Η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, στα πλαίσια της μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή, είναι αναγκασμένη να γυρίσει σελίδα. Μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων με ορίζοντα το 2023, οι Δήμοι Αμυνταίου και Φλώρινας είναι από τους πρώτους που καλούνται να αντιμετωπίσουν τη νέα πραγματικότητα, στην οποία επιβάλλεται η απεμπλοκή από τη μονοκαλλιέργεια της ΔΕΗ και η στροφή προς ένα εντελώς καινούριο οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο.
Οι συνέπειες της συγκεκριμένης μετάβασης για τις τοπικές κοινωνίες –και μάλιστα σε ιδιαίτερα περιορισμένο χρονικό πλαίσιο – είναι πολυεπίπεδες και θα αλλάξουν ριζικά τον κοινωνικό, εργασιακό και οικονομικό “χάρτη” της ευρύτερης περιοχής.
Ενδεικτικά, ένα έργο πνοής για την πόλη της Φλώρινας, αυτό της τηλεθέρμανσης, καθίσταται πλέον ανέφικτο -παρά το ότι βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο υλοποίησης- εξαιτίας της επικείμενης παύσης λειτουργίας του ΑΗΣ Μελίτης που θα την τροφοδοτούσε.
Και αν το έργο της τηλεθέρμανσης Φλώρινας δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί και πλέον αποτελεί μακρινό όνειρο, ο Δήμος Αμυνταίου, με το σχετικό δίκτυο να βρίσκεται σε λειτουργία από το 2005, χρησιμοποίησε χρηματοδοτικά εργαλεία μέσω ΕΣΠΑ για να διασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία του και να συνεχίσει να παρέχει φθηνή θέρμανση στους δημότες του.
Πιο συγκεκριμένα, μπαίνει στην τελική ευθεία η έναρξη λειτουργίας δύο μονάδων μικτής καύσης βιομάζας, οι οποίες θα υποκαταστήσουν πλήρως την απαιτούμενη για τη λειτουργία της τηλεθέρμανσης θερμική ισχύ, που χάθηκε μετά την απόσυρση των μονάδων του ΑΗΣ Αμυνταίου. Ένα έργο προϋπολογισμού 12.500.000 ευρώ, το οποίο χρηματοδοτείται σε ποσοστό 55% από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητας.
Ένα σύντομο ιστορικό του έργου
Η υλοποίηση του έργου ξεκίνησε το 2000-2001, με χρηματοδότηση προερχόμενη από εθνικούς πόρους, ενώ η πρώτη φάση ολοκληρώθηκε και τέθηκε σε λειτουργία το 2005. Το ΕΣΠΑ αξιοποιείται για πρώτη φορά στην επέκταση των δικτύων διανομής, που ξεκίνησε το 2008. Το συγκεκριμένο έργο είχε προϋπολογισμό 3 εκ. ευρώ και χρηματοδοτήθηκε κατά 75% από το 3ο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Το 2010 ξεκίνησε η κατασκευή των εναπομεινάντων δικτύων διανομής, έργο προϋπολογισμού 11,3 εκ. ευρώ, το οποίο χρηματοδοτήθηκε και πάλι σε ποσοστό 75% από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης 2007-2013. Ολοκληρώθηκαν έτσι οι παροχές στους τρεις εμπλεκόμενους οικισμούς (Αμύνταιο, Φιλώτας, Λεβαία), κατασκευάστηκαν δύο εναποθηκευτές ενέργειας χωρητικότητας 1.200 κυβικών, αναβαθμίστηκε το κεντρικό αντλιοστάσιο ως προς την ισχύ του και κατασκευάστηκε ένα νέο αντλιοστάσιο στην Τοπική Κοινότητα Φιλώτα, με το οποίο διαχωρίστηκε υδραυλικά ολόκληρος ο οικισμός, ώστε να λειτουργεί καλύτερα. Τα έργα ολοκληρώνονται και μπαίνουν σε λειτουργία τον Οκτώβρη του 2015.
Πώς το ΕΣΠΑ λειτούργησε ως σωσίβιο για την τηλεθέρμανση Αμυνταίου
Το 2016 άρχισε να διαφαίνεται ότι ο ΑΗΣ Αμυνταίου οδεύει προς το τέλος του, καθώς ήδη είχε τεθεί σε καθεστώς περιορισμένης λειτουργίας από το 2015. Η συγκεκριμένη εξέλιξη ανάγκασε τη Δημοτική Επιχείρηση Τηλεθέρμανσης Ευρύτερης Περιοχής Αμυνταίου (ΔΕΤΕΠΑ) να προχωρήσει σε αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου παραγωγής θερμικής ενέργειας, ώστε να μην υπάρξει κενό στη τροφοδοσία των υφιστάμενων καταναλωτών της επιχείρησης.
Τότε ξεκίνησε η ωρίμανση του έργου που τώρα ολοκληρώνεται, της μελέτης αρχικά και εν συνεχεία της κατασκευής δύο μονάδων παραγωγής θερμικής ενέργειας από σύγκαυση βιομάζας και λιγνίτη, το οποίο εντάχθηκε το 2017 στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα της Ανταγωνιστικότητας, ως «έργο τηλεθέρμανσης υψηλής απόδοσης».
Όπως δήλωσε, μεταξύ άλλων, ο διευθυντής της ΔΕΤΕΠΑ, Κώστας Κυριακόπουλος, «ο συγκεκριμένος ορισμός είναι πολύ σημαντικός γιατί κατατάσσει την τηλεθέρμανση στην ίδια κατηγορία με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με τη συμπαραγωγή της ΣΗΘΥΑ (Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης) κατάφερε και εντάχθηκε ξανά στο ΕΣΠΑ, πλέον όμως ως έργο παραγωγής ενέργειας και όχι μεταφοράς και διακίνησης, όπως τα προηγούμενα. Αυτό είχε τη μεγάλη διαφοροποίηση στο ότι είχε μια οροφή στην κρατική ενίσχυση στο 45% και καταφέραμε και πήραμε άλλες 10 μονάδες, ως προβληματική περιοχή με υψηλό ποσοστό ανεργίας. Οπότε το έργο το οποίο τώρα κατασκευάζεται στην ουσία «σώζει» όλη την προηγούμενη υποδομή από την απαξίωση λόγω της απόσυρσης του ΑΗΣ Αμυνταίου. Κατασκευάζεται και σχεδόν ολοκληρώνεται με ενίσχυση από το ΕΣΠΑ της τάξης του 55%…
…Το έργο αυτό είναι ουσιαστικό γιατί διασφαλίζει και εξασφαλίζει τη λειτουργία της τηλεθέρμανσης για τα επόμενα χρόνια. Οι τηλεθερμάνσεις στην περιοχή μας δεν θα είχαν κατασκευαστεί αν δεν υπήρχαν οι ΑΗΣ, που είχαν τη δυνατότητα παραγωγής και παροχής θερμού νερού. Οπότε με το έργο αυτό συνεχίζουμε την παροχή ενός φθηνού τρόπου θέρμανσης προς τους κατοίκους, προς τους δημότες των τριών οικισμών, αξιοποιώντας για την παραγωγή αυτού του θερμού νερού βιομάζα, μια ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Η στόχευση είναι, πέρα από τη διασφάλιση αυτού του πάρα πολύ σημαντικού κοινωνικού αγαθού προς τους δημότες, να δοθεί και μια περεταίρω ώθηση και στην τοπική οικονομία, καθώς τμήμα ή το σύνολο της βιομάζας που θα απαιτηθεί για τη λειτουργία του έργου μπορεί να καλυφθεί από αγροτικά υπολείμματα της περιοχής…
…Σε καμία περίπτωση ένα τόσο μεγάλου προϋπολογισμού –για τα δεδομένα του Δήμου Αμυνταίου- έργο δεν θα ήταν εφικτό χωρίς τη συνδρομή των χρηματοδοτικών εργαλείων του ΕΣΠΑ. Το έργο ουσιαστικά διασώζει την τηλεθέρμανση σε περίοδο κρίσης και οικονομικής δυσχέρειας. Καλά είναι και τα περιβαλλοντικά οφέλη, αλλά στην ουσία το έργο δίνει υπεραξία στον πολίτη και καταναλωτή, καθώς ισοδυναμεί με μια τόσο μεγάλη εξοικονόμηση χρημάτων».
Αυτήν τη στιγμή η τηλεθέρμανση Αμυνταίου περιλαμβάνει περίπου 2000 παροχές, είτε σε μονοκατοικίες είτε σε πολυκατοικίες, που αντιστοιχούν στη θέρμανση περίπου 7000 χιλιάδων κατοίκων σε τρείς οικισμούς. Πέρα από το καθαρό περιβάλλον που απολαμβάνουν και την ευκολία της τηλεθέρμανσης, υπάρχει παράλληλα σοβαρή εξοικονόμηση χρημάτων, διαχρονικά, σε σχέση με το πετρέλαιο. Ενδεικτικά, αν μια κατοικία θέλει 3000 ευρώ για πετρέλαιο ετησίως, με την τηλεθέρμανση το κόστος αυτό υποτριπλασιάστηκε ενώ με τη λειτουργία της νέας υποδομής έγινε μια μικρή αύξηση, με την τιμή να αντιστοιχεί στο 50% της τιμής του πετρελαίου.
Συμπερασματικά, η τηλεθέρμανση εξακολουθεί να αποτελεί έναν φθηνότερο τρόπο θέρμανσης, εξ ολοκλήρου καθαρό και περιβαλλοντικά αποδεκτό.
Αξίζει να αναφερθεί πως το συγκεκριμένο έργο είναι μοναδικό και πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο σε άλλη περιοχή της χώρας. Ο σχεδιασμός προέρχεται από το αντίστοιχο μοντέλο της Δανίας.
Πολλαπλά τα οφέλη του έργου, τόσο για την τοπική όσο και για την εθνική οικονομία (Πηγή: ΔΕΤΕΠΑ)
- εξυπηρετεί τους στόχους και τις προτεραιότητες για την ανάπτυξη έργων ΑΠΕ, μέσω της προώθησης της αποδοτικής Τηλεθέρμανσης με χρήση βιομάζας – εκμετάλλευσης αγροτικών υπολειμμάτων, αυξάνοντας την εγκατεστημένη ισχύ από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ
- εκπληρώνει τους στόχους μετάβασης στη μεταλιγνιτική περίοδο και τους στόχους του νέου ΕΣΕΚ
- συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, λόγω υποκατάστασης του πετρελαίου, υλοποιώντας εναλλακτικά συστήματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
- συμβάλλει στην ανεξαρτησία από εισαγόμενα καύσιμα, στην εξοικονόμηση συναλλάγματος και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας
- διασφαλίζει τη βιωσιμότητα και εξασφαλίζει τη λειτουργία της Τηλεθέρμανσης Αμυνταίου η οποία αποτελεί μια εφαρμοσμένη εναλλακτική λύση αστικής θέρμανσης, με κριτήρια περιβαλλοντικά, εξοικονόμησης ενέργειας και πρωτογενών πόρων, τροφοδοτώντας με στοιχεία χαμηλού κόστους και υψηλής ενεργειακής απόδοσης τους κατοίκους της περιοχής.
- αυξάνει το τοπικό εγχώριο ΑΕΠ, καθώς οι πρώτες ύλες καύσης (βιομάζα) θα προέλθουν από τοπικά αγροτικά υπολείμματα (μπάλες καλαμποκιών, κλαδέματα δέντρων)
[το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΗΧΩ Φλώρινας και το echoflorina.gr και αναδημοσιεύεται στην EURACTIV.gr στο πλαίσιο του έργου «Η Συνοχή Δίπλα μας» και αναδημοσιεύεται στο economix.gr στο πλαίσιο της συνεργασίας περιεχομένου των δύο ΜΜΕ]