Σε τρία διαφορετικά μέτωπα ξεδιπλώνεται η προκλητική στάση της τουρκικής διπλωματίας και η προσπάθειά της αφενός να παρασύρει την Αθήνα σε ένα επεισόδιο και αφετέρου να δημιουργήσει τετελεσμένα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο.
Το πρώτο μέτωπο της διμερούς αντιπαράθεσης αφορά την περιοχή νότια της Κρήτης όπου τα τουρκικά πετρέλαια έχουν υποβάλει σχετική αίτηση στην αρμόδια Γενική Διεύθυνση Εξορύξεων και Πετρελαίου για εξόρυξη στην περιοχή. Η τουρκική δραστηριότητα στην περιοχή αναμένεται να εκκινήσει εντός τριών – τεσσάρων μηνών με σεισμικές έρευνες ώστε, ύστερα και από τη σχετική ανάλυση των δεδομένων, να ξεκινήσουν τα γεωτρύπανα. Αφετηρία για την πραγματοποίηση των ερευνών αποτελεί το σύμφωνο κατανόησης (Memorandum of Understanding – MoU) που υπέγραψε η Άγκυρα με τη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) της Λιβύης. Οι έρευνες που θα πραγματοποιήσει το «Φατίχ» θα γίνουν εξ’ ονόματος της Λιβύης.
Ο γρίφος για δυνατούς λύτες που καλούνται να επιλύσουν εν προκειμένω όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές είναι πόσο κοντά στην Κρήτη θα επιχειρηθούν οι τουρκικές έρευνες, στο πλαίσιο και της ευρύτερης προσπάθειας που καταβάλει η τουρκική κυβέρνηση να διατηρεί στα ύψη την ένταση με την Αθήνα. Μάλιστα, ορισμένοι κύκλοι επιμένουν να θεωρούν τη NAVTEX που εξέδωσε η Άγκυρα ανήμερα της «μαύρης» επετείου για την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και η οποία περιλαμβάνει την περιοχή από τη Ρόδο και το Καστελόριζο, νοτίως της Κρήτης, στα όρια των χωρικών υδάτων της Γαύδου και μέχρι τα ανοιχτά του Κόλπου της Σύρτης στη Λιβύη ως «πρόβα τζενεράλε» ενόψει των ερευνών που θα πραγματοποιήσει το Φατίχ.
Το δεύτερο πεδίο που επιδιώκει να ξεσηκώσει αντιπαραθέσεις η Άγκυρα αφορά την κυπριακή ΑΟΖ. Το παράδοξο εν προκειμένω είναι ότι στον κυπριακό Τύπο έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους δημοσιεύματα που κατηγορούν την κυβέρνηση Αναστασιάδη για μεγάλη αναντιστοιχία ανάμεσα στις υποσχέσεις περί δημιουργίας ενός ενεργειακού κόμβου με επίκεντρο το νησί και της πραγματικότητας που θέλει την Τουρκία ως τη μόνη δύναμη που πραγματοποιεί έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ με το «Γιαβούζ» να βρίσκεται διαρκώς στο τεμάχιο 6.
Εξίσου σημαντικό στην εξίσωση που αφορά το μέλλον της κυπριακής ΑΟΖ είναι και η στάση των μεγάλων ενεργειακών κολοσσών που έχουν εξαγγείλει ότι θα επιστρέψουν στην Κύπρο από το επόμενο έτος. Κι αυτό γιατί φαίνεται ότι ο κοροναϊός και η πετρελαϊκή κρίση δημιούργησαν τάσεις αποεπένδυσης και τους ανάγκασαν να αναδιπλωθούν σε μεγάλες επενδύσεις με χαμηλό ρίσκο και υψηλά κέρδη. Μάλιστα, όπως αναφέρουν αναλυτές, η ExxonMobil σημειώνει μεγάλες απώλειες στην κερδοφορία της, η ΕΝΙ αποσύρεται από την Αυστραλία και η Shell από τις ΗΠΑ ενώ η Nobel φαίνεται να αντιμετωπίζει θέματα επιβίωσης και η Delek να προχωρά σε ξεπούλημα.
Αυτή η εξέλιξη επιτρέπει στην Άγκυρα των μεγάλων οικονομικών προβλημάτων που βρίσκεται ένα βήμα πριν από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) να πλασάρεται ως ισχυρός ενεργειακός παίκτης και κρίσιμος εταίρος στην περιοχή. «Με την ισχυρή οικονομία μας και την πολιτική μας σταθερότητα, έχουμε γίνει ένας βασικός εταίρος στα ενεργειακά έργα. Όσοι κατανοούν τη στάση της Τουρκίας και τείνουν χείρα φιλίας, πάντα θα κερδίζουν», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός Ενέργειας της γειτονικής χώρας, Φατίχ Ντονμέζ.
Η Λευκωσία δεν μένει με σταυρωμένα τα χέρια απέναντι στην τουρκική παραβατικότητα καταβάλλοντας σημαντικές προσπάθειες για τη διεθνοποίηση του ζητήματος και την εύρεση διπλωματικής λύσης μέσω της ενεργούς εμπλοκής τρίτων δυνάμεων. Χαρακτηριστική της στάσης της Λευκωσίας απέναντι στην Άγκυρα ήταν και η συνέντευξη του προέδρου, Νίκου Αναστασιάδη, στην εφημερίδα «Τα ΝΕΑ» όπου κάλεσε την Ευρωπαϊκή Ένωση να μην ενδώσει στους τουρκικούς εκβιασμούς ζητώντας νέα -και ενδεχομένως πιο ουσιώδη- μέτρα απέναντι στην Άγκυρα. «Αντιλαμβανόμαστε ότι κάποιοι εταίροι μας έχουν ειδικές σχέσεις με την Τουρκία, κάτι το οποίο σεβόμαστε, όμως όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ τηρούν ενιαία στάση αρχών όσων αφορά τις τουρκικές προκλήσεις στην Κύπρο», επεσήμανε ο κ. Αναστασιάδης.
Το τρίτο σημείο – τομή για την τουρκική προκλητικότητα που, παρά το γεγονός ότι δε συνδέεται με την ενέργεια, εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο ρύθμισης της έντασης μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας αποτελεί το μεταναστευτικό. Η εργαλειοποίησή του υπήρξε, κατά το προηγούμενο διάστημα, πεδίο ισχυρής αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο πλευρές με την Αθήνα να αντιμετωπίζει την κατάσταση στον Έβρο ως μορφή υβριδικού πολέμου. Άλλωστε, αυτό που διαμηνύει η Άγκυρα σε κάθε ευκαιρία είναι πως, μετά την ολοκλήρωση της κρίσης του κοροναϊού, αναμένεται να συνεχιστεί η μετακίνηση των προσφύγων προς τα ευρωπαϊκά σύνορα. Το ερωτηματικό που μένει αναπάντητο έως ώρας είναι σε ποιο βαθμό θα επιχειρήσει παράλληλη μετακίνηση προσφύγων σε ξηρά και θάλασσα.
Το κρίσιμο ζήτημα για την Αθήνα είναι να αναδείξει το προσφυγικό ως ένα ευρω-τουρκικό ζήτημα το οποίο καλείται να διαχειριστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση εν τω συνόλω. Με δεδομένη την ύπαρξη τη συμφωνία Άγκυρας – Βρυξελλών για τη διαχείριση του προσφυγικού, το 2016, για το οποίο η Τουρκία ζητά την αναθεώρησή της, αλλά και την παρουσία των ηγετών της Ε.Ε. στον Έβρο κατά το προηγούμενο διάστημα, η Αθήνα μοιάζει να αντιλαμβάνεται ότι η πίεση στις διμερείς σχέσεις θα πρέπει να εξωτερικευτεί προς αυτή την κατεύθυνση με μία νέα ευρωπαϊκή πρόταση προς την Άγκυρα.