Μόνο εύκολες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν οι συναντήσεις του υπουργού Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Κωστή Χατζηδάκη, με τη διοίκηση της ΓΕΝΟΠ / ΔΕΗ από την ημέρα που ανέλαβε τα ηνία του ΥΠΕΝ. Κι αυτό γιατί, ήδη από την πρώτη τους συνάντηση λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, οι δύο πλευρές είχαν αντιδιαμετρικά διαφορετικές απόψεις για κρίσιμα ζητήματα που αφορούσαν το μέλλον της επιχείρησης και των εργαζομένων.
Η «πρώτη» για το μέλλον της ΔΕΗ
Η πρώτη συνάντηση των δύο πλευρών έγινε πριν από περίπου έναν χρόνο, στις 17 Ιουλίου του 2019, προκειμένου να υπάρξει μία κοινή βάση για την εξεύρεση λύσης για τη ΔΕΗ. Σε αντίθεση με σήμερα, η επιχείρηση βρισκόταν τότε λίγο πριν το «μπλακ άουτ» και η εξεύρεση λύσης για τη μεγαλύτερη ελληνική δημόσια εταιρεία αποτελούσε μία εκ των προτεραιοτήτων της ελληνικής κυβέρνησης και σίγουρα το κρισιμότερο ζήτημα για το ΥΠΕΝ. Η συνάντηση εκείνη, αν και αναγνωριστική ανάμεσα στις δύο πλευρές, είχε γίνει κάτω από έντονο κλίμα δυσπιστίας καθώς υπήρχε ευρεία πεποίθηση ότι η ρητορική του υπουργού για την κατάσταση της ΔΕΗ απαξίωνε έτι περαιτέρω τη θέση της επιχείρησης στα μάτια των επενδυτών και της κοινής γνώμης.
Το ζητούμενο για τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ στην πρώτη συνάντηση με τον υπουργό ήταν να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν απολύσεις ή μειώσεις στις μισθολογικές απολαβές. Σύμφωνα με όσα δήλωναν τα στελέχη της επιχείρησης στον απόηχο της συνάντησης, αυτό που κατάφεραν να αποκομίσουν ήταν η δέσμευση του υπουργού ότι καμία απόφαση για το μέλλον της επιχείρησης δεν θα τους βρει απροετοίμαστους ούτε και θα επιχειρήσει να τους ξαφνιάσει. Σε κάθε περίπτωση, οι εργαζόμενοι συνέχισαν τις δημόσιες τοποθετήσεις τους για την προσπάθεια της κυβέρνησης να «πουλήσει τα ασημικά» της επιχείρησης και τη ρητορική εναντίον της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ έχοντας, παράλληλα, να αντιμετωπίσουν την απόκλιση της «γαλάζιας» ΔΑΚΕ ΓΕΝΟΠ από την κεντρική γραμμή.
Η αρχή για τις εθελούσιες
Το κλίμα στη δεύτερη συνάντηση μεταξύ υπουργού και συνδικαλιστών στις 18 Σεπτεμβρίου ήταν σαφώς καλύτερο, με δεδομένο ότι στο υπουργείο περίμεναν πως η έκθεση των ορκωτών λογιστών θα ήταν θετική για τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. Η συζήτηση ήταν εφ’ όλης της ύλης αλλά αυτό που κυριάρχησε ήταν τα θέματα που αφορούν στους λιγνίτες και τη διαδικασία απολιγνιτοποίησης καθώς και το ζήτημα του ΔΕΔΔΗΕ. Για την απολιγνιτοποίηση, η στάση της ΓΕΝΟΠ υπήρξε κάθετα εναντίον καθώς, όπως ισχυρίζονται οι συνδικαλιστές, θα έφερε συνέπειες σε απασχόληση και οικονομία θέτοντας εν αμφιβόλω την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας. Εξίσου αντίθετη ήταν και με την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ, λαμβάνοντας αντιδιαμετρικά διαφορετική θέση από αυτή της κυβέρνησης.
Ένα άλλο ζήτημα που τέθηκε επί τάπητος, με αφορμή και τα δημοσιεύματα στον Τύπο, ήταν το ενδεχόμενο εθελούσιας εξόδου των εργαζομένων από την επιχείρηση, που θα σήμαινε ότι, εκτός από τις 15.000 ευρώ που δικαιούνται, θα λάμβαναν και ένα «μπόνους» σε περίπτωση αποχώρησης. Η συζήτηση έμεινε σε μετέωρο στάδιο καθώς ήταν εξαιρετικά πρώιμη για τις διαβουλεύσεις του Σεπτεμβρίου ενώ οι δύο πλευρές συμφώνησαν να επαναλάβουν τη συνάντηση το συντομότερο δυνατόν με τη ΓΕΝΟΠ να συζητά και με τον πρόεδρο της ΔΕΗ, Γ. Στάσση, αναφορικά με το πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου, και τον κ. Στάσση να τηρεί στάση αναμονής ενόψει και της έκθεσης της McKinsey.
Αποπομπή Χατζηδάκη
Οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές έφτασαν στο χειρότερο στάδιό τους τον Νοέμβριο όταν και ο υπουργός πρότεινε τη θεσμοθέτηση μέτρου για την κατάργηση της μονιμότητας για τους νεοπροσλαμβανόμενους υπαλλήλους της ΔΕΗ δημιουργώντας, σύμφωνα με τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ, εργαζόμενους δύο ταχυτήτων. Η ρητορική του υπουργού αφορούσε τη μείωση του κόστους λειτουργίας της επιχείρησης προκειμένου να μην υπάρχουν διαρκείς αυξήσεις στα τιμολόγια των καταναλωτών.
Λίγες ημέρες μετά τη συνάντηση, η ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ ζήτησε την αποπομπή του υπουργού Ενέργειας καθώς, όπως επεσήμανε ο πρόεδρός της, Γ. Αδαμίδης, το νομοσχέδιο που υπέβαλε σε διαβούλευση η κυβέρνηση είναι χειρότερο από αυτό που παρουσίασε στη ΓΕΝΟΠ. Μάλιστα, τόνισε πως οι ενέργειες Χατζηδάκη έρχονταν σε ρήξη με τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για την προστασία των συλλογικών συμβάσεων καθώς, όπως τόνιζαν στη ΓΕΝΟΠ, «καταργείται η συλλογική σύμβαση και αντικαθίσταται με ατομικές συμβάσεις, κάτι που προσιδιάζει σε νεοφιλελεύθερη πολιτική, η οποία πάει κόντρα σε αυτά που είχε εξαγγείλει ο πρωθυπουργός υπέρ των συλλογικών συμβάσεων».
Η κατάσταση σήμερα
Τόσο οι κινητοποιήσεις που επεδίωξε να κάνει η ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ και η επιθετική ρητορική στις δημόσιες τοποθετήσεις των στελεχών της όσο και η πανδημία covid-19 έβαλαν στον «πάγο» τις σχέσεις των δύο πλευρών για αρκετούς μήνες. Η τελευταία συνάντησή τους διεξήχθη τη Δευτέρα με θέμα τη μεγαλύτερη ευελιξία στις μετακινήσεις των εργαζομένων σε ΔΕΗ, ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ. Μολονότι σαφής εικόνα για τις ανάγκες θα υπάρξει μετά την ολοκλήρωση των προγραμμάτων εθελούσιας εξόδου, άπαντες θεωρούν ευκολότερο να υπάρξει κάποια παραχώρηση σε ό,τι αφορά τις μετακινήσεις μεταξύ ΔΕΗ – ΔΕΔΔΗΕ ενώ σαφώς δυσκολότερο για τον ΑΔΜΗΕ, με δεδομένο πως πλέον αποτελεί διαφορετική εταιρεία.
Το αξιοσημείωτο αυτής της συνάντησης ήταν πως οι εργαζόμενοι εξέφρασαν με κάθε επισημότητα και την ικανοποίησή τους αναφορικά με τους όρους για την εθελούσια έξοδο ζητώντας μόνο τον προγραμματισμό των αναγκών προκειμένου να υπάρξει πιο σωστή ενημέρωση των εργαζομένων.