Πρέπει να παραδεχτώ ότι νιώθω λίγο περήφανη όταν διαβάζω δημοσκοπήσεις που αποδεικνύουν αυτό που όλοι κατά βάθος ξέρουμε: ότι ο κόσμος πραγματικά καταλαβαίνει πως η φύση είναι η ξεκούραση, η ισορροπία, η υγεία μας. Μια τέτοια έρευνα ανακοινώθηκε από το Ευρωβαρόμετρο, την υπηρεσία δημοσκοπικών ερευνών της ΕΕ, το 2018. Η έρευνα αφορά τον τουρισμό και μας λέει ότι ο κύριος λόγος επιστροφής των Ευρωπαίων σε τουριστικό προορισμό είναι το φυσικό περιβάλλον του τόπου.
Πριν από μια βδομάδα, ο Υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο για τον τουρισμό. Πρόκειται για άλλο ένα νομοσχέδιο – σκούπα που τροποποιεί σαρωτικά τη νομοθεσία σε πολλά πεδία: αδειοδότηση τουριστικών επιχειρήσεων, θαλάσσιο περιβάλλον, παραχώρηση αιγιαλού – παραλίας και οχθών ποταμών και λιμνών, δασική γη, αυθαίρετα.
Αν και η προστασία και διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος αναφέρεται στο άρθρο 1 ως μέρος του σκοπού, εντούτοις το νομοσχέδιο προωθεί μια εντατική και μεγάλου περιβαλλοντικού αποτυπώματος τουριστική ανάπτυξη, ακόμα και μέσα σε προστατευόμενες περιοχές, αντί να προωθεί κλαδικές συνέργειες και βελτίωση των υφιστάμενων υποδομών.
Κατά την τελευταία δεκαετία, έχει σημειωθεί μια καταιγιστική επιδείνωση της νομοθεσίας που αφορά στην περιβαλλοντική προστασία και αδειοδότηση, τη χωροταξία και δόμηση, ενώ σαρωτικές μεταβολές έχει δεχθεί η νομοθεσία για τα δάση και την παράκτια ζώνη. Άλλο παράλογο χαρακτηριστικό της ελληνικής περιβαλλοντικής πραγματικότητας είναι ότι οι παρανομίες αντιμετωπίζονται με συνεχή επεισόδια νομιμοποιήσεων, δίνοντας το μήνυμα ότι η ύπαρξη νόμων δεν έχει κανένα νόημα.
Για τους λόγους που εκθέτουμε συνοπτικά παρακάτω, αρκετές από τις διατάξεις του νομοσχεδίου επιφυλάσσουν σημαντικούς κινδύνους για το φυσικό περιβάλλον της Ελλάδας, υποβαθμίζοντας το κυριότερο τουριστικό μας προϊόν: τη φύση.
Στα σχόλια που στείλαμε προς τους βουλευτές μετά τη συμμετοχή μας στην ακρόαση εξωκοινοβουλευτικών φορέων από την αρμόδια Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου (20 Μαΐου), βρισκόμαστε μπροστά σε άλλο ένα νομοσχέδιο, όπως και πολλά που ψηφίστηκαν τα τελευταία χρόνια, το οποίο δυστυχώς αντιμετωπίζει τη φύση όχι ως λύση στις μεγάλες απειλές της κλιματικής κρίσης και της δημόσιας υγείας, αλλά ως πόρο προς (αλόγιστη και καταστροφική) εκμετάλλευση.
Στο πρώτο κεφάλαιο, το νομοσχέδιο ορθά αναφέρει τη διασφάλιση της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος στον σκοπό του, καθώς αυτό ακριβώς είναι το ίδιο το ‘προϊόν’ αυτής ιδιαίτερα της μορφής τουρισμού. Στη συνέχεια όμως την αγνοεί κατάφωρα.
Τα πιο προβληματικά σημεία του νομοσχεδίου είναι τα εξής:
Άρθ. 8 για τα «ελεύθερα τεχνητά υποβρύχια αξιοθέατα»: Επιτρέπεται η βύθιση αντικειμένων και τεχνητών ναυαγίων για «εμπλουτισμό της υποθαλάσσιας χλωρίδας και πανίδας και την εν γένει βελτίωση της ελκυστικότητας του βυθού», χωρίς όμως καμία απολύτως πρόνοια για το απαραίτητο επιστημονικό υπόβαθρο κάθε επέμβασης στα ευαίσθητα θαλάσσια οικοσυστήματα. Στο σχέδιο νόμου δεν γίνεται μνεία ούτε για την υπαγωγή αυτής της δραστηριότητας σε στοιχειώδηεκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ουδεμία επίσης αναφορά υπάρχει σε ειδικότερο καθεστώς για τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές ή για την προστασία οικοτόπων προτεραιότητας, όπως οι ποσειδωνίες. Σκεφθείτε βυθούς γεμάτους με οτιδήποτε μπορεί να φανταστεί κανείς, μόνο και μόνο βαφτίζοντάς το «θαλάσσιο αξιοθέατο».
Είναι απαραίτητο να καταλάβουμε ότι η ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισμού κατά κανόνα βασίζεται στο ζωντανό και υγιές θαλάσσιο περιβάλλον και όχι σε τεχνητές απομιμήσεις. Η αυθαίρετη πόντιση αντικειμένων κάθε είδους, από μεγάλα πλοία μέχρι μικρότερα αντικείμενα τέχνης, μπορεί εύκολα να καταλήξει σε συσσώρευση απορριμμάτων στους ελληνικούς βυθούς και σε ρύπανση και ανυπολόγιστη υποβάθμιση σημαντικών θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Ζητήσαμε από τους βουλευτές το άρθρο να αποσυρθεί, καθώς εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους για το θαλάσσιο περιβάλλον. Η δυνατότητα πόντισης υποβρύχιων αξιοθέατων μπορεί να προβλέπεται αποκλειστικά εντός οργανωμένων καταδυτικών πάρκων, με την κατά τον νόμο προβλεπόμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση.
Άρθ. 15 για τις «περιοχές ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης»: Το άρθρο διευκολύνει την επέκταση («μεταβολή ορίων») περιοχών ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης (ΠΟΤΑ) με α) αύξηση του ορίου μεταβολής χωρίς τήρηση της διαδικασίας ίδρυσης ΠΟΤΑ από 10% σε 15% και β) κατάργηση του περιορισμού της «μεταβολής ορίων χωρίς τήρηση της διαδικασίας ίδρυσης μόνο για μία φορά». Έτσι, δίνεται δυνατότητα μεγάλων επεκτάσεων (π.χ. μέχρι 30% με δύο επεκτάσεις) χωρίς τήρηση της διαδικασίας π.δ. και στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση. Προκύπτει σημαντική πιθανότητα ελλιπούς εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση σχεδίων και προγραμμάτων. Παράλληλα, επισημάναμε ως εξαιρετικά δυσμενή εξέλιξη την με τον πρόσφατο νόμο 4685/2020 του ΥΠΕΝ κατάργηση της προστατευτικής πρόνοιας του νόμου για τη βιοποικιλότητα 3937/2011, η οποία απαγόρευε την ίδρυση ΠΟΤΑ εντός εθνικών πάρκων.
Ζητήσαμε από τους βουλευτές να αποσυρθεί αυτή η διάταξη.
Άρθρο 32 για την επέμβαση σε δασική γη προς ανάπτυξη τουριστικών εγκαταστάσεων:Προβλέπει την έγκριση επέμβασης σε δάση και δασικές εκτάσεις για τη δημιουργία γηπέδων γκολφ. Πρόκειται για εξαιρετικά υδροβόρα, και γενικά μη βιώσιμαέργα, ειδικά στον μεσογειακό χώρο, για τα οποία ουδέποτε έπρεπε να είχε προβλεφθεί η επέμβαση σε δάση και δασικές εκτάσεις. Ενώ η ισχύουσα νομοθεσία [που τροποποιήθηκε για τελευταία φορά πολύ πρόσφατα με το άρθ. 102(3) ν. 4285/2020] προβλέπει την επέμβαση για δημιουργία «διόδων γηπέδων γκολφ», η τροποποιημένη διάταξη επιτρέπει την επέμβαση για τη δημιουργία «γηπέδων γκολφ». Αποτέλεσμα είναι να διευρύνεται η εκχέρσωσητων δασικών οικοσυστημάτων, και μάλιστα των ιδιαίτερα ευάλωτωνπεδινών και παράκτιων δασικών οικοσυστημάτων.
Άρθρα 37-42 για το ‘Glamping’ (δηλ. glamorouscamping):Τα άρθρα προβλέπουν τη δημιουργία επί της ουσίας μόνιμων υποδομών σε δάση, δασικές εκτάσεις και προστατευόμενες περιοχές. Το νομοσχέδιο χρησιμοποιεί τον νεολογισμό «ημι-μόνιμες» [άρθ. 37 παρ. 3 περ. α) ] χωρίς να ορίζει τον όρο, μολονότι η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος και τη δόμηση διακρίνει σαφώς τις προσωρινές και τις μόνιμες κατασκευές. Προφανώς, το glamping μπορεί να συνδυαστεί με ξενοδοχεία συνιδιοκτησίας και σύνθετα τουριστικά καταλύματα, οδηγώντας στη δημιουργία παρόμοιων ιδιόμορφων «πυκνώσεων», οι οποίες θα έχουν μόνιμο, και όχι «ημι-μόνιμο» χαρακτήρα.
Άρθρο 43 για παραχωρήσεις αιγιαλού και παραλίας: Η ρύθμιση επιδεινώνει το εξαιρετικά προβληματικό ισχύον καθεστώς, προβλέποντας:
- αύξηση κατά 200 τ.μ. του εμβαδού παραχώρησης για εκμίσθωση θαλάσσιων μέσων αναψυχής, ξαπλωστρών, ομπρελών, λειτουργία αυτοκινούμενου ή ρυμουλκούμενου τροχήλατου αναψυκτηρίου, καθώς και τραπεζοκαθισμάτων,
- απεριόριστο εμβαδό παραχώρησης σε όμορα του κοινόχρηστου χώρου ξενοδοχεία και σύνθετα τουριστικά καταλύματα,
- μείωση κατά 10% (από 60% σε 50%) της ελεύθερης έκτασης αιγιαλού.Πρόκειται για απαράδεκτη ρύθμιση που μειώνει αδικαιολόγητα το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στην παραλία. Ευνοεί παράλογα και υπερβολικά τις μεγάλες τουριστικές μονάδες που καταλαμβάνουν παράκτιο χώρο εις βάρος επισκεπτών που δεν είναι πελάτες των τουριστικών επιχειρήσεων που τον εκμεταλλεύονται.
Άρθρο 46 περί ιδιοκτητών αυθαιρέτων στις ακτές: Στο άρθρο αυτό βλέπουμε μια τυπική περίπτωση διαστρέβλωσης της έννοιας του εξορθολογισμού, που καταλήγει τελικά να ερμηνεύεται ως συνώνυμη της ελάφρυνσης των προστατευτικών για το περιβάλλον κυρώσεων: από την ισχύουσα κατά τον νόμο περί αιγιαλού και παραλίας 2971/2003 ρύθμιση αφαιρείται η πρόβλεψη ότι αποκλείονται από παραχώρηση και οι συγγενείς ιδιοκτήτη αυθαιρέτου πρώτου και δευτέρου βαθμού. Επίσης, η διάταξη πλέον αφορά μόνο τους συζύγους υποτρόπων ιδιοκτητών αυθαιρέτων, ενώ μέχρι σήμερα αφορούσε συζύγους και συγγενείς του εξ αίματος και εξ αγχιστείας μέχρι τον δεύτερο βαθμό.
Δεδομένου ότι άγνοια νόμου δεν συγχωρείται και δύσκολα πλέον μπορεί να πιστέψει κανείς ότι κάτοχος αιγιαλού και παραλίας κατά λάθος παρανόμησε και καταπάτησε, η ελάφρυνση των κυρώσεων δύσκολα μπορεί να ερμηνευθεί ως ωφέλιμη για το περιβάλλον ως δημόσιο αγαθό που χρήζει αυστηρής και άτεγκτης προστασίας.
Στο ζωτικής σημασίας κεφάλαιο της διαχείρισης της παράκτιας ζώνης, κεντρική στόχευση θα πρέπει να είναι η προστασία αυτής της κρίσιμης προστατευτικής για τους ανθρώπους υποδομής που μας προσφέρει η φύση, ειδικά σε καιρό κλιματικής κρίσης.
* Η Θεοδότα Νάντσου είναι επικεφαλής πολιτικής της WWF Ελλάς