλύτερο βαθμό. Η ανεργία των νέων αυξήθηκε σημαντικά από την ανεργία για άλλες ηλικιακές ομάδες. Το μερίδιο των νέων που δεν εργάζονται, δεν εκπαιδεύονται ή εκπαιδεύονται έχει αυξηθεί απότομα. Οι εργαζόμενοι εκτός ΕΕ έχουν επίσης πληγεί σοβαρά. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς όλες τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας και τις κοινωνικές εξελίξεις, επικαιροποιώντας τακτικά την παρακολούθηση επιδόσεων στην απασχόληση και την παρακολούθηση επιδόσεων κοινωνικής προστασίας. Στο ειδικό Ευρωπαϊκό Εξάμηνο του 2021, η κοινή έκθεση για την απασχόληση θα βοηθήσει επιπλέον τα κράτη μέλη να προσδιορίσουν τομείς προτεραιότητας για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που θα συμπεριληφθούν στα σχέδια αποκατάστασης και ανθεκτικότητάς τους, στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση.