Το 2018 η Ελλάδα καταλάμβανε την 92η θέση, ανάμεσα σε 162 χώρες, του Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας: αυτό προκύπτει από την ετήσια έκθεση του καναδικού Ινστιτούτου Fraser, την οποία δημοσιοποιεί στη χώρα μας το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης.
Μάλιστα, όπως αναφέρει το ΑΠΕ – ΜΠΕ, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των 15 χωρών με το μεγαλύτερο μέγεθος του κράτους παγκοσμίως, ενώ συγκριτικά με τα δεδομένα του 2017 η χώρα μας σημείωσε πτώση 7 θέσεων. Η συνολική επίδοση της χώρας μας στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας την τοποθετεί ανάμεσα στην Κολομβία και το Μαρόκο.
Αναλυτικά, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου του ΚΕΦίΜ, η κατάταξη της Ελλάδας στα πέντε βασικά πεδία του δείκτη είναι:
▪ Μέγεθος του κράτους: 149η θέση
▪ Κράτος δικαίου και ιδιοκτησιακά δικαιώματα: 52η θέση
▪ Πρόσβαση σε ισχυρό νόμισμα: 109η θέση
▪ Ελευθερία στο διεθνές εμπόριο: 57η θέση
▪ Ρυθμιστικό περιβάλλον στην τραπεζική πίστη, τα εργασιακά και την επιχειρηματικότητα: 78η θέση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι «η Ελλάδα καταλαμβάνει την τελευταία θέση ανάμεσα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, με την αμέσως προηγούμενη χώρα στην ΕΕ (Πολωνία, 77η) να βρίσκεται 15 θέσεις πιο ψηλά. Τελευταία κατατάσσεται η χώρα μας σε σύγκριση και με τα κράτη της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, καθώς η Κύπρος καταλαμβάνει τη 22η θέση, η Ρουμανία την 23η, η Αλβανία την 26η, η Βουλγαρία την 32η, η Βόρεια Μακεδονία την 71η, και η Βοσνία και Ερζεγοβίνη την 82η».
Στην κορυφή του δείκτη «βρίσκονται και φέτος το Χονγκ Κονγκ και η Σιγκαπούρη, καταλαμβάνοντας την 1η και τη 2η θέση αντίστοιχα. Η Νέα Ζηλανδία, η Ελβετία, και η Αυστραλία συμπληρώνουν την πεντάδα των χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις παγκοσμίως. Εξάλλου, οι 5 χώρες με τη χαμηλότερη βαθμολογία στον φετινό δείκτη είναι το Ιράν, η Αγκόλα, η Λιβύη, το Σουδάν και τελευταία η Βενεζουέλα. Αυταρχικές χώρες όπως η Βόρεια Κορέα και η Κούβα δεν ταξινομούνται λόγω έλλειψης δεδομένων», σημειώνει το ΚΕΦίΜ.
Άλλες αξιοσημείωτες κατατάξεις είναι οι ΗΠΑ (στην 6η θέση), η Ιαπωνία (20η), η Γερμανία (21η), η Ιταλία (51η), η Γαλλία (58η), το Μεξικό (68η), η Ρωσία (89η), η Ινδία (105η), η Βραζιλία (105η) και η Κίνα (124η).
Για τα συμπεράσματα της έκθεσης του Ινστιτούτου Fraser, ο εκτελεστικός διευθυντής του ΚΕΦίΜ, Νίκος Ρώμπαπας δήλωσε ότι «όσοι και όσες επιχειρούν στην Ελλάδα εξακολουθούν να βιώνουν τον εκτενή έλεγχο του κράτους στην οικονομία και να αντιμετωπίζουν εμπόδια σε κάθε τους κίνηση. Πέρα από την απογοητευτική θέση που έχει η χώρα μας ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ όπου για μία ακόμη χρονιά έρχεται τελευταία, εντυπωσιάζει το γεγονός της μεγάλης δυσλειτουργίας της δημόσιας διοίκησης. Στον φετινό δείκτη που παρουσιάζει τις επιδόσεις μας το 2018, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα είναι τα υψηλά ποσοστά μεροληψίας και ευνοιοκρατίας στον κρατικό μηχανισμό, ο οποίος δημιουργεί καθημερινά δυσκολίες στις συναλλαγές πολιτών και επιχειρήσεων με τον δημόσιο τομέα. Τέλος, εντυπωσιακή είναι επίσης η επιδείνωση της βαθμολογίας μας σε όλους τους δείκτες που αφορούν τα δικαιώματα και την προστασία τους, σε σχέση με το 2017. Στην συνολική οικονομική ελευθερία θα πρέπει να στοχεύουμε προς την Κύπρο που βρίσκεται στην 22η θέση παγκοσμίως και όχι προς την Τουρκία που βρίσκεται στην 99η θέση», συμπεραίνει ο Ν. Ρώμπαπας.
Όπως, τέλος, μας ενημερώνει το ΚΕΦίΜ, ο Δείκτης Οικονομικής Ελευθερίας μετρά τον τρόπο με τον οποίο οι πολιτικές και οι θεσμοί των 162 χωρών του Δείκτη υποστηρίζουν την οικονομική ελευθερία. Το Ινστιτούτο Fraser εκπονεί την ετήσια μελέτη για την Οικονομική Ελευθερία στον Κόσμο σε συνεργασία με ένα δίκτυο ανεξάρτητων ερευνητικών και εκπαιδευτικών ινστιτούτων από περίπου 100 χώρες, μεταξύ των οποίων είναι το ΚΕΦίΜ. Πρόκειται για μια πρωτότυπη μέτρηση της οικονομικής ελευθερίας, που υπολογίζεται βάσει των θεσμών και των πολιτικών που εφαρμόζει κάθε χώρα σε πέντε πεδία: το μέγεθος του κράτους, το κράτος δικαίου, την πρόσβαση σε ισχυρό νόμισμα, την ελευθερία στο διεθνές εμπόριο και το ρυθμιστικό περιβάλλον στην τραπεζική πίστη, τα εργασιακά και την επιχειρηματικότητα. Σύμφωνα με έγκριτα επιστημονικά περιοδικά με αξιολόγηση από ομότιμους κριτές (peer-reviewed journals) επιβεβαιώνεται σταθερά ότι οι άνθρωποι που ζουν σε χώρες με μεγάλο βαθμό οικονομικής ελευθερίας απολαμβάνουν υψηλότερο επίπεδο ευημερίας, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, καθώς και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής.