Πηγή Εικόνας: Ηλεκτρονική πλατφόρμα - burst στο pexels

Με …ταχύτητες άνω των 100 Mbps στήνουν οι επιτήδειοι ηλεκτρονικά καταστήματα που προσφέρουν προϊόντα τεχνολογίας σε τιμές «πραγματικής» ευκαιρίας, αλλά δεν φτάνουν ποτέ στον καταναλωτή, καθώς η ηλεκτρονική σελίδα προσφέρει …αέρα κοπανιστό.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο μπήκε στη ζωή των καταναλωτών από τη κύρια είσοδο, εξαιτίας του COVID19 και οι αετονύχηδες από την πίσω πόρτα του ηλεκτρονικού εμπορίου, εισπράττοντας έσοδα από τους ανυποψίαστους καταναλωτές, που αναζητούν ευκαιρίες για την αγορά προϊόντων μέσω των ηλεκτρονικών ιστοσελίδων .

Τα ηλεκτρονικά καταστήματα μαϊμού έχουν γίνει ο φόβος και ο τρόμος των καταναλωτών, διότι αρκετοί στο περίγυρό τους έχουν να διηγηθούν μια ιστορία εξαπάτησης, θέτοντας έτσι σε εγρήγορση τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, που καθημερινά δέχονται καταγγελίες για ανάλογα φαινόμενα.

Το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, που σε αγαστή συνεργασία με τη Γενική  Γραμματεία  Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, έχουν κατανοήσει την έξαρση του φαινομένου. Έτσι, έλαβαν την απόφαση με διάταξη που θα εγκριθεί από τη Βουλή των Ελλήνων, με την οποία θα παρέχεται το δικαίωμα στις αρμόδιες υπηρεσίες με ένα απλό αίτημα στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων να κατεβαίνει η ιστοσελίδα από το διαδίκτυο. Σε αυτή την απόφαση κατέληξαν διότι φαίνεται πως η επιβολή προστίμων δεν φέρνει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, καθώς η ιστοσελίδα μαϊμού εμφανίζει μία ανύπαρκτη διεύθυνση και κάνει άψογα τη δουλειά της και μετά την επιβολή του προστίμου.

Την ίδια στιγμή, ο Συνήγορος του Καταναλωτή έχει γίνει αποδέκτης αντίστοιχων υποθέσεων από καταναλωτές που αναζητούν το δίκιο τους.

Η έξαρση του φαινομένου από αποτυπώνεται στο σημαντικό αριθμό των υποθέσεων, σημειώνοντας αύξηση κατά 100% στο δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2020, σε σχέση με το 2019.

Από τις 1396 καταγγελίες φθάσαμε στις 2.770, σημειώνοντας άνοδο κατά 98%. Σε σύγκριση με αντίστοιχες υποθέσεις του 2018 έχουν υπερδιπλασιαστεί. Πρόπερσι ήταν 814 και σε διάστημα 22 μηνών οι καταγγελίες αυξήθηκαν κατά 240% με το φαινόμενο της ηλεκτρονικής απάτης τείνει να γίνει μάστιγα.

Έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο καταναλωτές να έχουν προκαταβάλει την αξία της παραγγελίας στα ηλεκτρονικά καταστήματα, αλλά ούτε τα προϊόντα τους παραδίδονται, ούτε επιστρέφονται τα χρηματικά ποσά που έχουν προεισπραχθεί.

Σε πάρα πολλές περιπτώσεις έχει παρατηρηθεί ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις μετά τη συναλλαγή να διακόπτουν κάθε επικοινωνία με τους καταναλωτές, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να λάβουν καμία πληροφόρηση σε σχέση με τις αγορές που έχουν κάνει ή σε σχέση με την επιστροφή των χρημάτων τους.

Οι συμβουλές του Συνηγόρου του Καταναλωτή

Να ελέγχουν πάντοτε τις βασικές πληροφορίες που παρέχονται για το ηλεκτρονικό κατάστημα από τον ιστότοπό του.

Να αναζητούν την επωνυμία της εταιρείας και τα πλήρη στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης ταχυδρομικής διεύθυνσης. Η ύπαρξη μόνο ηλεκτρονικής διεύθυνσης (e-mail) και κινητού τηλεφώνου δεν αρκεί και αποτελεί ένδειξη απάτης.  Να εντοπίζουν στο διαδίκτυο τυχόν σχόλια, εμπειρίες ή συστάσεις άλλων καταναλωτών που έχουν ήδη συναλλαγή με το κατάστημα.

Αυτό γίνεται εύκολα, πληκτρολογώντας το όνομα της εταιρείας ή του ηλεκτρονικού καταστήματος σε μία μηχανή αναζήτησης. Να προσεγγίζουν τις συστάσεις με κριτικό μάτι, διότι μπορεί να είναι παραπλανητικές ή κατασκευασμένες.

Να ελέγχουν, οπωσδήποτε, πριν από την πληρωμή ότι ο ιστότοπος παρέχει ασφαλή σύνδεση για τη μετάδοση ευαίσθητων δεδομένων, όπως στοιχείων πιστωτικών καρτών.

Να βεβαιώνονται ότι το σύμβολο ασφαλούς μετάδοσης δεδομένων εμφανίζεται στο πεδίο ”διεύθυνση του προγράμματος περιήγησης” – browser με τη μορφή HTTPS.

Με αυτό τον τρόπο διασφαλίζουν ότι το e-shop διαθέτει SSL (Secure Sockets Layer), δηλαδή πρωτόκολλο ασφαλούς μετάδοσης ευαίσθητων δεδομένων στο διαδίκτυο, ειδικά για αγορές με πιστωτικές-χρεωστικές κάρτες και paypal.

Τα αναγνωρισμένα ηλεκτρονικά καταστήματα διαθέτουν σήματα εμπιστοσύνης των ενώσεων ηλεκτρονικού εμπορίου και των οργανισμών που διαθέτουν πιστοποιητικά ασφαλείας και απορρήτου προσωπικών δεδομένων. Αυτό δείχνει ότι η εταιρεία είναι αξιόπιστη και τηρεί τους βασικούς κανόνες στις ηλεκτρονικές συναλλαγές, οπότε ο καταναλωτής μπορεί να αγοράσει από αυτήν με ασφάλεια.